Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Άδωνις Γεωργιάδης, συναντήθηκε σήμερα, Τρίτη 5 Νοεμβρίου, με τον Υπουργό Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα, τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κ. Φώτη Κουρμούση και τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, κ. Δημήτρη Βερβεσό αναφορικά με τις τροποποιήσεις στον νόμο για την προστασία της α' κατοικίας.
Μετά τη συνάντηση, ο κ. Γεωργιάδης έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Συναντηθήκαμε με τον Υπουργό Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα και τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, κ. Δημήτρη Βερβεσό, διότι στην τροποποίηση του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας, συμφωνήσαμε με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, εφόσον ο αιτούμενος προστασίας δανειολήπτης κάνει χρήση δικηγόρου, οι τράπεζες να χρηματοδοτούν τον δικηγόρο έτσι ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία και να εξασφαλίσει ο δανειολήπτης την προστασία της κατοικίας του».
Δείτε αναλυτικά τις βελτιώσεις στο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε προς ψήφιση εδώ.
Βελτιώσεις στο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας - Upd
Το Υπουργείο Οικονομικών θεσμοθετεί βελτιώσεις στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας με σκοπό τη διευκόλυνση των οφειλετών, έτσι ώστε περισσότεροι δικαιούχοι να μπορούν να ενταχτούν στις προστατευτικές ρυθμίσεις του νόμου. Οι αλλαγές αφορούν τόσο σε νέες αιτήσεις που θα υποβληθούν όσο και σε αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί.
Αναλυτικότερα, επιτρέπεται πλέον να υποβάλουν αίτηση για να προστατέψουν την κύρια κατοικία τους και όσοι διαμένουν σε μισθωμένο ή παραχωρημένο ακίνητο, εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία βρίσκεται η κύρια κατοικία τους. Αφορά κυρίως σε όσους διαμένουν σε άλλη πόλη λόγω της εργασίας τους, π.χ. σώματα ασφαλείας, γιατροί, εκπαιδευτικοί κλπ.
Σε περιπτώσεις που υπάρχουν περισσότεροι του ενός ιδιοκτήτες, δίνεται η δυνατότητα προστασίας ολόκληρης της κατοικίας, με αίτηση μόνο του ενός συνιδιοκτήτη. Διευκολύνονται έτσι, συγγενείς, διαζευγμένα ζευγάρια κλπ.
Ακόμη, ρυθμίζεται η διαδικασία υποβολής αιτήσεων για οφειλέτες που βρίσκονται αποδεδειγμένα σε διάσταση, κατά τρόπο ώστε να μην χρειάζεται πλέον η συνυπογραφή της αίτησης από το έτερο εν διαστάσει μέλος.
Περαιτέρω, δικαιούνται της κρατικής επιδότησης όλοι οι συνιδιοκτήτες που αιτούνται της προστασίας της κύριας κατοικίας.
Για πρώτη φορά μάλιστα, παρέχεται η δυνατότητα να συμμετέχει εγγυητής μικρότερης ηλικίας σε περιπτώσεις ηλικιωμένων οφειλετών, οι οποίοι δεν μπορούσαν να ωφεληθούν από τη ρύθμιση των δόσεων σε βάθος 25-ετίας.
Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα στους οφειλέτες που έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο από εταιρείες παροχής πιστώσεων (ανώνυμες εταιρείες που νόμιμα παρέχουν δάνεια) να ρυθμίζουν τις οφειλές τους και να προστατεύουν την κύρια κατοικία τους μέσω της πλατφόρμας.
Τέλος, εάν χρειαστεί κάποια αίτηση να επανυποβληθεί λόγω ελλείψεων ή σφαλμάτων, διατηρείται η προστασία της κύριας κατοικίας κατά το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την επανυποβολή.
Upd- Με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Κύρωση α) της από 25.09.2019 Π.Ν.Π. "Επείγουσα ρύθμιση για την απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης του φόρου διαμονής" (Α' 142), β) της από 30.09.2019 ΙΙ.Ν.Π. "Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών, Οικονομικών και Υγείας" (Α' 145), γ) της από 04.10.2019 Π.Ν.Π. "Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας" (Α' 150) και άλλες διατάξεις», που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων και συγκεκριμένα με το άρθρο 6 τροποποιούνται - συμπληρώνονται διατάξεις του Ν.4605/2019, για την προστασία της κύριας κατοικίας των φυσικών προσώπων. Αναλυτικά με το εν λόγω άρθρο μεταξύ άλλων:
α. Διευρύνονται/νεται :
οι κατηγορίες αιτούντων για υπαγωγή στη ρύθμιση οφειλών προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλών από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.), για την προστασία της κύριας κατοικίας και στους διαμένοντες προσωρινά για επαγγελματικούς λόγους, σε μισθωμένο ή παραχωρημένο ακίνητο εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία ευρίσκεται η κύρια κατοικία τους, η έννοια των πιστωτών που κατέχουν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθμισης, ώστε να καθίσταται πλέον δυνατή και η ρύθμιση οφειλών φυσικών προσώπων από στεγαστικό δάνειο προς εταιρίες παροχής πιστώσεων.
β. Ορίζεται, ότι σε περίπτωση:
μη συνυποβολής της αίτησης και από τους λοιπούς έχοντες ιδανικό μερίδιο επί της κατοικίας, για τον προσδιορισμό του καταβλητέου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα ποσού, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της αξίας της προστατευόμενης κατοικίας και εφόσον επιτευχθεί συναινετική ή δικαστική ρύθμιση από τον αιτούντα, δεν επιτρέπεται σε οποιοδήποτε πιστωτή του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επί αυτής, η εγγραφή υποθήκης ή η τροπή προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη, για το σύνολο της προστατευόμενης κατοικίας, περιέλευσης στην αίτηση του οφειλέτη (τόσο για τον έλεγχο προελεξιμότητας όσο και για τη διαδικασία συναινετικής ρύθμισης) δήλωσης ότι για τη σύνταξής της συνέπραξε πληρεξούσιος δικηγόρος και δηλώσει τα στοιχεία αυτού τότε εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη και καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθμιση δανείου, που ο επιτοκιακός δείκτης βάσει του οποίου καθορίζεται το επιτόκιο των τοκοχρεωλιτικών δόσεων αποπληρωμής των οφειλών είναι αρνητικός, το επιτόκιο της ρύθμισης ισούται με μηδέν, ταυτόχρονης ρύθμισης οφειλών συγκυρίων που είναι και συνοφειλέτες στην ίδια οφειλή, δύναται να προτείνεται ρύθμιση μικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας, έτσι ώστε να ισούται με το συνολικό ποσό της οφειλής.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου με τις διατάξεις του άρθρου 6, επέρχονται εντοπισμένες τροποποιήσεις στον v. 4605/2019 (Α' 52), επί σκοπώ βελτίωσης της παρεχόμενης από τον ανωτέρω νόμο έννομης προστασίας και απλούστευσης της διαδικασίας υποβολής της αίτησης.
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση πρακτικών δυσχερειών που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του οικείου νομοθετικού πλαισίου και την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας δικαίου. Παράλληλα, σκοπείται η βέλτιστη αξιοποίηση των παρεχόμενων στα υποκείμενα του νόμου αυτού δυνατοτήτων και δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα:
Με την παράγραφο 1 ρυθμίζεται η προστασία της κύριας κατοικίας των φυσικών προσώπων, οι οποίαι διαμένουν προσωρινά εκτός της Περιφερειακής Ενότητας, που ευρίσκεται η κύρια κατοικία τους, για επαγγελματικούς λόγους.
Με την παράγραφο 2 διευρύνεται η έννοια των πιστωτών που κατέχουν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθμισης μέσω του ν. 4605/2019, ώστε να καθίσταται πλέον δυνατή και η ρύθμιση δανείων προς εταιρίες παροχής πιστώσεων.
Με την παράγραφο 3 αντιμετωπίζεται το ζήτημα της προστασίας του συνόλου της κατοικίας, σε περίπτωση που αυτή ανήκει σε περισσότερα πρόσωπα. Εν προκειμένω, ορίζεται, ότι εάν η κύρια κατοικία ανήκει σε περισσότερους συγκυρίους, και αυτοί πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμοτητας, η ρύθμιση θα είναι ανάλογη με το ποσοστό που κατέχει ο καθένας. Ωστόσο, εάν ένας εκ των συγκυρίων δεν υποβάλλει αίτηση -είτε γιατί δεν είναι επιλέξιμος είτε για οποιαδήποτε άλλη αιτία- ο αιτών και πάλι θα δύναται να προστατεύσει το σύνολο της κύριας κατοικίας, λαμβάνοντας ρύθμιση επί του συνόλου αυτής. Περαιτέρω, με την ολοκλήρωση της ρύθμισης, αποκτά δικαίωμα αναγωγής κατά του συγκυρίου που δεν κατέθεσε αίτηση.
Με την παράγραφο 4, προβλέπεται η δυνατότητα συνυποβολής της αίτησης από όλους τους συγκυρίους, προκειμένου να ενταχθούν σε ρύθμιση ανάλογα με το ποσοστό που κατέχει ο καθένας, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζεται και το ζήτημα της μη υποβολής αίτησης ενός ή περισσοτέρων συγκυρίων.
Με την παράγραφο 5 θεσπίζεται συγκεκριμένη προθεσμία, εντός της οποίας μπορεί να ζητήσει ο πιστωτής από τον οφειλέτη να διαγράψει και να επανυποβάλλει την αίτηση, προκειμένου να λάβουν χώρα διορθώσεις σφαλμάτων ή ελλείψεων. Επίσης, στην περίπτωση διαγραφής και επανυποβολής, ορίζεται ρητώς, ότι κατά το μεσοδιάστημα εξακολουθεί να η αναστολή πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας.
Με τις παραγράφους 6 (υποπερ. θ), 7 και 8, καθορίζεται η διαδικασία για την εξεύρεση κοινώς αποδεκτού εγγυητή για την υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον ο ίδιος ο αιτών επιλέξει να συμβληθεί και τρίτο πρόσωπο, ως εγγυητής, στην σχετική διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει ο αιτών να δηλώσει τα στοιχεία του εγγυητή, προκειμένου να ανακτηθούν και γι' αυτόν, κατόπιν της ρητής συναινέσεώς του, από τη βάση δεδομένων της φορολογικής διοίκησης, τα οικονομικά στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγησή του.
Επιπλέον, με την παράγραφο 7, ρυθμίζεται η προστασία της κύριας κατοικίας επί συζύγων που έχουν διακόψει την έγγαμη συμβίωση, χωρίς να έχει ακόμα λυθεί ο γάμος τους, μέσω της δυνατότητας εντάξεως στη ρύθμιση, ακόμα κι αν δεν συνυπογράψει την αίτηση ένας εκ των δύο συζύγων.
Με την παράγραφο 6 (υποπερ. η) καθιερώνεται η ενδεχόμενη συνδρομή του πληρεξούσιου δικηγόρου στην υποβολή της αίτησης, ανεξαρτήτως εάν προσυπογράφει την εν λόγω αίτηση ή όχι.
Στην παράγραφο 9 ορίζεται η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου. Εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος, ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής ύψους εκατόν είκοσι (120) ευρώ, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη επί της προς διάσωση κύριας κατοικίας, έναντι νόμιμου παραστατικού, ενώ στην παράγραφο 13 ορίζεται ότι, εάν ο αιτών έχει δηλώσει στην αίτησή του ότι στη διαδικασία έχει συμπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος, και επιτευχθεί ρύθμιση, η πιστώτρια Τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη προκαταβάλλει ως ελάχιστη δικηγορική αμοιβή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος το ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η αμοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπα του προς ρύθμιση δανείου.
Με την παράγραφο 10, αντιμετωπίζεται το ζήτημα της προώθησης της αίτησης του συνόλου των συγκυρίων στους πιστωτές για τη χορήγηση ρύθμισης.
Με την παράγραφο 11, παρατείνεται η προθεσμία υποβολής πρότασης ρύθμισης εκ μέρους του πιστωτή από έναν (1) σε δύο (2) μήνες, σε περίπτωση συνυποβολής της αίτησης από συγκυρίους, λόγω της αναγκαιότητας περαιτέρω επεξεργασίας της αίτησης. Παράλληλα, ρυθμίζονται και αποσαφηνίζονται οι έννομες συνέπειες επί αποδοχής της σύμβασης εκ μέρους εγγυητή. Σε περίπτωση που συμβάλλεται και εγγυητής, προκειμένου να παρασχεθεί ρύθμιση με χρονικό όριο αποπληρωμής τα 25 έτη, θα πρέπει είτε ο αιτών είτε ο εγγυητής, κατά το πέρας της 25 ετίας, να μην υπερβαίνει το 800 έτος της ηλικίας του.
Με την παράγραφο 12, ορίζεται ότι και ο εγγυητής, εφόσον συμβάλλεται τέτοιος, οφείλει να αποδεχθεί την πρόταση και ότι η αποδοχή του τεκμαίρεται και ως υπογραφή της σύμβασης ρύθμισης.
Με την παράγραφο 14, αντιμετωπίζεται το ζήτημα του αρνητικού επιτοκίου euribor και διατυπώνεται ρητώς ότι, στην περίπτωση αυτή, το επιτόκιο της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από μηδέν.
Με την παράγραφο 15, προβλέπεται ότι η συνεισφορά του Δημοσίου θα μπορεί να εγκριθεί και σε περιπτώσεις που η προσφερόμενη ρύθμιση δεν αντιστοιχεί στο εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) επί της αξίας της κύριας κατοικίας, επειδή υφίστανται πλείονες συγκύριοι και συνοφειλέτες επί της ιδίας οφειλής. Στην περίπτωση αυτή, δύναται να προτείνεται ρύθμιση μικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας για ιο έκαστο εκ των συγκυρίων και συνοφειλετών, έτσι ώστε να ισούται με το συνολικό ποσό της οφειλής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου