Νέα δεδομένα στη διένεξη δανειοληπτών και τραπεζών για τον χειρισμό των δανείων που είχαν συναφθεί σε ελβετικό φράγκο δημιουργεί η απόφαση του Εφετείου Αθηνών που δικαίωσε τη Eurobank, κάνοντας δεκτή την έφεση που είχε καταθέσει η τράπεζα κατά προηγούμενης πρωτόδικης απόφασης.
της Ευγενίας Τζώρτζη
Η απόφαση του εφετείου κρίνει το θέμα των δανείων σε ελβετικό φράγκο σε ό,τι αφορά τέσσερα βασικά ζητήματα, δηλαδή το κατά πόσο:
• Υπήρξε πλήρης και επαρκής ενημέρωση των δανειοληπτών για τους κινδύνους που ενείχε η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα λόγω αλλαγής της συναλλαγματικής ισοτιμίας.
• Η τράπεζα εφάρμοσε μηχανισμούς αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου.
•Τα συγκεκριμένα δάνεια ήταν επενδυτικά προϊόντα και ως εκ τούτου προϋπέθεταν ειδικές γνώσεις.
• Η αποπληρωμή της δόσης πρέπει γίνεται με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού φράγκου την ημέρα καταβολής της δόσης.
Το εφετείο αποδέχθηκε ουσιαστικά την επιχειρηματολογία της τράπεζας, και πλέον το θέμα αναμένεται να κριθεί σε ανώτατο επίπεδο, δηλαδή στον Αρειο Πάγο, στον οποίο αναμένεται να αναζητήσουν τη δικαίωσή τους οι δανειολήπτες.
Σε κάθε περίπτωση η συγκεκριμένη απόφαση δημιουργεί νέα δεδομένα στην εξέλιξη της δικαστικής διένεξης, καθώς πρόκειται για την πρώτη εφετειακή απόφαση επί συλλογικής αγωγής, η οποία παράγει αποτελέσματα για το σύνολο των δανειοληπτών και όχι μόνο για μεμονωμένους οφειλέτες που έχουν προσφύγει ατομικά.
Υπενθυμίζεται ότι τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο είχαν κυριαρχήσει την περίοδο 2006 – 2009, όταν η ισοτιμία ευρώ/ελβετικού ήταν ανοδική και συγκεκριμένα μεταξύ 1,55 – 1,65. Στο παρελθόν οι δανειολήπτες ευνοούνταν κυρίως από το χαμηλό επιτόκιο που είχαν τα συγκεκριμένα δάνεια, λόγω χαμηλού libor και το οποίο διαμορφωνόταν κοντά στο 2% – 2,5% έναντι 5% – 6% που ήταν το μέσο επιτόκιο των δανείων σε ευρώ.
Σήμερα η ισοτιμία διαμορφώνεται στο 0,87, γεγονός που σημαίνει ότι οι δανειολήπτες χρειάζονται περισσότερα ευρώ για να αποπληρώσουν το δάνειο στο ελβετικό νόμισμα και επιπλέον το libor (-0,74%) και το euribor (-0,32%) συγκλίνουν σε μεγάλο βαθμό, με συνέπεια εκτός από την επιβάρυνση που υφίστανται λόγω της διολίσθησης του ευρώ να έχουν περιορισμένο όφελος από το κόστος χρήματος. Πρόκειται για 65.000 – 70.000 περίπου δανειολήπτες, που έχουν λάβει δάνεια ονομαστικής αξίας περί τα 7 δισ. ευρώ.

Το σκεπτικό

Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η τράπεζα παρείχε πλήρη ενημέρωση για τον συναλλαγματικό κίνδυνο της συγκεκριμένης κατηγορίας δανείων και ειδικότερα με χρήση αριθμητικών παραδειγμάτων για τον τρόπο υπολογισμού των δόσεων σε ευρώ με διαφορετικές και σημαντικά αποκλίνουσες μεταξύ τους ισοτιμίες. Η τράπεζα, όπως αναγνωρίζει η απόφαση, χορηγούσε στους δανειολήπτες πληροφοριακό έντυπο με τίτλο «Γενική ενημέρωση για τα στεγαστικά δάνεια», στο οποίο υπήρχε επισήμανση για τον συναλλαγματικό κίνδυνο και τις επιπτώσεις από τυχόν υποτίμηση του ευρώ στο ποσό της δόσης και στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου.
Επιπλέον, η τράπεζα έχει θέσει στις δανειακές συμβάσεις όρο που επιτρέπει τη μετατροπή του δανείου από ελβετικό φράγκο σε ευρώ. Τη δυνατότητα αυτή θα μπορούσαν να έχουν χρησιμοποιήσει οι δανειολήπτες για να προστατευθούν έναντι μελλοντικών ανατιμήσεων του ελβετικού φράγκου, σημειώνει η απόφαση του εφετείου από τότε που άρχισε η ενίσχυση του νομίσματος.
Σταθμίζοντας τα συμφέροντα των μερών το εφετείο αποφαίνεται ότι η επιβάρυνση των δανειοληπτών που προέκυψε λόγω της ανατίμησης του ελβετικού φράγκου δεν μπορεί να αποτελέσει το αποφασιστικό κριτήριο για την επέμβαση του δικαστηρίου και την αναπροσαρμογή της δόσης με βάση την ισοτιμία του χρόνου εκταμίευσης του δανείου, επιλογή που θα εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα συμφέροντα των δανειοληπτών. Το δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη του και τα θεμιτά συμφέροντα της τράπεζας, η οποία έχει δανεισθεί τα ελβετικά φράγκα για να τα χορηγήσει στον δανειολήπτη από τη διατραπεζική αγορά. Και η ίδια διατρέχει συναλλαγματικό κίνδυνο και υφίσταται ζημία.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη φύση των συγκεκριμένων προϊόντων, τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο δεν είναι επενδυτικά προϊόντα, καθώς ο δανειολήπτης δεν επενδύει κεφάλαιο, αλλά δανείζεται ένα ποσό για να χρηματοδοτήσει κάποια αγορά.
πηγή : Έντυπη Καθημερινή