Ο εξωδικαστικός περιορίστηκε σε ρύθμιση χρεών προς το Δημόσιο
Σε «κρατική» υπόθεση εξελίσσεται η ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, που, σε αντίθεση με τις αρχικές προσδοκίες, αποτελεί κυρίως εργαλείο για ρυθμίσεις χρεών προς το Δημόσιο και λιγότερο προς τις τράπεζες.
Αυτό αποκαλύπτουν τα στοιχεία που δημοσιεύει η «Κ», με βάση τα οποία το ύψος των χρεών που έχουν επιχειρήσεις προς τράπεζες και για τα οποία έχουν αιτηθεί τη ρύθμισή τους, μόλις και μετά βίας φθάνουν το 1 δισ. ευρώ και μάλιστα αυτά που έχουν επιτυχώς ρυθμιστεί μόλις που ξεπερνούν τα 46 εκατ. ευρώ. Αντίθετα, πολλαπλάσιες είναι οι αιτήσεις που έχουν απορριφθεί, με βασικότερη αιτία μεταξύ αυτών να είναι η έλλειψη επαρκούς ικανότητας αποπληρωμής από την πλευρά του οφειλέτη.
Συγκεκριμένα, από το σύνολο των 2.920 αιτήσεων που έχουν υποβληθεί από επιχειρήσεις έως τις αρχές Μαρτίου, μόλις οι 736 αφορούν χρέη προς τις τράπεζες. Το ύψος των χρεών για τα οποία έχει γίνει αίτηση ρύθμισης ανέρχεται στα 927,2 εκατ. ευρώ και αυτά που έχουν ρυθμιστεί περιορίζονται σε μόλις 46,1 εκατ. ευρώ και αφορούν 97 αιτήσεις. Αντίθετα, 163 αιτήσεις που αφορούν χρέη 252 εκατ. ευρώ έχουν απορριφθεί, ενώ σε διαδικασία διαπραγμάτευσης βρίσκονται ακόμη 476 αιτήσεις για οφειλές 629,1 εκατ. ευρώ.
Η αποτελεσματικότητα που έχει το εργαλείο του εξωδικαστικού μηχανισμού για την επίλυση του προβλήματος των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων αποδεικνύεται εξαιρετικά περιορισμένη, παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των επιχειρήσεων που διερευνούν την πιθανότητα ένταξης, όπως δείχνουν τα στοιχεία, προσεγγίζει τις 40.000. Αρκετοί μάλιστα είναι αυτοί που κάνουν λόγο για αποτυχία του θεσμού, με δεδομένο τον χρόνο που δαπανήθηκε για διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, αλλά και την προσπάθεια που ακολούθησε για τη λειτουργία της πλατφόρμας.
Πηγές με γνώση του θέματος υποστηρίζουν μάλιστα ότι ακόμη και από τις επιχειρήσεις που καταφέρνουν τελικώς να έρθουν σε συμφωνία με την τράπεζα και να ρυθμίσουν την οφειλή τους, αρκετές είναι αυτές που δεν καταφέρνουν να τηρήσουν τη συμφωνία, είτε γιατί αυτή αποδεικνύεται αισιόδοξη σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες της επιχείρησης είτε γιατί, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι δεν θα τα καταφέρουν, συναινούν στη ρύθμιση, σε μια προσπάθεια να πετύχουν την προστασία και να κερδίσουν χρόνο, αποφεύγοντας τα αναγκαστικά μέτρα. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός εξαντλεί έτσι την αποτελεσματικότητά του από τις επιχειρήσεις και κυρίως τους ελεύθερους επαγγελματίες που έχουν χρέη προς την εφορία ή τα ασφαλιστικά ταμεία, κάνοντας χρήση της δυνατότητας να διακανονίσουν τις οφειλές τους σε 120 δόσεις.
Ανυποχώρητοι οι θεσμοί για την πρώτη κατοικία
Στο σημείο μηδέν παραμένουν οι διαπραγματεύσεις για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, καθώς κανένα από τα κριτήρια που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών δεν έχει γίνει αποδεκτό από τους θεσμούς. Αυτό προκύπτει από το πολυσέλιδο κείμενο παρατηρήσεων που έστειλαν αργά το απόγευμα της Παρασκευής, μέσω του οποίου οι θεσμοί επανέφεραν το σύνολο των αντιρρήσεων που είχαν διατυπώσει μέχρι σήμερα στις διαδοχικές συναντήσεις και τηλεδιασκέψεις του τελευταίου δεκαπενθημέρου.
Οι εκπρόσωποι της Κομισιόν και της ΕΚΤ αμφισβητούν τον πυρήνα του νέου πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας και επιμένουν στην άποψη ότι η ρύθμιση δεν βοηθάει στη δημιουργία κουλτούρας πληρωμών και υποθάλπει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Σύμφωνα με πληροφορίες, υπό αμφισβήτηση είναι:
• Η ένταξη των επιχειρηματικών χρεών που έχουν προσημείωση την πρώτη κατοικία. Οι θεσμοί θεωρούν ότι διευρύνει την περίμετρο των οφειλών που μπορούν να ρυθμιστούν, ενώ από την πλευρά της η κυβέρνηση προτάσσει ως επιχείρημα το γεγονός ότι στην Κύπρο αποδέχθηκαν την ένταξή τους σε αντίστοιχο πλαίσιο προστασίας που προέβλεπε και επιδότηση του Δημοσίου.
• Η αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται, δηλαδή οι 250.000 ευρώ, με τους θεσμούς να ζητούν τη μείωση του ορίου στις 150.000 ευρώ.
• Ο χρόνος που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες οι οφειλές, δηλαδή η 31η Δεκεμβρίου του 2018, με τους θεσμούς να ζητούν η χρονική διάρκεια να μην ξεπερνά την 1η Οκτωβρίου του 2018.
• Το όριο για την ακίνητη περιουσία που μπορεί να έχει ο δανειολήπτης και το οποίο με βάση την αρχική κυβερνητική πρόταση ήταν οι 260.000 ευρώ και το όριο των 65.000 ευρώ που είχε οριστεί για τις καταθέσεις. Να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να έρθει σε συμβιβασμό, φέρεται να συναίνεσε στην περικοπή στο μισό των ορίων για την ακίνητη και την κινητή περιουσία που μπορεί να διαθέτει ο οφειλέτης, μείωση ωστόσο που δεν κρίθηκε ικανοποιητική, με τους θεσμούς να ζητούν η αξία της ακίνητης περιουσίας να μην ξεπερνά τις 100.000 ευρώ και το όριο των καταθέσεων τις 5.000 ευρώ.
•Η χρονική διάρκεια που θα λειτουργήσει η πλατφόρμα και η οποία, σύμφωνα με τους θεσμούς, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Σύμφωνα με την άποψη των θεσμών, το νέο πλαίσιο έτσι όπως το έχει προτείνει η κυβέρνηση προστατεύει όχι μόνον αδύναμες κατηγορίες δανειοληπτών, αλλά και μεσαίες κατηγορίες. Το ξήλωμα πάντως του πουλόβερ για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας έχει, σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, πολιτική σκοπιμότητα. Ορισμένοι διαβλέπουν την πρόθεση για καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, παραπέμποντας στη στάση που είχαν κρατήσει οι θεσμοί στην κυβέρνηση Σαμαρά όταν αυτή ήταν σε αποδρομή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου