Οι στρεβλώσεις της επιδοματικής πολιτικής
Γίνεται ο εργοδότης να σου κάνει αύξηση 15-16% και το καθαρό εισόδημά σου να καταλήγει να… μειώνεται μετά την αύξηση; Είναι δυνατόν να σε συμφέρει περισσότερο να απορρίψεις μια πρόταση για δουλειά μερικής απασχόλησης προκειμένου να διατηρήσεις το επίδομα ανεργίας; Είναι λογικό η «παγίδα φτώχειας» του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης να είναι προτιμότερη –με καθαρά οικονομικούς όρους– από την εκ περιτροπής εργασία;
«Εκπαίδευση»
Η επιδοματική πολιτική, στην οποία «εκπαιδεύει» η σημερινή κυβέρνηση τους πολίτες, έχει ήδη αρχίσει να δημιουργεί σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά. Οι εφάπαξ ενισχύσεις ή οι παροχές σε είδος (μειώσεις στο τιμολόγιο του ηλεκτρικού ρεύματος, επιδόματα στέγης, κοινωνικά μερίσματα, επιδόματα θέρμανσης, νησιωτικές παροχές κ.λπ.) χορηγούνται με πανομοιότυπους όρους και κριτήρια.
Το αποτέλεσμα είναι οι φορολογούμενοι να καθίστανται ολοένα και πιο… επιφυλακτικοί στο να εμφανιστούν με μεγαλύτερο εισόδημα στη φορολογική τους δήλωση, καθώς γνωρίζουν ότι αυτό θα έχει ως συνέπεια την έμμεση απώλεια καθαρού και άκοπου εισοδήματος.
1. Ο γονέας με δύο παιδιά δεν θα θελήσει να αυξήσει το εισόδημά του από τα 20.000 στα 21.000 ευρώ, καθώς εκτός από τον επιπλέον φόρο με τον οποίο θα επιβαρυνθεί θα χάσει και 560 ευρώ από το επίδομα τέκνων. Από τα 1.000 ευρώ της πρόσθετης αμοιβής, θα πληρώσει τα 350 ευρώ σε φόρους και εισφορά αλληλεγγύης, θα χάσει και τα 560 του επιδόματος και τελικώς θα του μείνουν… 90 ευρώ.
2. Οι γονείς ενός παιδιού θα προτιμήσουν να εμφανιστούν με δηλωθέν εισόδημα 15.000 ευρώ παρά να πάρουν μια αύξηση που θα τους στερήσει το «κοινωνικό τιμολόγιο» της ΔΕΗ αλλά και την ελπίδα ότι θα εισπράξουν και το 2018 «κοινωνικό μέρισμα». Μόνο η ζημιά από το κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ θα είναι τουλάχιστον 250 ευρώ.
3. Η μητέρα ενός παιδιού που θα μείνει χωρίς δουλειά θα προτιμήσει για έναν χρόνο να εισπράττει το επίδομα ανεργίας (διαμορφώνεται στα 4.752 ευρώ ετησίως) παρά να πιάσει μια δουλειά με 4ωρο, η οποία στην καλύτερη περίπτωση θα της εξασφαλίσει αποδοχές περίπου 4.000 ευρώ με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην αγορά.
4. Μια δουλειά με «μαύρα» ή την... ησυχία της/του από μια θέση εκ περιτροπής εργασίας θα προτιμήσει και η/ο δικαιούχος του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης, καθώς αν εμφανιστεί με ένα προστατευόμενο τέκνο και μηδενικό εισόδημα θα γνωρίζει ότι θα εισπράττει «βρέξει χιονίσει» τα 4.200 ευρώ του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης συν μια έκπτωση της τάξεως των 407 ευρώ στον λογαριασμό της ΔΕΗ, η οποία δεν συμψηφίζεται με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Τα διαφόρων ειδών επιδόματα, που μοιράστηκαν το τελευταίο διάστημα από την κυβέρνηση, δόθηκαν στο όνομα της καταπολέμησης της φτώχειας, η οποία παραμένει εξαιρετικά υψηλή στην Ελλάδα.
Το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης στοχεύει στο να καταπολεμήσει φαινόμενα ακραίας φτώχειας, η επικείμενη αύξηση του επιδόματος τέκνων αποσκοπεί στο να αντιμετωπίσει την ακραία παιδική φτώχεια στην Ελλάδα, ενώ έχει υπολογιστεί ότι και το «κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης» που διανεμήθηκε τον Δεκέμβριο, θα μειώσει τον δείκτη του 2017 κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες λόγω των εισοδηματικών και λοιπών κριτηρίων που υιοθετήθηκαν.
Το πρόβλημα αρχίζει να δημιουργείται από τη στιγμή που αυτά τα επιδόματα συνεχίζουν να χορηγούνται χωρίς κάποιου είδους προσπάθεια από την πλευρά του δικαιούχου. Ο δικαιούχος του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης δεν θα χάσει το επίδομα αν απορρίψει μια θέση εργασίας που θα του προσφέρει ο ΟΑΕΔ, γιατί πολύ απλά δεν εφαρμόζεται τέτοιου είδους πολιτική στην Ελλάδα. Καμία αυστηρή πολιτική επανένταξης στην αγορά εργασίας δεν εφαρμόζεται για τους δικαιούχους του επιδόματος ανεργίας, ενώ όλες οι παροχές σε είδος δίδονται με αποκλειστικό κριτήριο το περιεχόμενο των φορολογικών δηλώσεων και χωρίς να υπάρχει ο παραμικρός έλεγχος.
Ενίσχυση
Κι όμως, η κυβέρνηση ενισχύει τη συγκεκριμένη πολιτική:
1. Το κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ θα δίδεται με τους ίδιους όρους που χορηγήθηκε και το κοινωνικό μέρισμα ή το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, παρά το γεγονός ότι επιστημονικά είναι λάθος να δίδονται δύο διαφορετικές παροχές με τα ίδια ακριβώς κριτήρια.
2. Το επίδομα τέκνων καθίσταται ακόμη πιο ελκυστικό για όσους εμφανίζουν χαμηλότερα εισοδήματα, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο το κίνητρο της φοροδιαφυγής.
3. Ο σχεδιασμός προβλέπει ότι εφόσον ενεργοποιηθεί το «καλό πακέτο μέτρων» του 2019, θα διανεμηθεί και επίδομα στέγης για όσους ζουν στο ενοίκιο ή πληρώνουν στεγαστικό δάνειο. Και πάλι τα εισοδηματικά κριτήρια θα είναι πανομοιότυπα με αυτά του κοινωνικού μερίσματος.
Πώς η αύξηση αποδοχών καταλήγει σε μείωση εισοδήματος
Μπορεί ο εργοδότης να αυξάνει τις ονομαστικές αποδοχές του εργαζομένου και αυτός να υφίσταται μείωση στο καθαρό εισόδημά του. Εχει λόγο ένας τρίτεκνος να αυξήσει την παραγωγικότητά του ώστε να διεκδικήσει μια αύξηση της τάξεως του 15% στις ονομαστικές του αποδοχές; Το ακόλουθο παράδειγμα είναι αποκαλυπτικό.
Ας υποτεθεί ότι οι ετήσιες μεικτές αμοιβές του είναι 23.810 ευρώ με το φορολογητέο εισόδημα να διαμορφώνεται στις 20.000 ευρώ και το εργοδοτικό κόστος να ανέρχεται στις 29.762,5 ευρώ με την προσθήκη των ασφαλιστικών εισφορών που αναλογούν στον εργοδότη. Το καθαρό εισόδημα –μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης– διαμορφώνεται στις 17.524 ευρώ. Ωστόσο, ο τρίτεκνος θα εισπράττει επιπλέον το επίδομα τέκνων των 2.240 ευρώ (σ.σ.: ο υπολογισμός έγινε με βάση τα νέα κριτήρια που θα ψηφιστούν από τη Βουλή μέσα στον Ιανουάριο), ενώ θα δικαιούνται και έκπτωση 274,59 ευρώ από τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος λόγω του νέου κοινωνικού τιμολογίου της ΔΕΗ. Ετσι, το καθαρό πραγματικό του εισόδημα, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων, θα ανέρχεται στις 20.038,5 ευρώ.
Τι θα γίνει αν ο εργοδότης αποφασίσει να κάνει μια αύξηση 3.000 ευρώ ή περίπου 15% στον εργαζόμενό του ζητώντας του ως αντάλλαγμα μεγαλύτερη παραγωγικότητα ή περισσότερες ώρες εργασίας; Τα οικονομικά μεγέθη θα μεταβληθούν ως εξής:
1. Το εργοδοτικό κόστος θα αυξηθεί κατά 4.463 ευρώ, από τις 29.762,5 ευρώ που αντιστοιχούν σε δηλωθέν εισόδημα 20.000 ευρώ, και θα ανέλθει στις 34.226,25 ευρώ.
2. Το επίδομα τέκνων θα μειωθεί από τις 2.240 ευρώ στα 1.120 ευρώ, δηλαδή κατά 1.120 ευρώ, λόγω του νέου τρόπου υπολογισμού του επιδόματος.
3. Η έκπτωση ρεύματος των 274,59 ευρώ θα μηδενιστεί, καθώς ο τρίτεκνος δεν θα πληροί πλέον τα εισοδηματικά κριτήρια.
4. Ο φόρος εισοδήματος και η εισφορά αλληλεγγύης θα αυξηθούν από τις 2.476 ευρώ στις 3.526 ευρώ ή κατά 1.050 ευρώ.
Επομένως, ο εργοδότης θα πληρώσει 4.463 ευρώ και ο εργαζόμενος θα πάρει καθαρά 555,41 ευρώ, καθώς οι καθαρές του αποδοχές από τις 20.038,59 ευρώ θα ανέλθουν στις 20.594 ευρώ. Το 87,5% του ποσού που θα πληρώσει ο εργοδότης θα πάει υπέρ του Δημοσίου και μόλις το 12,5% θα καταλήξει στον εργαζόμενο. Στην πραγματικότητα, η ζημία μπορεί να είναι μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα ο φορολογούμενος, αντί να έχει αύξηση εισοδήματος μετά την αναπροσαρμογή του μισθού του, να καταλήγει να έχει… μείωση. Από το 2019, η κυβέρνηση έχει προαναγγείλει ότι θα προχωρήσει στη διάθεση επιδόματος στέγης (είτε είναι ενοικιαστές είτε αποπληρώνουν στεγαστικό δάνειο) σε όσους πληρούν συγκεκριμένο εισοδηματικό κριτήριο. Οσο υψηλότερο είναι το εισόδημα τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες είσπραξης του επιδόματος. Αρκεί να σημειωθεί ότι αν ενεργοποιηθεί το «καλό πακέτο» μέτρων του 2019, ο τρίτεκνος με εισόδημα έως 20.250 ευρώ (ή 21.600 ευρώ στο πιο αισιόδοξο σενάριο που έχει ετοιμάσει η κυβέρνηση) θα εισπράττει ετήσια επιδότηση κατοικίας 1.350 ευρώ τον χρόνο, ενώ ο τρίτεκνος με εισόδημα 23.000 ευρώ δεν θα εισπράττει τίποτα. Είναι ένα κλασικό παράδειγμα οριακού φορολογικού συντελεστή ο οποίος μπορεί να ξεπεράσει το 100%. Δηλαδή, ο εργαζόμενος να πασχίζει να αυξήσει το εισόδημά του, αλλά να καταλήγει να το μειώνει και μάλιστα κατά 794 ευρώ. Ετσι, το κίνητρο για «φανερή» εργασία είναι αρνητικό.
Το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν είναι το μοναδικό ούτε είναι ακραίο. Και ένας εργαζόμενος με δύο παιδιά, ο οποίος θα διεκδικήσει μια αύξηση 16,6% στις αποδοχές του, θα υποχρεώσει τον εργοδότη του να πληρώνει 4.465 ευρώ επιπλέον (αν συμπεριληφθούν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές), αλλά από αυτό το ποσόν στον εργαζόμενο θα καταλήξουν μόλις 146 ευρώ.
Το νέο ασφαλιστικό «πριμοδοτεί» την ανασφάλιστη εργασία
Ενα κίνητρο για την εμφάνιση όσο το δυνατόν υψηλότερων αποδοχών στη φορολογική δήλωση θα ήταν έστω η εξασφάλιση μιας υψηλότερης σύνταξης. Ειδικά από τη στιγμή που το ύψος των συντάξιμων αποδοχών συνδέθηκε με τις καταβεβλημένες ασφαλιστικές εισφορές, η λογική υπαγορεύει ότι «όσο περισσότερες είναι οι εισφορές, τόσο μεγαλύτερη θα είναι αναλογικά και η σύνταξη». Αυτός ο κανόνας δεν επιβεβαιώνεται απόλυτα με τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Η «κατώτατη εθνική σύνταξη» των 384 ευρώ αποδίδεται ούτως ή άλλως σε όποιον συμπληρώνει 20 χρόνια προϋπηρεσίας. Πάνω στην εθνική σύνταξη, προστίθεται και το αναλογικό κομμάτι το οποίο όμως είναι αναλογικά μεγαλύτερο για αυτούς που συνταξιοδοτούνται με τα χαμηλότερα εισοδήματα. Το «φαινόμενο» οφείλεται στους συντελεστές αναπλήρωσης, οι οποίοι είναι αντίστροφα προοδευτικοί προκειμένου να επιβραβευτούν οι «φτωχότεροι».
Τα παραδείγματα για το πώς κλιμακώνεται μια σύνταξη ανάλογα με το ύψος των συντάξιμων αποδοχών είναι αποκαλυπτικά:
1. Με μέσο όρο αποδοχών της τάξεως των 600 ευρώ κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου, η καθαρή σύνταξη διαμορφώνεται στα 568 ευρώ, με τον τελικό συντελεστή αναπλήρωσης να ανέρχεται στο 87%. Και αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχουν 35 χρόνια ασφάλισης. Με 30 χρόνια, η σύνταξη υποχωρεί στα 526 ευρώ και ο συντελεστής αναπλήρωσης στο 79%, ενώ με 20 χρόνια η σύνταξη διαμορφώνεται στα 458 ευρώ και ο συντελεστής αναπλήρωσης περιορίζεται στο 70%.
2. Με μέσο όρο αποδοχών της τάξεως των 750 ευρώ κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου, η σύνταξη κλιμακώνεται ως εξής:
• Στα 482,87 ευρώ (από 458 ευρώ που υπολογίζεται η σύνταξη με τον μέσο όρο αποδοχών στα 600 ευρώ). Δηλαδή, με τις υψηλότερες αποδοχές των 750 ευρώ, ο συντελεστής αναπλήρωσης πέφτει στο 59%, ενώ με τις αποδοχές των 600 ευρώ ανέρχεται στο 70%.
• Στα 563,5 ευρώ με 30 χρόνια προϋπηρεσίας, αντί για 526 ευρώ που υπολογίζεται η σύνταξη αν οι συντάξιμες αποδοχές είναι στα 600 ευρώ. Αντί για 79% που είναι ο συντελεστής αναπλήρωσης με τις αποδοχές των 600 ευρώ, πέφτει στο 69% με τις συντάξιμες αποδοχές των 750 ευρώ.
Για να αυξηθούν οι συντάξιμες αποδοχές από τα 600 ευρώ στα 750 ευρώ, ο ασφαλισμένος πρέπει να επιτυγχάνει υψηλότερες αποδοχές για όλη τη διάρκεια του εργασιακού του βίου. Αρα, πρέπει να πληρώνει και μεγαλύτερες ασφαλιστικές εισφορές επί 20 ή επί 30 έτη. Ουσιαστικά, ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων διαιωνίζει σε έναν βαθμό τη στρέβλωση που υπήρχε επί σειρά ετών με το ΕΚΑΣ. Με το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης, υπήρχαν περιπτώσεις που οι συνταξιούχοι με λιγότερα χρόνια ασφάλισης και χαμηλότερες συντάξιμες αποδοχές κατέληγαν να εισπράττουν μεγαλύτερη σύνταξη από άλλους ασφαλισμένους που είχαν συνεισφέρει περισσότερα στο ασφαλιστικό σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου