«Μαξιλάρι» 608 εκατ. ευρώ στο πρωτογενές πλεόνασμα
Α' τρίμηνο 2018: Στο 1,074 δισ. ευρώ έναντι 466 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι - Αυξημένα τα έσοδα αλλά και οι δαπάνες
Σάββατο, 21 Ιουλίου 2018 14:58
UPD:15:00
REUTERS/YANNIS BEHRAKIS
Από την έντυπη έκδοση
Με πρωτογενές πλεόνασμα 1,074 δισ. ευρώ έκλεισε το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς. Το ποσό αυτό, υπολογισμένο με βάση τον ορισμό της Ελληνικής Στατιστικής, δείχνει ότι η χρονιά ξεκίνησε καλύτερα συγκριτικά με το 2017, έτος κατά το οποίο το πρωτογενές πλεόνασμα εκτινάχθηκε στα 7 δισ. ευρώ. Στο πρώτο τρίμηνο του 2017 το πρωτογενές πλεόνασμα είχε διαμορφωθεί στα 466 εκατ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι η χρονιά ξεκινάει με ένα «μαξιλάρι» το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει υπερπλεόνασμα και κατά την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού.
Όπως προκύπτει και από το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής, το 2017, το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ διαμορφώθηκε στα 7,081 δισ. ευρώ (σ.σ.: όπως προκύπτει και από την ανάλυση της ΕΛΣΤΑΤ, τα 466 εκατ. ευρώ προέκυψαν στο πρώτο τρίμηνο, το 1,654 δισ. ευρώ στο β’ τρίμηνο, τα 3,881 δισ. ευρώ στο τρίτο τρίμηνο και το 1,079 δισ. ευρώ στο τέταρτο και τελευταίο τρίμηνο). Για το 2018 ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, πάντοτε με βάση τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ, έχει κατέβει ελαφρά συγκριτικά με το 2017, στα 6,869 δισ. ευρώ. Επομένως, ήδη από το πρώτο τρίμηνο φαίνεται να δημιουργείται ένα «μαξιλάρι» της τάξεως των 608 εκατ. ευρώ (σ.σ.: είναι η διαφορά ανάμεσα στο 1,074 δισ. ευρώ και στα 466 εκατ. ευρώ του α’ τριμήνου του 2017). Η παραγωγή υπερπλεονάσματος αποτελεί βασικό στόχο της κυβέρνησης και για τη φετινή χρονιά, καθώς θα επιτρέψει τη διανομή έκτακτου μερίσματος και φέτος.
Συγκριτικά με το α’ τρίμηνο του 2017, καταγράφεται αύξηση και στα έσοδα αλλά και στις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης. Η αύξηση των εσόδων ήταν μεγαλύτερη και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο προέκυψε και η διαφορά στο πρωτογενές αποτέλεσμα. Ειδικότερα:
Τα έσοδα
Τα έσοδα γενικής κυβέρνησης κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018 ανήλθαν στα 19,044 δισ. ευρώ έναντι 18,098 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές αυξήθηκαν στα 6,47 δισ. ευρώ από 5,829 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ οι φόροι στο εισόδημα και στην περιουσία αυξήθηκαν επίσης στα 3,629 δισ. ευρώ από 3,383 δισ. ευρώ πέρυσι. Ελαφρά μειωμένες εμφανίζονται μόνο οι εισπράξεις από τις κοινωνικές εισφορές οι οποίες και ανήλθαν στα 6,522 δισ. ευρώ έναντι 6,536 δισ. ευρώ πέρυσι.
Οι δαπάνες
Οι δαπάνες ανήλθαν στα 19,466 δισ. ευρώ έναντι 19,101 δισ. ευρώ πέρυσι. Οι πρωτογενείς δαπάνες αυξήθηκαν στα 17,97 δισ. ευρώ έναντι 17,632 δισ. ευρώ πέρυσι, με κυριότερο λόγο αύξησης τη δαπάνη για τις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας οι οποίες και ανήλθαν στα 5,328 δισ. ευρώ έναντι 5,184 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Αυξημένο είναι και το κονδύλι των κοινωνικών παροχών το οποίο και έφτασε στα 9,235 δισ. ευρώ έναντι 9,129 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017.
Μνημονιακός ορισμός
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μνημονιακός ορισμός του πρωτογενούς πλεονάσματος δεν ταυτίζεται με αυτόν της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της Eurostat (ESA 2010). To 2017 το πρωτογενές πλεόνασμα, με βάση τον μνημονιακό ορισμό, ήταν 7,531 δισ. ευρώ έναντι 7,081 δισ. ευρώ που ήταν το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ. Δηλαδή, το 2017 οι προσαρμογές που προβλέπονται με βάση τον μνημονιακό ορισμό λειτούργησαν θετικά.
Από την άλλη, για το 2018 το μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 6,51 δισ. ευρώ, δηλαδή χαμηλότερα σε σχέση με τα 6,869 δισ. ευρώ που προκύπτουν με βάση τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ ως πρόβλεψη της φετινής χρονιάς. Σε κάθε περίπτωση, κριτήριο για το αν υπάρχει ή όχι υπερπλεόνασμα είναι το ποσό που προκύπτει με βάση τον μνημονιακό ορισμό.
Από την άλλη, για το 2018 το μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 6,51 δισ. ευρώ, δηλαδή χαμηλότερα σε σχέση με τα 6,869 δισ. ευρώ που προκύπτουν με βάση τον ορισμό της ΕΛΣΤΑΤ ως πρόβλεψη της φετινής χρονιάς. Σε κάθε περίπτωση, κριτήριο για το αν υπάρχει ή όχι υπερπλεόνασμα είναι το ποσό που προκύπτει με βάση τον μνημονιακό ορισμό.
Οι διαφορές
Οι λόγοι για τους οποίους μπορούν να προκύψουν διαφορές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ με βάση τους δύο ορισμούς είναι οι εξής:
1 Η διαφορετική αντιμετώπιση των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων.
2 Οι δαπάνες σχετικά με τις συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
3 Τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων. Αυτό το τελευταίο οικονομικό μέγεθος είναι που αναμένεται να βαρύνει περισσότερο στην τελική διαμόρφωση του φετινού πρωτογενούς πλεονάσματος, δεδομένου ότι είναι προγραμματισμένη η εκταμίευση της πρώτης υποδόσης των 600 εκατ. ευρώ από τα κέρδη που συμφωνήθηκαν να επιστραφούν στην Ελλάδα στο Eurogroup του Ιουνίου.
1 Η διαφορετική αντιμετώπιση των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων.
2 Οι δαπάνες σχετικά με τις συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
3 Τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων. Αυτό το τελευταίο οικονομικό μέγεθος είναι που αναμένεται να βαρύνει περισσότερο στην τελική διαμόρφωση του φετινού πρωτογενούς πλεονάσματος, δεδομένου ότι είναι προγραμματισμένη η εκταμίευση της πρώτης υποδόσης των 600 εκατ. ευρώ από τα κέρδη που συμφωνήθηκαν να επιστραφούν στην Ελλάδα στο Eurogroup του Ιουνίου.
Το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης ήταν αρνητικό κατά τη διάρκεια του α’ τριμήνου, με το σχετικό ποσό να διαμορφώνεται στα 422 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο και η συγκεκριμένη επίδοση ήταν βελτιωμένη σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2017 καθώς στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2017 το έλλειμμα έφτασε στο 1,003 δισ. ευρώ. Ο στόχος για το 2018 είναι να υπάρξει πλεόνασμα 661 εκατ. ευρώ στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης έναντι πλεονάσματος 1,455 δισ. ευρώ που ήταν το αντίστοιχο μέγεθος στο πρώτο τρίμηνο του 2017.
Στα 322,568 δισ. το χρέος
Με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η ονομαστική αξία του χρέους κατά το α’ τρίμηνο του 2018 έφτασε στα 322,568 δισ. ευρώ, περίπου 12 δισ. ευρώ παραπάνω σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2017. Τα μακροπρόθεσμα δάνεια ανέρχονται στα 259,777 δισ. ευρώ έναντι 247,668 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Τα μακροπρόθεσμα χρεόγραφα περιορίστηκαν στα 43,479 δισ. ευρώ από 46,579 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017, ενώ τα βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα αυξήθηκαν στα 43,479 δισ. ευρώ έναντι 46,579 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου