Γ. Στουρνάρας: Κίνδυνος εάν καθυστερήσει η γ' αξιολόγηση
Οι θετικές ενδείξεις από την αύξηση του ΑΕΠ το α' εξάμηνο του 2017, δεν δικαιολογούν επανάπαυση και χαλάρωση των προσπαθειών. Ο μεγαλύτερος και αμεσότερος κίνδυνος είναι να καθυστερήσει η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, δήλωσε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας σε εκδήλωση του Ελληνοβρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου για τις προοπτικές και τις προκλήσεις της ελληνικής Οικονομίας.
Ο διοικητής της ΤτΕ τόνισε ότι υπάρχει ακόμη δρόμος ώστε να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για την περίοδο 2017-2019. Για τις τράπεζες που βρέθηκαν τελευταίως στο μάτι του κυκλώνα, ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι ουδεμία ανησυχία δικαιολογείται για την πορεία τους.
Ο διοικητής της ΤτΕ στάθηκε ιδιαιτέρως στην ενίσχυση ενός φιλικού κλίματος προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη, λέγοντας ότι πρέπει να αλλάξει το μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, με περισσότερη έμφαση στην περικοπή μη παραγωγικών δαπανών και να αρθούν αποφασιστικά και οριστικά τα εμπόδια που ανακύπτουν από μικρά ή μεγάλα οργανωμένα συμφέροντα και συντεχνίες, που επιβαρύνουν το επιχειρηματικό κλίμα και δυσχεραίνουν την υλοποίηση επενδύσεων και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, ακόμη και αυτών που έχουν ήδη εγκριθεί. "Αν δεν αντιμετωπιστούν αυτά τα εμπόδια, που στην πράξη αποθαρρύνουν τις επενδύσεις, τότε οι προοπτικές δυναμικής ανόδου της οικονομίας και μεταστροφής της προς ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο μπορεί να μην επιβεβαιωθούν", προειδοποίησε.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε και στην αύξηση των εσόδων μέσω της διατήρησης των υφιστάμενων υψηλών φορολογικών συντελεστών, τονίζοντας ότι αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη, και εν τέλει δύναται να επιδράσει αρνητικά στα δημόσια οικονομικά και τη διαχειρισιμότητα του δημόσιου χρέους. "Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές αποτρέπουν τις επενδύσεις, καθώς οι επιχειρήσεις γνωρίζουν ότι σε μόνιμη βάση ένα μέρος των κερδών τους θα πρέπει να διατίθεται στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Έξαλλου, οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές αποτελούν αντικίνητρο για εργασία, ενώ, τόσο στις περιπτώσεις των επιχειρήσεων, όσο και των νοικοκυριών, δημιουργούν κίνητρα για φοροδιαφυγή και ενίσχυση της παραοικονομίας", τόνισε. Επίσης, πρόσθεσε ότι οι υψηλοί φόροι και κοινωνικές εισφορές δημιουργούν κίνητρο για τις επιχειρήσεις να μετατοπίσουν τις δραστηριότητές τους σε ευρωπαϊκές χώρες με ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς, ενώ, αντίστοιχα, ωθούν τους νέους επιστήμονες στη μετανάστευση. Η ανεπάρκεια επενδύσεων και η απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου δρουν ανασχετικά στην αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε σταθερή ανοδική τροχιά, ωστόσο υπάρχει ακόμη δρόμος να διανυθεί για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για την περίοδο 2017-2019 και για να κερδίσει η Ελλάδα την πλήρη εμπιστοσύνη των αγορών μετά το τέλος του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018.
Ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχισθεί με μεγαλύτερη ένταση στο άμεσο μέλλον. Συνολικά, το 2017 η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,7% περίπου. Για το 2018 και το 2019 προβλέπεται ισχυροποίηση και επιτάχυνση της ανάπτυξης σε 2,4% και 2,7% αντίστοιχα, η οποία εκτιμάται ότι θα βασιστεί στην άνοδο των επενδύσεων, της κατανάλωσης και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Ωστόσο, όπως επισήμανε, οι ανωτέρω προβλέψεις βασίζονται στην παραδοχή ότι το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αποκρατικοποιήσεων θα υλοποιηθεί ομαλά και σύμφωνα με το καθορισμένο χρονοδιάγραμμα. "Για να κεφαλαιοποιηθεί η έως τώρα πρόοδος, να ενδυναμωθούν οι θετικές προοπτικές και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών για την πορεία της οικονομίας, απαιτείται η απαρέγκλιτη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος. Αυτό θα έχει σημαντικές θετικές επιδράσεις στη ρευστότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, στη μείωση της αβεβαιότητας, στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και των προσδοκιών και στη μείωση του κόστους χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου, επιτρέποντας τη διατηρήσιμη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές τον Αύγουστο του 2018, μετά το πέρας του προγράμματος", είπε ο διοικητής της ΤτΕ.
Όπως τόνισε, ο σημαντικότερος και αμεσότερος κίνδυνος είναι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης του προγράμματος, όπως έγινε στην περίπτωση της πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης. Κάτι τέτοιο θα πρέπει να αποφευχθεί, ανέφερε, καθώς θα τροφοδοτούσε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας που θα οδηγούσε σε αναστολή των επενδυτικών σχεδίων, θα υπέσκαπτε την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας και θα εξασθενούσε τις προοπτικές διατηρήσιμης πρόσβασης του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων μετά το πέρας του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Μεγάλο ζητούμενο οι επενδύσεις
Αναφερόμενος στην ελληνική Οικονομία, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι η οικονομική προσαρμογή και οι διαρθρωτικές μεταβολές των τελευταίων επτά χρόνων έχουν καταστήσει την Ελλάδα πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις και έχουν δημιουργήσει σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες. Ωστόσο, οι εγχώριες αποταμιεύσεις δεν επαρκούν για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας. Συνεπώς, το μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η επιτάχυνση των επενδύσεων. Και μόνη οδός για να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό είναι η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, με έμφαση στους πιο παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.
Αλλαγή στο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής
Η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως επανέλαβε ο κ. Στουρνάρας, έχει προτείνει την αλλαγή του μίγματος της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο, όπως είπε, μπορεί να επιτευχθεί με περισσότερη έμφαση στην περικοπή μη παραγωγικών δαπανών. Αυτό μπορεί να γίνει, για παράδειγμα, μέσω της αξιολόγησης των δομών της γενικής κυβέρνησης, του συστήματος κινητροδότησης των ποικίλων φορέων της (π.χ. των ΟΤΑ) μέσω της επανεξέτασης του τρόπου που επιχορηγούνται από την Κεντρική Διοίκηση, και δεύτερον, με την επέκταση του θεσμού των Συμπράξεων Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) σε τομείς που θεωρούνται ταμπού, όπως, π.χ., η Παιδεία, η Υγεία, η Κοινωνική Ασφάλιση. Σε συνδυασμό με μια πιο αποτελεσματική διαχείριση της δημόσιας περιουσίας, κυρίως της ακίνητης, μέσω κατάλληλης νομοθεσίας για τις χρήσεις γης και με την περαιτέρω ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, και ιδιαιτέρως του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, η περαιτέρω μείωση των μη παραγωγικών δαπανών του δημόσιου τομέα θα επιτρέψει τη μείωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών, ενισχύοντας έτσι την αναπτυξιακή διαδικασία.
Εκτός από τα παραπάνω, απαιτείται η αποφασιστική και οριστική άρση των εμποδίων που ανακύπτουν από διάφορα μικρά ή μεγάλα οργανωμένα συμφέροντα και συντεχνίες, που επιβαρύνουν το επιχειρηματικό κλίμα και δυσχεραίνουν την υλοποίηση επενδύσεων και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, ακόμη και αυτών που έχουν ήδη εγκριθεί. Αν δεν αντιμετωπιστούν αυτά τα εμπόδια, που στην πράξη αποθαρρύνουν τις επενδύσεις, τότε οι προοπτικές δυναμικής ανόδου της οικονομίας και μεταστροφής της προς ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο μπορεί να μην επιβεβαιωθούν, τόνισε.
Ο διοικητής της ΤτΕ επισήμανε για μία ακόμη φορά ότι απαιτείται ακόμη μεγαλύτερη οικειοποίηση με τις ιδιωτικοποιήσεις. Με τις συνεργασίες δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, ακόμα και σε τομείς που, όπως είπε, θεωρούνται ταμπού. "Χρειαζόμαστε αρκετές ακόμα μεταρρυθμίσεις, π.χ. στην αγορά ενέργειας, στην αγορά προϊόντων, υπηρεσιών και σε ορισμένα επαγγέλματα, για να αυξηθεί η παραγωγικότητα και να μειωθεί το κόστος των προϊόντων και των υπηρεσιών για τον καταναλωτή", ανέφερε χαρακτηριστικά. Επίσης, μέτρα για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας σε όλη τη δημόσια διοίκηση, για τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης, για την ενθάρρυνση και παροχή κινήτρων για συνεργασία του ιδιωτικού τομέα με πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, προκειμένου να προωθηθεί η καινοτομία και η μετάβαση στην οικονομία της γνώσης. Και επιπλέον πλήρης σεβασμός στην ανεξαρτησία των θεσμών.
Οι τράπεζες και οι γενικότερες προκλήσεις
Αναφερόμενος στον τραπεζικό τομέα και στην προτεραιότητα της αντιμετώπισης του μεγάλου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ιδιαίτερα, του προβλήματος των λεγόμενων στρατηγικών κακοπληρωτών, ο διοικητής της ΤτΕ είπε ότι πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες των τραπεζών ώστε να επιταχυνθεί ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, δεδομένου ότι οι στόχοι για το 2018 και το 2019 είναι πιο φιλόδοξοι από τους φετινούς. Γενικώς, οι τράπεζες έχουν πετύχει σημαντικές βελτιώσεις τόσο στην εταιρική διακυβέρνηση όσο και στους δείκτες ρευστότητας και φερεγγυότητας τα τελευταία χρόνια, και ουδεμία απολύτως ανησυχία δικαιολογείται για την πορεία τους, τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ.
Πέρα από την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στις μακροπρόθεσμες προκλήσεις για την πορεία της ελληνικής Οικονομίας, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε την υψηλή ανεργία, τη μειωμένη κατανάλωση των νοικοκυριών που είναι πιθανόν να εξασθενίσει ή να παραμείνει αναιμική επί μακρό χρονικό διάστημα εξαιτίας της φορολογικής επιβάρυνσης μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών σε συνδυασμό με την μείωση των κοινωνικών παροχών, τα χαμηλά επίπεδα των επενδύσεων και το δημόσιο χρέος που παραμένει υψηλό. Όπως είπε, είναι απαραίτητο να αναληφθούν συγκεκριμένες δράσεις για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς και για μια πιο ρεαλιστική αναπροσαρμογή των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου