ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΟΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ
ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΟΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ Ο.Δ.Δ.Η.Χ., Γ.Λ.Κ.
ΚΑΙ ΔΙΑΔΗΜΟΤΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ
Άρθρο 27
Ρυθμίσεις για τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ.
1. α) Στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) συνιστάται Διεύθυνση Δημόσιου Χρέους, στην οποία μεταφέρονται οι αρμοδιότητες της Δ23- Διεύθυνσης Δημοσίου Χρέους του Γ.Λ. Κράτους. Η συνιστώμενη με το παρόν Διεύθυνση διαρθρώνεται στα κατωτέρω Τμήματα: i) Τμήμα Α΄ Συμβατικό, ii) Τμήμα Β΄- Προϋπολογισμού και Εξυπηρέτησης Δημοσίου Χρέους, iii) Τμήμα Γ΄- Τίτλων και iv) Τμήμα Δ΄- Λογιστικό και οι αρμοδιότητές της ασκούνται από τα Τμήματα σύμφωνα με την κατανομή της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του π.δ.284/88 (Α΄128 και 165).
β) Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ., κατά την άσκηση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων, ενεργεί ως εντολοδόχος στο όνομα και για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου.
2. α) Από τις υφιστάμενες αρμοδιότητες της συσταθείσας με το άρθρο 1 του π.δ. 85/1996 (Α΄69) Δ49-Διεύθυνσης Χρηματοδοτικού Προγραμματισμού και Διαχείρισης Κρατικών Διαθεσίμων του Γ.Λ. Κράτους οι αρμοδιότητες i) επί κατασχέσεων προς την Τράπεζα της Ελλάδας και τα λοιπά Πιστωτικά Ιδρύματα και ii) της διενέργειας συμψηφισμών ληξιπρόθεσμων οφειλών μεταξύ των φορέων του Δημοσίου, μεταφέρονται στη Δ24-Διεύθυνση Λογαριασμών του Δημοσίου της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού.
β) Οι λοιπές αρμοδιότητες της ως άνω Διεύθυνσης, πλην εκείνων που έχουν μεταφερθεί στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης με την αριθ.2/23686/0004/19.3.2012 (Β΄809) κ.υ.α., μεταφέρονται στη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
3. α) Για τη στελέχωση της Διεύθυνσης Δημοσίου Χρέους συνιστώνται στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. δεκαέξι (16) θέσεις κατηγορίας ΠΕ και πέντε (5) θέσεις κατηγορίας ΔΕ.
β) Οι ανωτέρω θέσεις δύναται να καλυφθούν με απόσπαση υπαλλήλων και Προϊσταμένων του Γ.Λ. Κράτους κατά προτεραιότητα εξ αυτών που έχουν υπηρετήσει στη Δ23-Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους του Γ.Λ.Κ., μετά από αίτησή τους προς τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ., σε αντίστοιχου ιεραρχικού επιπέδου θέση, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 68 παρ. 6 και 86 παρ 5 του Υπαλληλικού Κώδικα.
γ) Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του εποπτεύοντος Υπουργού, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., χωρίς γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου και χωρίς χρονικό περιορισμό, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων.
Με όμοια απόφαση, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ή μετά από αίτηση του υπαλλήλου, οι αποσπάσεις της παρούσας παραγράφου μπορούν να ανακαλούνται οποτεδήποτε και οι υπάλληλοι επιστρέφουν σε θέση αντίστοιχου ιεραρχικού επιπέδου με αυτή που κατείχαν πριν την απόσπασή τους. Αν δεν υπάρχει κενή οργανική θέση προϊσταμένου, καλύπτουν την πρώτη που θα κενωθεί.
δ) Ο χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων του Γ.Λ.Κ. που θα αποσπαστούν στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας που διανύεται στο Γ.Λ. Κράτους.
Οι αποσπώμενοι υπάλληλοι διατηρούν το βαθμολογικό, μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς του φορέα προέλευσής τους.
ε) Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. αποδίδει στους φορείς προέλευσης τις εκάστοτε οφειλόμενες αποδοχές ή απολαβές των υπαλλήλων που αποσπώνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, στον Οργανισμό.
4. Η Δ23-Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους και η Δ49-Διεύθυνση Χρηματοδοτικού Προγραμματισμού και Διαχείρισης Κρατικών Διαθεσίμων της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού του Γ.Λ.Κράτους, καταργούνται.
5. α) Στο άρθρο 3 του ν. 2628/1998 (Α΄151), προστίθεται περίπτωση ιβ) ως εξής: «ιβ) επιλέγει, τοποθετεί και παύει τους Προϊσταμένους Διεύθυνσης ή Τμήματος του Οργανισμού, επιλέγοντας μεταξύ είτε υπαλλήλων του ΟΔΔΗΧ είτε υπαλλήλων αποσπασμένων σε αυτόν».
β) Από την περίπτωση δδ) της περίπτωσης γ) της παρ.2 του άρθρου 1 του ν.2628/1998, όπως ισχύει, απαλείφεται η φράση: «διατηρουμένων των λοιπών συναφών αρμοδιοτήτων της Διεύθυνσης Χρηματοδοτικού Προγραμματισμού και Διαχείρισης Κρατικών Διαθεσίμων».
6. Οι διατάξεις του άρθρου 25 του πδ 284/1988, του άρθρου 1 του π.δ. 85/1996 (Α΄69), του άρθρου 13 παρ. 3 του ν. 2469/1997 (Α΄38) και η κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα 2925530/3356/0004/15.4.1997 κ.υ.α. (Β΄316), καταργούνται.
7. α) Οι αναγκαίες πιστώσεις για την εξυπηρέτηση και διαχείριση του Δημοσίου Χρέους (χρεολύσια - τόκοι - συναφείς δαπάνες) εγγράφονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ειδικό φορέα του Υπουργείου Οικονομικών μετά από εισήγηση του ΟΔΔΗΧ. Οι πληρωμές διενεργούνται από την αρμόδια Δ/νση των Λογαριασμών του Δημοσίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Δ24) σύμφωνα με την πρόταση του ΟΔΔΗΧ και τακτοποιούνται με την έκδοση τακτικών συμψηφιστικών χρηματικών ενταλμάτων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Με την ίδια ως άνω διαδικασία διενεργούνται και οι εγγραφές των πιστωτικών εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό.
β) Ο ΟΔΔΗΧ είναι υποχρεωμένος να συντάσσει κάθε τρίμηνο ειδική έκθεση προς τον εποπτεύοντα Υπουργό που κοινοποιείται και στη Βουλή, αναφορικά με την όλη διαχείριση του Δημοσίου Χρέους, τις προβλέψεις και εκτιμήσεις για το επόμενο τρίμηνο, καθώς και τις εξελίξεις στις εγχώριες και διεθνείς αγορές.
γ) Οι συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και οι αποσπάσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. που λήγουν εντός του έτους 2013 παρατείνονται αυτοδικαίως από τη λήξη τους μέχρι την 31.12.2014.
δ) Με απόφαση του Γενικού Διευθυντή Ο.Δ.ΔΗ.Χ. που δημοσιεύεται μόνο με ανάρτηση στο διαδικτυακό τόπο του Οργανισμού μπορεί να καθορίζεται η ώρα έναρξης του νομίμου ωραρίου του εν γένει προσωπικού του Οργανισμού. Με την απόφαση του προηγουμένου εδαφίου η σχετική ώρα μπορεί να καθορίζεται κλιμακωτά και σε κυλιόμενο πρόγραμμα ανά κατηγορία προσωπικού ή ανά οργανωτικό σχηματισμό του Οργανισμού και ανάλογα με τις μεταβαλλόμενες υπηρεσιακές ανάγκες.
8. α) Με αποφάσεις του εποπτεύοντος Υπουργού ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ή τεχνικό ζήτημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
β) Όπου στις κείμενες διατάξεις γίνεται αναφορά στη Δ23-Διεύθυνση Δημόσιου Χρέους του Γ.Λ. Κράτους νοείται η Διεύθυνση Δημόσιου Χρέους στον ΟΔΔΗΧ.
γ) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού είναι όλως ειδικές και κατισχύουν κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης που ορίζει διαφορετικά.
Άρθρο 28
Ρύθμιση θεμάτων οργάνωσης υπηρεσιών
Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και δημοσιολογιστικού δικαίου
1. α. Στις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.), όπως αυτές προβλέπονται από τις οικείες οργανικές διατάξεις [άρθρο 43 π.δ. 284/1988 (Α’ 128 και 165) και άρθρο 7 π.δ. 551/1988 (Α’ 259)] προστίθενται και οι κατωτέρω αρμοδιότητες:
i) Παραγωγή στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής (Ο.Π.Σ.Δ.Π.) ηλεκτρονικών Εντολών Μεταφοράς και Πίστωσης Λογαριασμού προς την Τράπεζα της Ελλάδος, για : αα) την εξόφληση των εκδιδόμενων χρηματικών ενταλμάτων (τακτικών και προπληρωμής) με πίστωση των τραπεζικών λογαριασμών των δικαιούχων, ββ) την απόδοση των διενεργούμενων κρατήσεων υπέρ τρίτων στους δικαιούχους (ασφαλιστικά ταμεία κ.λπ.).
ii) Μέριμνα για τη διενέργεια συμψηφισμών και απόδοση στο Δημόσιο και στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία των οφειλών των δικαιούχων, που αναγράφονται στις σχετικές βεβαιώσεις φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών.
iii) Ενημέρωση δικαιούχων και φορέων για την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων και την πληρωμή των δικαιούχων.
iv) Καταχώρηση στοιχείων και τήρηση των Μητρώων Δικαιούχων, Κατασχέσεων και Εκχωρήσεων.
β. Οι ανωτέρω αρμοδιότητες, όσον αφορά στις Υ.Δ.Ε που λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης, κατανέμονται και ασκούνται από το Τμήμα Λογιστικό, πλην της τήρησης του Μητρώου Δικαιούχων που διενεργείται από τα Τμήματα Εκκαθάρισης Δαπανών, κατά λόγο αρμοδιότητας.
2. α. Στις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, που λειτουργούν σε επίπεδο αυτοτελούς Τμήματος, συνιστώνται τα ακόλουθα Γραφεία:
(i) Εκκαθάρισης Δαπανών και
(ii) Λογιστικό.
β. Οι αρμοδιότητες των συνιστώμενων Γραφείων είναι οι αντίστοιχες των Τμημάτων Εκκαθάρισης Δαπανών και Λογιστικού των Υ.Δ.Ε., επιπέδου Διεύθυνσης.
3. α. Οι προθεσμίες αποστολής από τους Διατάκτες στις οικείες Υ.Δ.Ε., των δικαιολογητικών δαπανών προς έκδοση σχετικών χρηματικών ενταλμάτων για την πληρωμή τους, και θεώρησης των εκδιδόμενων ενταλμάτων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, στις προβλεπόμενες περιπτώσεις, καθορίζονται ως ακολούθως:
(i) Αποστολή δικαιολογητικών: Εντός τριών (3) ημερών από την πρωτοκόλληση του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου στην Υπηρεσία.
(ii) Θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων: Εντός πέντε (5) ημερών από την παραλαβή τους από την οικεία Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
β. Μη τήρηση των ανωτέρω προθεσμιών συνεπάγεται την πειθαρχική και αστική ευθύνη των αρμοδίων οργάνων κατά τις σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
4. Δαπάνες των Περιφερειών που πραγματοποιήθηκαν εντός του πρώτου τριμήνου τρέχοντος οικονομικού έτους και πριν την καταχώρηση του προϋπολογισμού τους στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Δημοσιονομικής Πολιτικής (ΟΠΣΔΠ), δύνανται να πληρωθούν κατά παρέκκλιση των κειμένων περί διάθεσης πιστώσεων και αναλήψεως υποχρεώσεων διατάξεων, σε βάρος του προϋπολογισμού του τρέχοντος ή/και του επόμενου οικονομικού έτους, τηρουμένων των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητας και κανονικότητας αυτών.
5. Η περ. 2. της Υποπαραγράφου Γ.2. της παραγράφου Γ. του ν. 4093/2012 (Α’ 222) αριθμείται ως 2.α. και προστίθεται περ. 2.β. ως εξής:
«2.β. Στην καθοριζόμενη στην παραπάνω περ.2.α. συνολική επιχορήγηση κάθε φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, μέχρι του ύψους των υφιστάμενων κατά την 31η Δεκεμβρίου 2011 ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του, δύνανται να συμπεριλαμβάνονται και ποσά για: α) Κατασχέσεις που διενεργήθηκαν μετά την 01.01.2012 σε βάρος των τραπεζικών λογαριασμών του φορέα, κατόπιν τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων και αφορούν στην εξόφληση υφιστάμενων κατά την 31η Δεκεμβρίου 2011 ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του και β) Δάνεια που έχουν συναφθεί από το φορέα, κατά το μέρος που οι πόροι των δανείων αυτών χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά και μόνο για την εξόφληση υφιστάμενων κατά την 31η Δεκεμβρίου 2011 ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων.».
Άρθρο 29
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 82 του ν.4055/2012 (Α’ 51 ) και παρ.3 του άρθρου 41 του ν.4129/2013 (Α΄ 52) η φράση «στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους» αντικαθίσταται με τη φράση «στους φορείς από τους οποίους εποπτεύονται καθώς και στους φορείς επιχορήγησης ή και χρηματοδότησης, εφόσον αυτοί δεν ταυτίζονται».
Άρθρο 30
Πρόγραμμα Εθελοντικής Διαδημοτικής Κινητικότητας
1. Επιτρέπεται η μετάταξη μονίμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων των ΟΤΑ α΄ βαθμού, της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων και του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε κενές ή συνιστώμενες, με την πράξη μετάταξης, θέσεις αντίστοιχου κλάδου ή ειδικότητας άλλων ΟΤΑ α΄ βαθμού, της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων και του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Για τη μετάταξη εκδίδεται ανακοίνωση του Υπουργείου Εσωτερικών, κατόπιν υποβολής αιτιολογημένων αιτημάτων των φορέων υποδοχής, στα οποία θα βεβαιώνεται η ύπαρξη των αναγκαίων πιστώσεων.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων προς μετάταξη, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τη διαδικασία μετάταξης.
Οι υποψήφιοι υποβάλλουν αίτηση, συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, στις Διευθύνσεις Διοικητικού των φορέων προέλευσης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την έκδοση της ανακοίνωσης.
Οι ανωτέρω Διευθύνσεις εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών συντάσσουν πίνακες συνδρομής κριτηρίων σε ειδικό λογισμικό του ΑΣΕΠ, τους οποίους αποστέλλουν στους φορείς υποδοχής και στο Α.Σ.Ε.Π.
Το Α.Σ.Ε.Π. εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, κατ΄ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ Α’28), ως ισχύει, συντάσσει Ενιαίο Πίνακα Κατάταξης και Διάθεσης, με βάση τους πίνακες συνδρομής κριτηρίων, τη μοριοδότηση και τις δηλώσεις προτίμησης των υποψηφίων, τον οποίο αποστέλλει στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Το Υπουργείο Εσωτερικών αποστέλλει αμελλητί τον πίνακα στους φορείς προέλευσης και υποδοχής.
Για την ολοκλήρωση της μετάταξης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου του φορέα προέλευσης. Η γνώμη του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου του φορέα προέλευσης αποστέλλεται εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από τη λήψη του πίνακα του προηγουμένου εδαφίου, στο φορέα υποδοχής και στον οικείο Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης του φορέα υποδοχής, με κοινοποίηση στο Υπουργείο Εσωτερικών. Εάν εντός της προθεσμίας των πέντε (5) ημερών δεν εκδοθεί σύμφωνη ή αρνητική γνώμη, τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη του φορέα προέλευσης για την ολοκλήρωση της μετάταξης.
Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο του φορέα υποδοχής, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από τη λήψη ή την κατά τεκμήριο έκδοση της σύμφωνης γνώμης του φορέα προέλευσης. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με μέριμνα του οικείου Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
2. Το προσωπικό που μετατάσσεται βάσει του παρόντος άρθρου τίθεται σε διαθεσιμότητα χρονικής διάρκειας ενός μηνός, αρχομένης από την ημερομηνία δημοσίευσης της σχετικής πράξης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η διαθεσιμότητα παύει αυτοδικαίως με την πάροδο του μηνός και προς τούτο εκδίδεται αμελλητί σχετική διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου του φορέα υποδοχής.
Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, η μισθοδοσία του προσωπικού βαρύνει το φορέα προέλευσης και μετά το πέρας της διαθεσιμότητας βαρύνει το φορέα υποδοχής.
Το προσωπικό αυτό, μετά το πέρας της ανωτέρω διαδικασίας, δεν δύναται να χαρακτηρισθεί ως πλεονάζον και να τεθεί εκ νέου, άνευ αιτήσεώς του, σε καθεστώς κινητικότητας ή διαθεσιμότητας.
3. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 74 του ν. 3584/2007 (Α’143) αναστέλλεται για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
4. Οι ανωτέρω μετατάξεις εξαιρούνται των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011 (Α’180), ως ισχύει.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν.3870/2010 (Α’ 138) δεν ισχύουν για τις μετατάξεις του παρόντος άρθρου.
6. Οι μετατάξεις του παρόντος άρθρου διενεργούνται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 31
Ρυθμίσεις σχετικά με τη Δημόσια Περιουσία
1. Στο άρθρο 11 ν.2971/2001 (Α’ 285) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής :
«3. Η διατήρηση και παραχώρηση της χρήσης των τεχνικών έργων της παραγράφου 1 στα οποία έχουν προστεθεί, ως οργανικό σύνολο, έργα για τα οποία δεν υφίσταται άδεια της αρμόδιας Αρχής, μπορεί να γίνει με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ύλην αρμόδιου Υπουργού, έναντι ανταλλάγματος, το οποίο καθορίζεται με την ίδια απόφαση, με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Υποβολή από το παραχωρησιούχο προς την οικεία Κτηματική Υπηρεσία Τεχνικού Φακέλου, θεωρημένου από την Διεύθυνση Τεχνικών Έργων της οικείας Περιφέρειας, στον οποίο περιλαμβάνεται διάγραμμα αποτύπωσης των υφιστάμενων έργων και τεχνική έκθεση για τη στατική ικανότητά και λειτουργικότητά τους.
β. Υποβολή από το παραχωρησιούχο προς την οικεία Κτηματική Υπηρεσία θεωρημένου αντιγράφου της, κατά το άρθρο 3 της υπ’αριθμ. 170545/2013 (Β’ 2425) Κοινής Υπουργικής Απόφασης, υποβληθείσας δήλωσης υπαγωγής του έργου στις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις του άρθρου 8 παρ.3 ν.4014/2011.
γ. Υποβολή από τον παραχωρησιούχο, εντός δύο μηνών από την έκδοση της πράξης παραχώρησης, αιτήματος νομιμοποίησης των μη καλυπτόμενων από άδεια έργων, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27.
Η απόφαση παραχώρησης ανακαλείται, αζημίως για το Δημόσιο, σε περίπτωση μη υπαγωγής του έργου σε καθεστώς Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων λόγω μη συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων ή μη υποβολής, εντός της τασσόμενης προθεσμίας των δύο μηνών, αίτησης νομιμοποίησης των έργων ή μη έκδοσης απόφασης νομιμοποίησης, λόγω μη συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων.»
2. Στο άρθρο 14 του ν. 2971/2001 προστίθεται παράγραφος 12 ως ακολούθως:
«12. α. Επιτρέπεται η παραχώρηση, κατά τις προηγούμενες παραγράφους, του δικαιώματος χρήσης αιγιαλού κοινόχρηστης παραλίας θαλασσίου χώρου και πυθμένα για την εκτέλεση έργων δικτύων τηλεπικοινωνιών, ενέργειας, ύδρευσης, αποχέτευσης και βιολογικών καθαρισμών, ακόμα και στην περίπτωση που στους ανωτέρω κοινόχρηστους χώρους υφίστανται έργα χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής.
β. Στην υποβαλλόμενη τεχνική μελέτη του προς κατασκευή έργου πρέπει να περιγράφεται αναλυτικά και η διαδικασία τυχόν απαιτούμενης αποκατάστασής του, στην περίπτωση που τα υφιστάμενα παράνομα έργα δεν νομιμοποιηθούν και κριθούν κατεδαφιστέα σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.».
Άρθρο 32
Ρυθμίσεις σχετικά με την εφαρμογή του ν. 4182/2013
1. Η περίπτωση δ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 4182/2013 καταργείται.
2. Το άρθρο 3 του ν. 4182/2013 αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Άρθρο 3
Αποδοχή περιουσιών υπέρ του Δημοσίου
1. Τις περιουσίες υπέρ του Δημοσίου αποδέχεται ή αποποιείται ο Υπουργός Οικονομικών. Όταν έχει προηγηθεί εκκαθάριση, η σχετική απόφαση εκδίδεται μετά την υποβολή της έκθεσης του εκκαθαριστή ή του προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. ή του προξένου, στις περιπτώσεις που η εκκαθάριση ενεργείται από τα όργανα αυτά. Περίληψη της πράξης αποδοχής ή αποποίησης, που περιλαμβάνει κατά το δυνατόν λεπτομερή και ακριβή περιγραφή των περιουσιακών στοιχείων, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πράξη αποδοχής επέχει, μετά τη δημοσίευση της, θέση κληρονομητηρίου υπέρ του Δημοσίου κατά τις διατάξεις 1956, 1962 και 1963 ΑΚ. Η μεταβίβαση των κινητών περιουσιακών στοιχείων επέρχεται αυτοδικαίως με την έκδοση της πράξης αποδοχής και των ακινήτων με τη μεταγραφή της κατ` άρθρο 1192 του Αστικού Κώδικα.
2. Το Δημόσιο δεν μπορεί να αποποιηθεί κληρονομία η οποία έχει επαχθεί σε αυτό εξ αδιαθέτου.
3. Το Δημόσιο θεωρείται ότι αποδέχεται πάντα την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής, μη περιοριζόμενο σε προθεσμία για σύνταξη απογραφής και μη στερούμενο σε καμιά περίπτωση των πλεονεκτημάτων του εξ απογραφής κληρονόμου.
4. Δωρεές εν ζωή περιουσιών που αποτελούνται αποκλειστικά από κινητά πράγματα συνιστώνται και με ιδιωτικό έγγραφο ή και χωρίς έγγραφο, αν τα κινητά αυτά παραδόθηκαν στο Δημόσιο.
5. Το Δημόσιο δεν υποχρεώνεται σε παροχή ασφαλείας για εκτέλεση τασσόμενου σε περιουσία όρου, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που απαιτείται κατά τις κείμενες διατάξεις η παροχή ασφαλείας.
6. Κληροδοσίες υπέρ κοινωφελών σκοπών που εκτελούνται από τον κληρονόμο ή κληροδόχο ή πρόσωπα άλλα εκτός από το Δημόσιο ή καταλείπονται σε κοινωφελή ιδρύματα, ανακοινώνονται από τον βεβαρημένο στο Υπουργείο Οικονομικών εντός τριών (3) μηνών από την αποδοχή της κληρονομίας και εκκαθαρίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.».
3. Στην περίπτωση γ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 4182/2013, τίθεται κόμμα μετά τη λέξη «αποκατασταθεί» και προστίθεται η φράση «καθώς και όσοι έχουν τεθεί σε αναγκαστική διαχείριση ή εκκαθάριση».
4. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 24 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για όλα τα θέματα που σχετίζονται με διαχείριση ακινήτων περιουσιών η αρμόδια αρχή μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Κτηματικής Υπηρεσίας που βρίσκεται το ακίνητο.»
5. α. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 36 του ν. 4182/2013 αντικαθίστανται από μία νέα παράγραφο ως εξής: «1. Η εκποίηση ακινήτων διενεργείται από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε. (Β’ 2779) με εφαρμογή των διατάξεων που τη διέπουν, ύστερα από εντολή του Υπουργού Οικονομικών, η δε εκμίσθωσή τους από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία εφαρμοζόμενων των διατάξεων των παραγράφων 8, 9 και 10 του άρθρου 24. Για τα θέματα ανοικοδόμησης ή ουσιώδους ανακατασκευής ακινήτων της περιουσίας εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 42.».
β. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 36 του ν.4182/2013 αναριθμούνται σε παραγράφους 2 και 3 αντίστοιχα.
6. Στην αρχή της παραγράφου 2 του άρθρου 37 οι λέξεις «Αν δεν προκύπτει το αρμόδιο Υπουργείο» αντικαθίστανται με τις λέξεις «Αν το αρμόδιο εκ του σκοπού Υπουργείο δεν δύναται να αναλάβει την υλοποίηση του έργου».
7. Στο άρθρο 38 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα χορήγησης οικονομικών βοηθημάτων και βραβείων.».
8. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 45 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν το αρμόδιο εκ του σκοπού Υπουργείο δεν δύναται να αναλάβει την υλοποίηση του έργου ισχύουν τα αναφερόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 37.».
9. Η παράγραφος 1 του άρθρου 58 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Για την εκποίηση κινητών και ακινήτων και για την εκμίσθωση ακινήτων των ιδρυμάτων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 42 του παρόντος Κώδικα.»
10. Στο τέλος του άρθρου 58 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής: «7. Για τις συμβάσεις προμηθειών και παροχής υπηρεσιών ισχύουν τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 48.».
11. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 59 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο προϋπολογισμός και ο απολογισμός των εσόδων και εξόδων των ιδρυμάτων, καθώς και ισολογισμός τους συντάσσονται με βάση τις ρυθμίσεις του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου 73.».
Άρθρο 33
Ρυθμίσεις για τις ΑΕΕΑΠ και
τροποποίηση διατάξεων του ν.3091/2002,
του ν.2065/1992 και του ν.2778/1999
1. Στο άρθρο 15 του ν.3091/2002 (Α’ 330), όπου γίνεται αναφορά στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 51Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α`), αντικαθίσταται από 1.1.2014 με αναφορά στις διατάξεις του άρθρου 65 του ν.4172/2013.
2. α. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παρ.2 του άρθρου 15 του ν 3091/2002 διαγράφονται οι λέξεις : «ή που εκμισθώνουν σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις της παρούσας περίπτωσης αποκλειστικά ως γραφεία ή αποθήκες για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών» και προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Επίσης, εταιρείες για τα ακίνητα που εκμισθώνουν σε ναυτιλιακές εταιρείες του α.ν. 89/1967 (Α’ 132) αποκλειστικά για την εγκατάσταση των γραφείων τους ή αποθηκών τους. »
β. Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει από 1η Ιανουαρίου 2010.».
3. Η περίπτωση ζ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν.3091/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ) Ασφαλιστικά ταμεία ή οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, εταιρείες συλλογικών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ), οι οποίες συνιστούν εταιρείες συλλογικών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία, καθώς και θυγατρικές αυτών εταιρείες του άρθρου 22 παρ. 3 περ. δ’ και ε’ του ν. 2778/1999, που εποπτεύονται, από αρχή της χώρας της καταστατικής τους έδρας, εκτός αυτών των οποίων η καταστατική έδρα βρίσκεται σε μη συνεργάσιμα κράτη, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για τα κράτη αυτά του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.»
4. α. Στο τέταρτο από το τέλος εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, μετά τη λέξη «κατέχουν» προστίθενται οι λέξεις «ή διαχειρίζονται» και μετά τις λέξεις «εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων» προστίθενται οι λέξεις «εταιρείες διαχείρισης και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών επί κεφαλαίων και αμοιβαίων κεφαλαίων,»
β. Στο τρίτο από το τέλος εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, όπως ισχύει, οι λέξεις «ανήκει σε» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κατέχει ή διαχειρίζεται».
5. Στο τέλος της περίπτωσης ε) της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3091/2002, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση στ’, ως εξής:
«στ) Ανώνυμες εταιρείες, με ανώνυμες ή ονομαστικές μετοχές, εφόσον το σύνολο των μετοχών τους καταλήγει σε εταιρείες, οι μετοχές των οποίων βρίσκονται σε διαπραγμάτευση σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά.»
6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 15 του ν.3091/2002, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Εξαιρούνται από την υποχρέωση της παραγράφου 1 εταιρείες που έχουν την έδρα τους, σύμφωνα με το καταστατικό τους, σε τρίτη χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συντρέχουν οι αναφερόμενες στην παράγραφο 3 υπό στοιχεία α’, β’ και γ’ περιπτώσεις, εφόσον η καταστατική τους έδρα δεν βρίσκεται σε κράτη μη συνεργάσιμα σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για τα κράτη αυτά του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.»
7. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2065/1992 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Επίσης, εξαιρούνται από την υποχρέωση αναπροσαρμογής της προηγούμενης παραγράφου και οι ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.»
8. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 31 του ν. ν. 2778/1999 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Κατά τον υπολογισμό του παραπάνω φόρου δε λαμβάνονται υπόψη τα ακίνητα που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα θυγατρικές των ΑΕΕΑΠ, εταιρείες του άρθρου 22 παρ. 3 περ. δ’ και ε’ του παρόντος νόμου, εφόσον αυτά αναγράφονται διακεκριμένα στις καταστάσεις επενδύσεων τους.»
9. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 και στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 31 του ν.2778/1999 διαγράφονται αντίστοιχα οι λέξεις «των άρθρων 12 και 54» και «των άρθρων 113 και 116».
10. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 31 του ν.2778/1999 διαγράφονται οι λέξεις «της περίπτωσης στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 31» «που κυρώθηκε με το ν.2238/1994 (Α’ 151).».
Άρθρο 34
Οργανωτικά θέματα Ε.Ε.Ε.Π.
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 16 του ν.3229/2004 (Α 38), αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών συγκροτείται από εννέα μέλη, που διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών και είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους, διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα και διαθέτουν εξειδικευμένη εμπειρία σε θέματα της αρμοδιότητας που τους ανατίθεται. Η θητεία του Προέδρου και των υπόλοιπων μελών της Ε.Ε.Ε.Π. είναι τετραετής και μπορεί να ανανεώνεται για μία μόνο φορά. Ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Ε.Π. διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η σύνθεση των μελών της Ε.Ε.Ε.Π. πλην του Προέδρου, ανανεώνεται κατά το ήμισυ ανά διετία. Με την απόφαση διορισμού της Ε.Ε.Ε.Π. που εκδίδεται για πρώτη φορά καθορίζονται τα μέλη για τα οποία η θητεία είναι διετής. Τα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π., οι σύζυγοί τους και οι συγγενείς τους α΄ και β΄ βαθμού, απαγορεύεται να είναι εταίροι, μέτοχοι, μέλη διοικητικού συμβουλίου, διαχειριστές, υπάλληλοι, τεχνικοί ή άλλοι σύμβουλοι ή μελετητές σε επιχείρηση που αναπτύσσει δραστηριότητα στον τομέα των τεχνικών-ψυχαγωγικών και τυχερών παιγνίων. Τα ανωτέρω αποτελούν κώλυμα διορισμού ή λόγο παύσης μέλους της Ε.Ε.Ε.Π.. Επίσης, τα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π. απαγορεύεται για το χρονικό διάστημα της θητείας τους και πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της να παρέχουν, με οποιονδήποτε τρόπο, υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε ελεγχόμενο από την Ε.Ε.Ε.Π. φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, παύει η θητεία των μελών της Ε.Ε.Ε.Π. που παραβαίνουν τις διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων και τους επιβάλλεται πρόστιμο, ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών που έλαβαν κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
3Α. Κατά τη διάρκεια της θητείας των μελών της Ε.Ε.Ε.Π. αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος, καθώς και η κατ’ επάγγελμα άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται, η άσκηση καθηκόντων μέλους διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι. και η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. Ο διορισμός μέλους το οποίο απουσίασε αδικαιολόγητα από τρεις διαδοχικές συνεδριάσεις της Επιτροπής ανακαλείται αυτοδικαίως και για το υπόλοιπο της θητείας του διορίζεται νέο μέλος
3Β. Ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Ε.Π. είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και κατά τη διάρκεια της θητείας του δεν επιτρέπεται να ασκεί άλλο επάγγελμα ή λειτούργημα. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, που ορίζεται εκ των εννέα ως άνω μελών από τον Υπουργό Οικονομικών, εκπροσωπεί την Επιτροπή δικαστικώς και εξωδίκως. Ο Πρόεδρος έχει τη γενική αρμοδιότητα και εποπτεία της λειτουργίας της Επιτροπής και προεδρεύει της Επιτροπής την οποία συγκαλεί όποτε είναι αναγκαίο και τουλάχιστον δύο φορές κάθε μήνα για τη λήψη αποφάσεων επί των θεμάτων της αρμοδιότητάς της. Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο, ο οποίος ορίζει και τον τόπο και την ώρα της συνεδρίασης. Οι αποζημιούμενες συνεδριάσεις δεν επιτρέπεται να υπερβούν, κατά μέσο όρο ετησίως, τις δύο εβδομαδιαίως. Συνεδριάσεις πέραν των παραπάνω ορίων δεν αποζημιώνονται. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται ο αριθμός των αποζημιούμενων συνεδριάσεων αυτών και να καθορίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής της ρύθμισης, ως προς την κατανομή κατ’ έτος ή άλλα θέματα. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής δεν θίγονται οι διατάξεις της 58245/1701/2011 (ΥΟΔΔ 464) Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.
3Γ. Από τις αναστολές, τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής εξαιρείται η συμμετοχή στην Τριμελή Επιτροπή Ελέγχου της παραγράφου 3Α του άρθρου 28 του ν.4002/2011 (Α’ 180).».
2. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 16 του ν.3229/2004 (Α΄ 38), μετά οι λέξεις «και Ν.Π.Ι.Δ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «,Ν.Π.Ι.Δ., Ο.Τ.Α., καθώς και δικηγόροι που υπηρετούν σε αυτά με σχέση έμμισθης εντολής».
3. Η παράγραφος 12 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012 (Α΄ 14) καταργείται.
4. Στο τέλος της περίπτωσης α’ της παραγράφου 6 του άρθρου 23 του ν.4141/2013 (Α 81) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι δικηγόροι που υπηρετούν στην Ε.Ε.Ε.Π. με σχέση έμμισθης εντολής προσλαμβάνονται μετά από δημόσια ανακοίνωση και επιλογή, η οποία διενεργείται από τριμελή επιτροπή που ορίζεται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.».
5. Το άρθρο 27 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Το περιεχόμενο του άρθρου 27 αναριθμείται σε παρ. 1.
β. Προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής:
«2. Κατά τη διαδικασία έκδοσης διοικητικών πράξεων σε εφαρμογή της κάθε είδους κείμενης νομοθεσίας, η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί, με απόφασή της, να ορίζει τα δικαιολογητικά που είναι δυνατόν να αντικατασταθούν με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο τρόπος και το είδος του ελέγχου της ακρίβειας του περιεχομένου των δηλώσεων αυτών.»
6. Στο άρθρο 28 του ν. 4002/2011 προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Η Ε.Ε.Ε.Π., με απόφασή της, μπορεί να αναθέτει την υποστήριξη και διεκπεραίωση δικαστικών και εξωδικαστικών υποθέσεων ή/και τη παροχή συμβουλών και γνωμοδοτήσεων σε εξειδικευμένους δικηγόρους στον Άρειο Πάγο, των οποίων η αμοιβή συμφωνείται κατά υπόθεση ή ομάδα υποθέσεων, κατά γνωμοδότηση.».
7. α. Μετά το πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης δδ’ της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν.4002/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για το υπηρεσιακό και ελεγκτικό της έργο και μέχρι την απόκτηση ιδίων μεταφορικών μέσων, η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να χρησιμοποιεί μέσα δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσης κατά δωρεάν παραχώρηση της χρήσης, εφόσον επιβαρύνεται αποκλειστικά και μόνο με το κόστος των καυσίμων».
β. Στην παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 προστίθεται περίπτωση ιδ ως εξής:
«ιδ. Τα θέματα του χρόνου λειτουργίας των επιχειρήσεων καζίνο εντός του έτους και του ωραρίου, καθώς και ο τρόπος και οι προϋποθέσεις πιστοποίησης των με κάθε σχέση απασχολουμένων ή συνεργαζομένων με τις επιχειρήσεις καζίνο.».
8. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 2α και 3 του άρθρου 40 του ν.4002/2011 από την ημερομηνία ισχύος τους, εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων.
9. α. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν.2206/1994 (Α’ 62), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Από την έναρξη ισχύος της παραγράφου 2 του άρθρου 92 του ν. 4182/2013 (Α’ 185), τα θέματα που καθορίζονται με τις αποφάσεις αυτές ρυθμίζονται ή/και τροποποιούνται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., κατά την κρίση της».
β. Η παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 2206/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και Δημόσιας Τάξης ρυθμίζονται τα θέματα σχετικά με κάθε αναγκαίο έλεγχο τήρησης της δημόσιας τάξης.».
γ. Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι την ημερομηνία ισχύος του νόμου αυτού, κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 2206/1994, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν.4002/2011 ή της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του ν. 4002/2011. Η υπ’ αριθ. 1036/22.06.1995 (Β’ 549) απόφαση των Υπουργών Τουρισμού και Δημόσιας Τάξης συνεχίζει να ισχύει σχετικά με τη ρύθμιση θεμάτων ελέγχου τήρησης της δημόσιας τάξης, έως ότου τροποποιηθεί η αντικατασταθεί σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του ν. 2206/1994, όπως τροποποιείται με το νόμο αυτό.
δ. Οι παράγραφοι 12, 13, 14 και 15 του άρθρου 3 του ν.2206/1994 καταργούνται από 1.01.2014.
10. Η ισχύς της διάταξης της παρ. 17 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012 παρατείνεται για διάστημα έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατά παρέκκλιση της παρ. 16 του άρθρου ένατου του ν. 4057/2012 (Α΄ 54).
Άρθρο 35
Θέματα εποπτείας και ελέγχου τυχερών παιγνίων
1. Στο ενδέκατο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 3Α του άρθρου 28 του ν.4002/2011 (Α 180) μετά τις λέξεις «συλλογικών οργάνων» τίθενται οι λέξεις «οργάνων, ομάδων εργασίας και επιτροπών» και μετά τις λέξεις «ιδιωτικού δικαίου» προστίθενται οι λέξεις «και της ιδιωτικής οικονομίας και δεν διαχειρίζεται δημόσια χρήματα.».
2. Στο δέκατο τρίτο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 3Α του άρθρου 28 του ν.4002/2011 μετά τις λέξεις «Η Επιτροπή ελέγχου» προστίθενται οι λέξεις «έχει δικό της ΑΦΜ και».
3. Το δέκατο τέταρτο και δέκατο πέμπτο εδάφιο της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 3Α του άρθρου 28 του ν.4002/2011 αντικαθίστανται από εδάφια ως εξής:
«Ο προϋπολογισμός και οι δαπάνες εκτελούνται με απόφαση της Επιτροπής από τις υπηρεσίες της Ε.Ε.Ε.Π., οι οποίες τηρούν διακριτούς λογιστικούς και τραπεζικούς λογαριασμούς, εφόσον η Επιτροπή δεν έχει αυτόνομη οικονομική και λογιστική υποστήριξη. Οι συμβάσεις της Επιτροπής δεν είναι δημόσιες συμβάσεις και αποφασίζονται και συνάπτονται από αυτήν, εφόσον υφίσταται σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό της, εκτελούνται δε για λογαριασμό της από τις υπηρεσίες της Ε.Ε.Ε.Π., εφόσον η Επιτροπή δεν διαθέτει δική της αντίστοιχη υποδομή. Η Επιτροπή, όταν χρησιμοποιεί υπηρεσίες της Ε.Ε.Ε.Π., καταβάλλει σε αυτήν το κόστος των υπηρεσιών αυτών».»
4. Στο τέλος της περίπτωσης ε’ της παρ. 3Α του άρθρου 28 του ν. 4002/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Στην Τριμελή Επιτροπή Ελέγχου μπορούν να συμμετέχουν μέλη διδακτικού προσωπικού Α.Ε.I. πλήρους απασχόλησης, που δεν προέρχονται από την Ε.Ε.Ε.Π.. Τα μέλη αυτά της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου, απαγορεύεται για το χρονικό διάστημα της θητείας τους και πέντε (5) έτη μετά τη λήξη της να παρέχουν, με οποιονδήποτε τρόπο, υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, στην ΟΠΑΠ Α.Ε.. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, παύει η θητεία των μελών της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου που παραβαίνουν τις διατάξεις των προηγουμένων εδαφίων και τους επιβάλλεται πρόστιμο, ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών που έλαβαν κατά τη διάρκεια της θητείας τους.».
5. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του ν.4141/2013 (Α’ 81), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από τον πρώτο προϋπολογισμό της Επιτροπής, καλύπτονται ενδεχόμενες δαπάνες από την ημερομηνία ορισμού της Επιτροπής, σύμφωνα με τα παραπάνω.».
6. Η εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 50 του ν. 4002/2011 (Α' 180) για όσους εμπίπτουν στο άρθρο 53 του ν. 4002/2011, αναστέλλεται για μεταβατικό διάστημα από την έναρξη ισχύος του άρθρου 106 του ν. 4209/2013 (Α' 253), μη θιγομένης της εφαρμογής λοιπών φορολογικών διατάξεων. Για το ίδιο χρονικό διάστημα η φορολογία των παικτών εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις που ίσχυαν πριν την έναρξη ισχύος του άρθρου 106 του ν. 4209/2013.
Άρθρο 36
Θέματα οικοδομικών συνεταιρισμών
1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 17 του ν. 1667/1986 (Α’ 196) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι συνεταιρισμοί φαρμακοποιών διέπονται και από την ισχύουσα για αυτούς νομοθεσία.».
2. Το έκτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1667/1986 (Α’ 196), αντικαθίσταται ως εξής: «Κατά της πράξης του Ειρηνοδίκη και εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, αφότου έλαβαν γνώση της δημοσίευσης της πράξης, τα όργανα διοίκησης του συνεταιρισμού και οποιοσδήποτε υφίσταται βλάβη ή τίθενται σε κίνδυνο τα έννομα συμφέροντά του, μπορεί να ασκήσει ανακοπή, η οποία εισάγεται στο Ειρηνοδικείο της έδρας του συνεταιρισμού και δικάζεται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.».
3. Στην παράγραφο 14 του άρθρου 39 του ν. 4030/2011 (Α’ 249), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Σε περίπτωση μη συμμορφώσεως των οικοδομικών συνεταιρισμών στην εναρμόνιση των καταστατικών τους εντός της ως άνω προθεσμίας, ο συνεταιρισμός διαλύεται αυτοδικαίως. Η διάλυση αναγνωρίζεται με πράξη του Ειρηνοδίκη, μετά από αίτηση των οργάνων διοίκησης του συνεταιρισμού και οποιοσδήποτε υφίσταται βλάβη ή τίθενται σε κίνδυνο ή της εποπτεύουσας αρχής τα έννομα συμφέροντά του και τα αποτελέσματά της ανατρέχουν στο χρόνο παρόδου της προθεσμίας εναρμόνισης του καταστατικού. Η πράξη του ειρηνοδίκη καταχωρείται στο μητρώο της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1667/1987 (Α’ 196) και κοινοποιείται άμεσα στο Υπουργείο Οικονομικών. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται αναλόγως το τρίτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1667/1987.».
4. Η προθεσμία της παρ. 14 του άρθρου 39 του ν. 4030/2011, παρατείνεται από τότε που έληξε για 12 μήνες. Αιτήσεις που έγιναν μετά τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας πριν την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, θεωρούνται εμπρόθεσμες. Αν έχει ήδη εκδοθεί σχετική πράξη του Ειρηνοδίκη, τα όργανα διοίκησης του συνεταιρισμού και οποιοσδήποτε υφίσταται βλάβη ή τίθενται σε κίνδυνο τα έννομα συμφέροντά του, μπορεί να υποβάλει αρμοδίως όμοια αίτηση στο Ειρηνοδικείο.
Άρθρο 37
Ρυθμίσεις καταβολής αποδοχών
1. α. Η περίπτωση ii της παραγράφου 1.δ του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α΄ 65) αντικαθίσταται ως εξής:
«ii) Ως προς τα νομικά πρόσωπα: για όσο διάστημα παρατηρείται παρέκκλιση από τη διαδικασία πληρωμής μέσω ΕΑΠ, αναστέλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η επιχορήγηση ή απόδοση πόρων ή οποιασδήποτε μορφής ενίσχυση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Στην περίπτωση των ΟΤΑ, επέρχεται παρακράτηση μέρους ή συνόλου από το ποσό των δικαιούμενων πόρων (ΚΑΠ-επιχορηγήσεις) καθώς και αναστολή εγκρίσεων πρόσληψης προσωπικού με συμβάσεις μίσθωσης έργου και Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου.
Επιπροσθέτως, για τις ΔΕΚΟ και τα ΝΠΙΔ του Κεφαλαίου Α του ν. 3429/2005, καθώς και για τα ΝΠΔΔ, για όσο διάστημα παρατηρείται η ανωτέρω παρέκκλιση, επιπλέον των ανωτέρω, αναστέλλεται η καταβολή των αμοιβών των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Η επί δίμηνο μη συμμόρφωση και η εξακολούθηση παρέκκλισης από τη διαδικασία πληρωμής μέσω ΕΑΠ που διαπιστώνεται από τον αρμόδιο κάθε φορά φορέα επιφέρει την αυτοδίκαιη παύση της θητείας των εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
β. Προστίθεται περίπτωση iii στο 1.δ του άρθρου δεύτερου του ν.3845/2010 (Α΄ 65), σύμφωνα με την οποία:
«iii) Ειδικά για όσους φορείς υπάγονται για πρώτη φορά στην υποχρέωση απογραφής του πάσης φύσεως προσωπικού τους, αναστέλλονται οι κυρώσεις της περίπτωσης ii της παραγράφου ιδ του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010, όπως ισχύει, για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης των διαδικασιών ένταξής τους στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.».
2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2685/1999 (Α΄ 35) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Για το προσωπικό των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) οι μετακινήσεις πραγματοποιούνται μετά από έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου ή του εξουσιοδοτημένου από αυτό οργάνου.».
3. α. Η παράγραφος 4 του άρθρου 61 του ν. 2218/1994 (Α’ 90), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«4. Το Κέντρο στεγάζεται σε κτίριο της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ Α.Ε.), που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Γεωργίου Παπανδρέου και Πλούτωνος στη Θεσσαλονίκη και επιχορηγείται από τον προϋπολογισμό της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, για δαπάνες μισθοδοσίας του προσωπικού του και για λειτουργικές εν γένει δαπάνες αυτού χωρίς του περαιτέρω ενίσχυση του προϋπολογισμού της από τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και από τον τακτικό προϋπολογισμό των Υπουργείων Εσωτερικών, Πολιτισμού και Αθλητισμού, και από τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς ή κάθε άλλο αρμόδιο φορέα για την εκτέλεση εξειδικευμένων προγραμμάτων.».
β. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2013.
Άρθρο 38
Ρυθμίσεις σχετικά με ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε. και ορκωτούς εκτιμητές
1. Επί των προσώπων που διετέλεσαν Διευθύνοντες Σύμβουλοι, Πρόεδροι και μέλη του Δ.Σ. των θυγατρικών της ΕΟΜΜΕΧ ΑΕ, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 16 του ν. 4038/2012 από την 1.1.2010 μέχρι και τη λύση τους και τον διορισμό των εκκαθαριστών, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), όπως ισχύουν, και οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις νόμων, που προβλέπουν προσωπική και αλληλέγγυο ευθύνη φυσικών προσώπων με νομικά πρόσωπα ή προσωπική κράτηση ή άλλα μέτρα διοικητικού καταναγκασμού για τη μη καταβολή από τις ανωτέρω εταιρίες πάσης φύσεως χρεών, φόρων, τελών, εισφορών, δασμών, προσαυξήσεων και προστίμων προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., συμπεριλαμβανομένων των οφειλόμενων στο Ι.Κ.Α. και σε όλους εν γένει τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, ανεξαρτήτως του χρόνου που αυτά βεβαιώθηκαν ή κατέστησαν απαιτητά. Πράξεις και μέτρα καταλογισμού και αναγκαστικής είσπραξης που έχουν τυχόν ασκηθεί καταργούνται. Τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παρούσης δεν διώκονται ποινικά για αδικήματα, των οποίων η αντικειμενική υπόσταση συνίσταται στη μη καταβολή από τις ανωτέρω εταιρίες των ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του ΙΚΑ και όλων εν γένει των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης ανεξαρτήτως του χρόνου που αυτές κατέστησαν απαιτητές, καθώς και στη μη καταβολή των πάσης φύσεως χρεών, φόρων, τελών, εισφορών, δασμών, προσαυξήσεων και προστίμων προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης αυτών. Το αξιόποινο των ανωτέρω αδικημάτων των εν λόγω προσώπων εξαλείφεται και παύει η ποινική δίωξη.
2. Το άρθρο 8 του ν. 4173/2013 (Α' 165) τροποποιείται από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«Στην περίπτωση δ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.4173/2013 διαγράφονται οι λέξεις «πριν από την υποβολή του για έγκριση στη Γενική Συνέλευση».»
3. Στο άρθρο 4Α της υπ’ αριθ. Οικ. 02/11.6.2013 κοινής απόφασης του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό και του Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 1414), από τότε που ίσχυσε, προστίθενται παράγραφος 7, ως εξής:
«7. α. Ο ειδικός διαχειριστής υπέχει αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη έναντι του Δημοσίου για κάθε ζημιά, την οποία προξένησε σε αυτό από δόλο ή βαρεία αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του στο πλαίσιο της ειδικής διαχείρισης.
β. Ο ειδικός διαχειριστής δεν υπέχει, αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη, έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις που αφορούν στην ειδική διαχείριση. Για τις πράξεις ή παραλείψεις του, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που του έχουν ανατεθεί, ενάγεται και ενέχεται σε αποζημίωση το Δημόσιο. Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με παθητικώς νομιμοποιούμενο το Δημόσιο.».
4. Στο τέλος του άρθρου πρώτου του ν.1822/1988 (Α’ 272), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του ν.3066/2002 (Α’ 252), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η εποπτεία της εταιρίας ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών, καταργούμενης κάθε άλλης, γενικής ή ειδικής, διάταξης που ρυθμίζει διαφορετικά το ίδιο θέμα.».
5. Η παράγραφος Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), τροποποιείται ως εξής:
α. Η υποπαράγραφος Γ2 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, τροποποιείται ως εξής:
αα) Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης 1 αντικαθίσταται ως εξής: «Για την εγγραφή στο μητρώο πιστοποιημένων εκτιμητών πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχου σύμφωνα με το άρθρο 16 του ν. 3863/2010 και να προσκομίζονται τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα.».
ββ) Η υποπερίπτωση γ της περίπτωσης 2 διαγράφεται.
γγ) Η υποπερίπτωση ε της περίπτωσης 2 αντικαθίσταται ως εξής: «ε. Βεβαίωση με υπογραφή και σφραγίδα πιστοποιημένου εκτιμητή ή δελτία παροχής υπηρεσιών με αιτιολογία την εκπόνηση εκτιμήσεων ή εκθέσεις εκτίμησης υπογεγραμμένες από τον ενδιαφερόμενο κατά τα τελευταία δύο έτη.».
δδ) Στο τέλος του στοιχείου αα της υποπερίπτωσης στ της περίπτωσης 2 προστίθενται λέξεις ως εξής: «ή από εκτιμητικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό με διεθνή ή ευρωπαϊκή αναγνώριση».
β. Η υποπαράγραφος Γ3 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, τροποποιείται ως εξής:
α) Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει σχετική αίτηση στην Αρμόδια Διοικητική Αρχή, συνοδευόμενη από τα δικαιολογητικά των υποπεριπτώσεων α΄, β’, δ’ και ε΄ της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ.2. του παρόντος νόμου.»
β) Η υποπερίπτωση β’ της περίπτωσης 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Δύο εκπρόσωποι διεθνώς αναγνωρισμένων εκτιμητικών οργανισμών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα με τους αναπληρωτές τους με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από πρόταση του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής.».
γγ) Στο τρίτο εδάφιο της περίπτωσης 3 διαγράφονται οι λέξεις «και τα θέματα των εξετάσεων».
γ. Οι περιπτώσεις β’ έως και στ’ της υποπαραγράφου Γ4 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, αντικαθίστανται ως εξής:
«β) μηχανολογικές εγκαταστάσεις και εξοπλισμός
γ) επιχειρήσεις και άυλα αγαθά
δ) Κινητά κάθε είδους.».
δ. Στην υποπαράγραφο Γ7 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, οι λέξεις «στο άρθρο 41» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στην υποπαράγραφο Γ8».
Άρθρο 39
Διαπίστευση των Κ.Τ.Ε.Ο.
1. Το σημείο ζ της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του ν. 2963/2001 (Α΄268), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ. Διαπίστευση του Κ.Τ.Ε.Ο. ως προς τον περιοδικό και εκούσιο τεχνικό έλεγχο από την αυτοτελή λειτουργική μονάδα «Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης – Ε.ΣΥ.Δ.» του ν.π.ι.δ. «Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας – Ε.Σ.Υ.Π.» ή άλλο ισότιμο φορέα διαπίστευσης κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ ISO/IEC 17020.».
2. Τα σημεία η, θ και ι του άρθρου 37 του ν. 2963/2001 (Α΄268), όπως ισχύει, καταργούνται.
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 του ν. 2963/2001, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα Δημόσια Κ.Τ.Ε.Ο. διαπιστεύονται ως προς τον περιοδικό και εκούσιο τεχνικό έλεγχο από την αυτοτελή λειτουργική μονάδα «Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης – Ε.ΣΥ.Δ.» του ν.π.ι.δ. «Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας – Ε.Σ.Υ.Π.» ή άλλο ισότιμο φορέα διαπίστευσης κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ ISO/IEC 17020.»
4. Στο τέλος του άρθρου 37 του ν.2963/2001, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής:
«5. Η παραπάνω διαπίστευση τόσο των Ιδιωτικών όσο και των Δημόσιων Κ.Τ.Ε.Ο. θα πρέπει να έχει συντελεστεί το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Μετά την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος τα Κ.Τ.Ε.Ο. απαγορεύεται να διενεργούν Τεχνικούς Ελέγχους και να εκδίδουν Δελτία Τεχνικού Ελέγχου μέχρι την διαπίστευση τους. Εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος, είναι δυνατή η έκδοση άδειας λειτουργίας Ιδιωτικού Κ.Τ.Ε.Ο. και πριν τη Διαπίστευση του, εφόσον κατά την έκδοση της, έχει υποβάλλει αίτηση για Διαπίστευση στον αρμόδιο φορέα. Στην περίπτωση αυτή το Πιστοποιητικό Διαπίστευσης υποβάλλεται υποχρεωτικά στην αρμόδια Υπηρεσία έκδοσης της άδειας λειτουργίας, το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της, άλλως η άδεια λειτουργίας παύει να ισχύει αυτοδικαίως.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ
ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Άρθρο 40
Συμπλήρωση διατάξεων
στο πρώτο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στο άρθρο 1 του ν. 4174/2013 διαγράφεται η λέξη «βεβαίωσης».
2. Το άρθρο 2 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.Οι διατάξεις του Κώδικα ισχύουν για τα εξής δημόσια έσοδα:
α. Φόρο Εισοδήματος
β. Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.)
γ. Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.)
δ. Φόρο Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια
ε. Φόρους, τέλη, εισφορές ή χρηματικές κυρώσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα του Κώδικα και κάθε άλλο φόρο, τέλος, εισφορά ή χρηματική κύρωση για τη βεβαίωση ή είσπραξη των οποίων, κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, εφαρμόζονται ανάλογα οι αντίστοιχες διατάξεις των φορολογιών των περιπτώσεων α’ και β’.
στ. Χρηματικές κυρώσεις και τόκους, οι οποίοι προβλέπονται από τον Κώδικα.»
3. Στην περίπτωση δ’ του άρθρου 3 του ν. 4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας».
4. Στο άρθρο 3 του ν. 4174/2013 προστίθεται περίπτωση ε’ ως εξής και αναριθμούνται οι περιπτώσεις ε’, στ’, ζ’ και η’ σε στ’, ζ’, η’ και θ’:
«ε) ως «νόμιμη προθεσμία καταβολής» νοείται: το χρονικό διάστημα εντός του οποίου καταβάλλονται οι φόροι και τα πρόστιμα, όπως προβλέπεται στο νόμο που επιβάλλει την αντίστοιχη φορολογία και στις διατάξεις του Κώδικα και μετά την παρέλευση του οποίου οι φόροι και τα πρόστιμα καθίστανται ληξιπρόθεσμα·»
5. O τίτλος του άρθρου 4 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων, ανάθεση καθηκόντων και εξουσιοδότηση υπογραφής».
6. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 4 του ν. 4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «τα οποία δεν μπορούν να μεταβιβάσουν περαιτέρω τις αρμοδιότητες της παρούσας παραγράφου» και στο τέλος της ίδιας παραγράφου προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Eπίσης, δύναται, με απόφασή του, να εξουσιοδοτεί ιεραρχικά υφιστάμενό του όργανο να υπογράφει, με εντολή του, πράξεις ή άλλα έγγραφα της αρμοδιότητάς του.»
7. Στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 4 του ν. 4174/2013 μετά τη λέξη «αρμοδιότητας» διαγράφεται η λέξη «και» και μετά από τη λέξη «καθήκοντος» προστίθενται οι λέξεις «και εξουσιοδότηση υπογραφής».
8. Το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η κοινοποίηση πράξεων που εκδίδει, σύμφωνα με τον Κώδικα, η Φορολογική Διοίκηση προς φορολογούμενο ή άλλο πρόσωπο, γίνεται εγγράφως ή ηλεκτρονικώς.
2. Εάν η πράξη αφορά φυσικό πρόσωπο, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον:
α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή στο λογαριασμό του εν λόγω προσώπου ή του νομίμου αντιπροσώπου του ή του φορολογικού εκπροσώπου του στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, την οποία ακολουθεί ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του,
β) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του εν λόγω προσώπου, ή
γ) επιδοθεί στο εν λόγω πρόσωπο, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μόνο εφόσον δεν είναι δυνατή η επίδοση με άλλον τρόπο. Η κοινοποίηση σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, κατά το προηγούμενο εδάφιο, θεωρείται νόμιμη, εφόσον γίνει στην τελευταία δηλωθείσα στη Φορολογική Διοίκηση διεύθυνση κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του εν λόγω προσώπου.
3. Εάν η πράξη αφορά νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον:
α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή στο λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ή του νομίμου εκπροσώπου ή του φορολογικού εκπροσώπου τους στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, την οποία ακολουθεί ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του ή
β) παραδοθεί στην έδρα ή εγκατάσταση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας στην Ελλάδα, με υπογεγραμμένη απόδειξη παραλαβής από υπάλληλο ή νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, ή
γ) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση της έδρας ή της εγκατάστασης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, ή
δ) επιδοθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μόνο εφόσον δεν είναι δυνατή η επίδοση με άλλον τρόπο. Η κοινοποίηση σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας κατά το προηγούμενο εδάφιο, θεωρείται νόμιμη, εφόσον γίνει στην τελευταία δηλωθείσα στη Φορολογική Διοίκηση διεύθυνση της έδρας ή της εγκατάστασης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ή της κατοικίας του τελευταίου δηλωθέντα στη Φορολογική Διοίκηση νόμιμου ή φορολογικού εκπροσώπου. Η νομιμότητα της κοινοποίησης δεν θίγεται στην περίπτωση παραίτησης των προσώπων του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον κατά το χρόνο της κοινοποίησης, δεν είχε γνωστοποιηθεί στη φορολογική διοίκηση ο διορισμός νέου νομίμου ή φορολογικού εκπροσώπου.
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα έγγραφα που έχουν πληροφοριακό χαρακτήρα ή πράξεις προσδιορισμού φόρου του άρθρου 32 του παρόντος Κώδικα, μπορούν να κοινοποιούνται με απλή επιστολή.
5. Πράξη που αποστέλλεται με συστημένη επιστολή θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα αποστολής, εάν η ταχυδρομική διεύθυνση του παραλήπτη κατά τα ανωτέρω βρίσκεται στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που η ταχυδρομική διεύθυνση είναι εκτός Ελλάδας, η πράξη θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί νομίμως μετά την παρέλευση τριάντα (30) ημερών από την ημέρα αποστολής της συστημένης επιστολής. Σε περίπτωση που η επιστολή δεν παραδοθεί και δεν κοινοποιηθεί στο φορολογούμενο ή στον εκπρόσωπό του για οποιοδήποτε λόγο, η Φορολογική Διοίκηση ζητά από την ταχυδρομική υπηρεσία την επιστροφή αυτής με συνοδευτικό κείμενο, στο οποίο περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες: α) η ημερομηνία, κατά την οποία η συστημένη επιστολή προσκομίσθηκε και παρουσιάστηκε στην ως άνω διεύθυνση και β) ο λόγος για τη μη κοινοποίηση ή τη μη βεβαίωση της κοινοποίησης. Η Φορολογική Διοίκηση μεριμνά, προκειμένου αντίγραφο της συστημένης επιστολής να βρίσκεται στη διάθεση της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης και να μπορεί αυτή να παραδοθεί στο φορολογούμενο ή εκπρόσωπό του οποιαδήποτε στιγμή και αδαπάνως.
6. Στις περιπτώσεις της ηλεκτρονικής κοινοποίησης στο λογαριασμό φυσικού, νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α) των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, η πράξη θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα ημερών από την ανάρτησή της στο λογαριασμό του προσώπου το οποίο αφορά η επίδοση και την ηλεκτρονική ειδοποίηση του στην δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του, εφόσον δεν προκύπτει προγενέστερος χρόνος παραλαβής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής κοινοποίησης και ιδίως τα σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων ηλεκτρονικής επικοινωνίας των φορολογουμένων, το σημείο ανάρτησης στο λογαριασμό της κοινοποιούμενης πράξης, ο τρόπος πιστοποίησης των ηλεκτρονικών ιχνών παραλαβής, η δημιουργία πιστοποιητικού παραλαβής και τα στοιχεία της ηλεκτρονικής ειδοποίησης.
7. Εάν κανένας από τους τρόπους κοινοποίησης που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν μπορεί να λάβει χώρα, τότε κοινοποίηση πράξης η οποία αφορά τη φορολογία ακινήτων, είναι δυνατόν να συντελεσθεί με επίδοση στον ίδιο ή σε οποιοδήποτε ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει έννομη σχέση με τον κύριο ή επικαρπωτή του ακινήτου και είναι παρόν στο ακίνητο, ή με θυροκόλληση της πράξης στο ακίνητο.»
9. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 4174/2013 οι λέξεις «απαιτούνται για την εφαρμογή του Κώδικα» αντικαθίστανται από τις λέξεις «υποβάλλει ο φορολογούμενος».
Άρθρο 41
Τροποποιήσεις στο δεύτερο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 μετά τις λέξεις «πρόσωπο που πρόκειται» προστίθενται οι λέξεις: «να ασκήσει δραστηριότητες επιχειρηματικού περιεχομένου ή».
2. Στην τρίτη παράγραφο του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται η λέξη «δέκα» από τη λέξη «δεκατεσσάρων» και ο αριθμός «(10)» από τον αριθμό «(14)».
3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται το είδος, η διάρκεια, το ύψος της εγγύησης και το περιεχόμενο της έκθεσης».
4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, υποχρεούται να ενημερώνει εγγράφως τη Φορολογική Διοίκηση εντός δέκα (10) ημερών για μεταβολές στην επωνυμία, το διακριτικό τίτλο, τη διεύθυνση κατοικίας ή τη διεύθυνση των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, την έδρα, το αντικείμενο της δραστηριότητας, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τις λοιπές πληροφορίες που παρασχέθηκαν κατά το χρόνο της εγγραφής. Ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλείται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης τις μεταβολές του προηγούμενου εδαφίου, μέχρι το χρόνο ενημέρωσής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται ο τρόπος ενημέρωσης και η έναρξη της παραπάνω προθεσμίας κατά περίπτωση.».
5. Στην πέμπτη παράγραφο του άρθρου 10 του ν. 4174/2013 οι λέξεις «σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου αυτού».
Άρθρο 42
Συμπλήρωση διατάξεων
στο τρίτο κεφάλαιο του ν. 4174/2013
Ο τίτλος του τρίτου κεφαλαίου του ν. 4174/2013 αναδιατυπώνεται ως «Αποδεικτικό ενημερότητας» και το άρθρο 12 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής
1. Ο φορολογούμενος δύναται να ζητήσει αποδεικτικό ενημερότητας ισχύος μέχρι και δύο μηνών για την πραγματοποίηση πράξεων και συναλλαγών που ρητά ορίζονται.
2. Η Φορολογική Διοίκηση χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας, μόνο εφόσον ο φορολογούμενος δεν έχει οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση από οποιαδήποτε αιτία και έχει υποβάλει τις απαιτούμενες φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων πέντε ετών.
3. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας εάν ο φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε άλλη αρχή του Δημόσιου Τομέα. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζεται η διαδικασία που ακολουθούν οι ανωτέρω αρχές για να ενημερώνουν τη Φορολογική Διοίκηση σχετικά με φορολογουμένους που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς αυτές, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
4. Κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στις παραγράφους 2 και 3, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών ή έχει οφειλές μη ληξιπρόθεσμες ή σε αναστολή, δύναται να εκδοθεί αποδεικτικό ενημερότητας περιορισμένης ισχύος, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τον έναν μήνα. Η Φορολογική Διοίκηση και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη σε πρόγραμμα ρύθμισης ορίζει υποχρεωτικά όρο παρακράτησης στις περιπτώσεις που το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ΄ αυτού από επαχθή αιτία. Το παρακρατούμενο ποσό λαμβάνεται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων σύμφωνα με το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών.
5. Οι πράξεις και συναλλαγές για τις οποίες προσκομίζεται αποδεικτικό ενημερότητας, οι τυχόν εξαιρέσεις από την υποχρέωση προσκόμισής του, οι οφειλές που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγησή του, οι φορολογικές δηλώσεις που απαιτείται να έχουν υποβληθεί για την έκδοση του αποδεικτικού, ο τύπος του, το περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος, τα ποσοστά παρακράτησης, τα τυχόν άλλα πρόσωπα τα οποία δύνανται να ζητούν και να λαμβάνουν το αποδεικτικό, τα όργανα έκδοσής του και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.
6. Αν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 για τη χορήγησή του, ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις συμψηφισμού, εκδίδεται από την αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσία, βεβαίωση οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία κατατίθεται αντί του αποδεικτικού ενημερότητας στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής ή κατατίθεται για τη μεταβίβαση ακινήτου. Με βάση τη βεβαίωση αυτή αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό ή το προϊόν του τιμήματος και μέχρι του ύψους της οφειλής, στην εκδούσα τη βεβαίωση υπηρεσία.
7. Οι προϋποθέσεις χορήγησης βεβαίωσης οφειλής, οι οφειλές που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγησή του, τα όργανα έκδοσης, ο τύπος, το περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.
8. Σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης σοβαρών συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής, μπορεί με γραπτή συναίνεση του Γενικού Γραμματέα να μην χορηγηθεί αποδεικτικό ενημερότητας, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται περιπτώσεις διασφάλισης δημοσίου συμφέροντος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.»
Άρθρο 43
Συμπλήρωση διατάξεων
στο τέταρτο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στην περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 4174/2013 μετά τη λέξη «ετών» προστίθενται οι λέξεις «από τη λήξη του αντίστοιχου φορολογικού έτους».
2. Στο άρθρο 13 του ν. 4174/2013 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».
3. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 η λέξη «παραλαβή» αντικαθίσταται από τη λέξη « κοινοποίηση».
4. Στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «συμπεριλαμβανομένων πελατολογίων και καταλόγων προμηθευτών» και η λέξη «παραλαβή» αντικαθίσταται από την λέξη « κοινοποίηση».
5. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 προστίθενται παράγραφοι 3 και 4 ως εξής:
«3. Κάθε φυσικό πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, κάθε νομικό πρόσωπο και νομική οντότητα, καθώς και οι αγρότες που υπάγονται στο άρθρο 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), υποβάλλουν καταστάσεις φορολογικών στοιχείων, προμηθευτών και πελατών, για τα εκδοθέντα και ληφθέντα φορολογικά στοιχεία αποκλειστικά με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Οικονομικών, ανεξάρτητα από τον τρόπο έκδοσης αυτών (μηχανογραφικά ή χειρόγραφα). Οι καταστάσεις του προηγούμενου εδαφίου αφορούν φορολογικά στοιχεία που σχετίζονται αποκλειστικά με την επαγγελματική εξυπηρέτηση καθώς και την εκπλήρωση του σκοπού των προσώπων του προηγούμενου εδαφίου.
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων, ο τρόπος, η διαδικασία, η έκταση εφαρμογής, το όριο της αξίας των στοιχείων, ο τρόπος επιβεβαίωσης και κάθε άλλο θέμα σχετικά με την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου.»
6. Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 μετά τη λέξη «Διοίκησης» προστίθενται οι λέξεις «και μέλη του κυρίου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους».
7. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 προστίθεται περίπτωση ζ’ ως εξής:
«ζ) σε διαζευγμένους ή συζύγους σε διάσταση για τον καθορισμό διατροφής κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, για τα στοιχεία που αναγράφονται ρητά σε αυτήν».
8. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 διαγράφεται.
Άρθρο 44
Συμπλήρωση διατάξεων
στο πέμπτο κεφάλαιο του ν. 4174/2013
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 4174/2013 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την έκδοση εντολής ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης με όλες τις συνέπειες περί εκπρόθεσμης δήλωσης».
2. Στην περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 4174/2013 η λέξη «παραρτήματα» αντικαθίσταται από τις λέξεις «συνοδευτικά έγγραφα» και προστίθεται περίπτωση δ’ ως εξής: «δ) ο τρόπος με τον οποίο αυτή θα υπογράφεται».
3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 4174/2013 διαγράφεται.
4. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 20 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις: « του φορολογητέου εισοδήματος για το οποίο» και αντικαθίστανται από τις λέξεις « της φορολογητέας ύλης για την οποία».
5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 του ν. 4174/2013 αντικαθίστανται οι λέξεις «του φορολογητέου εισοδήματος για το οποίο» με τις λέξεις «της φορολογητέας ύλης για την οποία».
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ομοίως μπορεί να διατυπωθεί επιφύλαξη σε ό,τι αφορά το χαρακτηρισμό της φορολογητέας ύλης και την υπαγωγή της σε άλλη φορολογία, σε άλλη κατηγορία, σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή, ή σε σχέση με τυχόν εφαρμοστέες εκπτώσεις και απαλλαγές.».
7. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «υποβλήθηκε» προστίθεται η λέξη «εμπρόθεσμα.»
8. Στο άρθρο 20 του ν. 4174/2013 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
Άρθρο 45
Συμπλήρωση διατάξεων στο έκτο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ν.4174/2013, όπου συναντάται η λέξη «ετησίως» αντικαθίσταται από τη φράση « ανά φορολογικό έτος».
2. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 21 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «πενήντα (50) ημερών» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «τεσσάρων (4) μηνών».
3. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του ν.4174/2013 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Τα υπόχρεα πρόσωπα της παραγράφου 1 υποβάλλουν Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών για κάθε φορολογικό έτος, εφόσον δεν εμπίπτουν στις εξαιρετικές περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 2 του παρόντος».
4. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 21 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη « συναλλαγών» η λέξη «και» και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 21 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
« Με όμοια απόφαση μπορεί να καθορίζεται κύκλος εργασιών, με βάση τον οποίο οι υπόχρεοι εξαιρούνται από την υποχρέωση τήρησης φακέλου τεκμηρίωσης, η μέθοδος υπολογισμού του κύκλου εργασιών, καθώς και να προβλέπεται απλοποιημένη διαδικασία για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις».
5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «συνδεδεμένες επιχειρήσεις» και «συνδεδεμένες εταιρείες» και αντικαθίστανται από τις λέξεις « συνδεδεμένα πρόσωπα».
6. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 22 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «συνδεδεμένες επιχειρήσεις» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «συνδεδεμένα πρόσωπα».
Άρθρο 46
Συμπλήρωση διατάξεων στο έβδομο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη « εγκαταστάσεις» προστίθενται οι λέξεις « και μέσα μεταφοράς» και μετά τη λέξη «διαδικασίες» διαγράφονται οι λέξεις «που ορίζει η νομοθεσία και χρησιμοποιώντας μεθόδους, οι οποίες» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «και χρησιμοποιώντας μεθόδους που».
2. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν.4174/2013 και μετά τη λέξη « έλεγχος» διαγράφονται οι λέξεις «της δήλωσης» και προστίθενται οι λέξεις « εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων»
3. Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη « Διοίκηση» προστίθενται οι λέξεις «δύναται να».
4. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του ν.4174/2013 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «. Ο Γενικός Γραμματέας δύναται με απόφασή του να ορίζει λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσης περίπτωσης.».
5. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του ν.4174/2013 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου συντάσσεται έκθεση κατάσχεσης, η οποία υπογράφεται από το όργανο της Φορολογικής Διοίκησης που ενεργεί την κατάσχεση και τον ίδιο το φορολογούμενο ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια της κατάσχεσης υπάλληλο ή εκπρόσωπό του ή λογιστή του, ή, στην περίπτωση των νομικών προσώπων και οντοτήτων, εκτός των ανωτέρω προσώπων, από οποιοδήποτε εταίρο ή οποιοδήποτε μέλος της διοίκησης τους ή φορολογικό εκπρόσωπό τους. Αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης παραδίδεται στο φορολογούμενο ή στα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου. Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω προσώπων να υπογράψουν, η έκθεση θυροκολλείται. Ο φορολογούμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφα ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων με δαπάνες του. Για την κατάσχεση βιβλίων, εγγράφων και λοιπών στοιχείων τρίτου φορολογούμενου δεν απαιτείται επίδοση της έκθεσης κατάσχεσης σε αυτόν.».
6. Το άρθρο 25 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο οριζόμενος από τη Φορολογική Διοίκηση, για τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, υπάλληλος φέρει έγγραφη εντολή διενέργειας επιτόπιου φορολογικού ελέγχου, η οποία έχει εκδοθεί από το Γενικό Γραμματέα, και η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:
α) τον αριθμό και την ημερομηνία της εντολής,
β) το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου, στον οποίο έχει ανατεθεί ο φορολογικός έλεγχος,
γ) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία, τη διεύθυνση και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του φορολογούμενου, αν αυτός έχει αποδοθεί στο φορολογούμενο,
δ) τη φορολογική περίοδο και το είδος φορολογίας που αφορά ο φορολογικός έλεγχος,
ε) τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου, και
στ) τον χαρακτηρισμό «πλήρης» ή «μερικός» έλεγχος, κατά περίπτωση.
Η εντολή διενέργειας φορολογικού ελέγχου δεν δημοσιεύεται.
2. Ο οριζόμενος από τη Φορολογική Διοίκηση, για τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, υπάλληλος πρέπει να επιδεικνύει το δελτίο ταυτότητάς του και την εντολή φορολογικού ελέγχου πριν την έναρξη του φορολογικού ελέγχου.
3. Ο επιτόπιος φορολογικός έλεγχος διενεργείται στις εγκαταστάσεις του φορολογούμενου κατά το επίσημο ωράριο εργασίας της Φορολογικής Διοίκησης και μπορεί να παρατείνεται μέχρι την ολοκλήρωσή του. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να διενεργεί επιτόπιο φορολογικό έλεγχο και εκτός του επίσημου ωραρίου εργασίας εφόσον απαιτείται από το είδος των δραστηριοτήτων του φορολογούμενου. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να γίνεται ειδική μνεία στην εντολή φορολογικού ελέγχου. Η είσοδος στην κατοικία του φορολογούμενου επιτρέπεται μόνο με εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα, εκτός εάν αυτή έχει δηλωθεί από το φορολογούμενο και ως χώρος άσκησης επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στην τελευταία περίπτωση η πρόσβαση αφορά μόνο τους χώρους, στους οποίους ασκείται η επαγγελματική δραστηριότητα.
4. Η διάρκεια του επιτόπιου φορολογικού ελέγχου που προβλέπεται στην παράγραφο 1, δύναται να παραταθεί άπαξ κατά έξι (6) μήνες. Περαιτέρω παράταση μέχρι έξι (6) ακόμη μήνες είναι δυνατή σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
5. Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου για την οποία έχει ήδη διενεργηθεί πλήρης έλεγχος, μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, τα οποία επηρεάζουν τον υπολογισμό της φορολογικής οφειλής. Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο.
6. Ο φορολογούμενος υποχρεούται να συνεργάζεται πλήρως και να διευκολύνει το έργο του οριζόμενου για τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου υπαλλήλου της Φορολογικής Διοίκησης. Ο οριζόμενος υπάλληλος δεν δύναται να μετακινεί βιβλία και στοιχεία ή έγγραφα που έχουν τεθεί στη διάθεσή του σε άλλο τόπο, εκτός εάν ο φορολογούμενος αδυνατεί να παράσχει αμέσως αληθή και ακριβή αντίγραφα, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 24. Σε αυτή την περίπτωση, τα έγγραφα και στοιχεία είναι δυνατό να απομακρυνθούν από τις εγκαταστάσεις έναντι απόδειξης παραλαβής και επιστρέφονται στο φορολογούμενο εντός δέκα (10) ημερών από την παραλαβή. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται ανάλογα τα αναφερόμενα στο άρθρο 24 παράγραφος 4 του παρόντος.
7. Ο αρμόδιος υπάλληλος της Φορολογικής Διοίκησης μπορεί, οποτεδήποτε, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, να ζητήσει τη συνδρομή των οργάνων της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου και τα όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας υποχρεούνται να παρέχουν αυτή τη συνδρομή, κατά το χρόνο και στον τόπο που ζητείται.»
7. Το άρθρο 26 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η Φορολογική Διοίκηση επιλέγει τις προς έλεγχο υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, ή εξαιρετικά με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από το Γενικό Γραμματέα, και δεν δημοσιοποιούνται.».
8. Στο πρώτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 28 του ν. 4174/2013 η λέξη «γνωστοποιεί» αντικαθίσταται από τη λέξη «κοινοποιεί», και μετά τη λέξη «φόρου» διαγράφονται οι λέξεις «εφόσον προκύπτει διαφοροποίηση της φορολογικής οφειλής σε σχέση με τις δηλώσεις που έχει υποβάλλει ο φορολογούμενος».
9. Στο τρίτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 28 του ν. 4174/2013 μετά τη λέξη « διατυπώσει» προστίθεται η λέξη « εγγράφως», διαγράφεται η λέξη «παραλαβή» και αντικαθίσταται με τη λέξη « κοινοποίηση».
Άρθρο 47
Συμπλήρωση διατάξεων στο όγδοο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Πράξη προσδιορισμού φόρου είναι η πράξη, με την οποία καθορίζεται το ποσό της φορολογικής οφειλής ή απαίτησης του φορολογουμένου για μια ή περισσότερες φορολογικές περιόδους, ή για ένα ή περισσότερα φορολογικά έτη ή διαχειριστικές περιόδους ή για μια οι περισσότερες φορολογικές υποθέσεις. Με την πράξη προσδιορισμού φόρου συνιστάται και βεβαιώνεται η φορολογική οφειλή ή απαίτηση του φορολογούμενου. Η πράξη αυτή καταχωρίζεται ως εισπρακτέο ή επιστρεπτέο ποσό στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται τα βιβλία, στα οποία γίνεται η καταχώριση, το περιεχόμενο, η διαδικασία και οι εξαιρέσεις από αυτή, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».
2. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 32 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις: «δεν συνιστά άμεσα και πράξη προσδιορισμού φόρου» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «δεν συνιστά άμεσο προσδιορισμό φόρο, ενώ διαγράφονται και οι λέξεις « την οποία κοινοποιεί στο φορολογούμενο».
3. Το άρθρο 33 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περιπτώσεις που ο φορολογούμενος, παρά την υποχρέωσή του να υποβάλει φορολογική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, δεν υποβάλει φορολογική δήλωση, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εκδώσει πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου ορίζοντας τη φορολογητέα ύλη, με βάση κάθε στοιχείο και πληροφορία που έχει στη διάθεσή της και αφορούν ιδίως το επίπεδο διαβίωσης του φορολογουμένου, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητάς του ή ομοειδείς επιχειρηματικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες. Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να εκδίδει απόφαση σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της κατ’ εκτίμηση φορολογητέας ύλης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου Εάν, μετά την έκδοση της πράξης αυτής, ο φορολογούμενος υποβάλλει φορολογική δήλωση, η πράξη αυτή παύει να ισχύει αυτοδικαίως.».
4. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 34 του ν.4174/2013 και μετά τις λέξεις «25 του» προστίθεται η λέξη «Κώδικα» και στο τέλος του άρθρου 34 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί σε έκδοση πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και στην περίπτωση κατά την οποία δεν υποβλήθηκε δήλωση από το φορολογούμενο και δεν έχει εκδοθεί πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.».
5. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 36 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «οικείου φορολογικού » και μετά τη λέξη έτους προστίθενται οι λέξεις « εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης».
6. Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «υποβάλλει» προστίθενται οι λέξεις « αρχική ή» και στην περίπτωση γ’ διαγράφονται οι λέξεις «η οποία δεν προσβάλλεται με ένδικο βοήθημα η μέσο» και μετά τη λέξη «απόφασης» προστίθενται οι λέξεις «επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης».
7. Ο τίτλος του άρθρου 37 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Έκδοση και κοινοποίηση πράξης προσδιορισμού φόρου».
8. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 37 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις « και κοινοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αφορά ο προσδιορισμός φόρου» καθώς και η λέξη «τουλάχιστον» .
9. Στο άρθρο 37 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται η περίπτωση ι’ ως εξής:
«ι) τυχόν αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα» και προστίθεται περίπτωση κ’ ως εξής: «λοιπές πληροφορίες».
10. Στο άρθρο 37 του ν.4174/2013 και μετά τη λέξη « πληροφορίες» προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η πράξη προσδιορισμού φόρου κοινοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αφορά ο προσδιορισμός φόρου».
11. Το άρθρο 38 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.Κατά τον προσδιορισμό φόρου, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα. Οι εν λόγω διευθετήσεις αντιμετωπίζονται, για φορολογικούς σκοπούς, με βάση τα χαρακτηριστικά της οικονομικής τους υπόστασης.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «διευθέτηση» νοείται κάθε συναλλαγή, δράση, πράξη, συμφωνία, επιχορήγηση, συνεννόηση, υπόσχεση, δέσμευση ή γεγονός . Μια διευθέτηση μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας. Για τον καθορισμό του τεχνητού ή μη χαρακτήρα μιας διευθέτησης ή σειράς διευθετήσεων, η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει εάν αυτές αφορούν μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες καταστάσεις:
α) ο νομικός χαρακτηρισμός των μεμονωμένων σταδίων από τα οποία αποτελείται μια διευθέτηση είναι ασυμβίβαστος με τη νομική υπόσταση της διευθέτησης στο σύνολό της·
β) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων εφαρμόζεται κατά τρόπο που δεν συνάδει με μια συνήθη επιχειρηματική συμπεριφορά·
γ) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων περιλαμβάνει στοιχεία που έχουν ως αποτέλεσμα την αλληλοαντιστάθμιση ή την αλληλοακύρωσή τους·
δ) η σύναψη συναλλαγών είναι κυκλικού χαρακτήρα·
ε) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων οδηγεί σε σημαντικό φορολογικό πλεονέκτημα αλλά αυτό δεν αντανακλάται στους επιχειρηματικούς κινδύνους, τους οποίους αναλαμβάνει ο φορολογούμενος ή στις ταμειακές ροές του·
στ) το αναμενόμενο περιθώριο κέρδους πριν από το φόρο είναι σημαντικό σε σύγκριση με το ύψος του αναμενόμενου φορολογικού πλεονεκτήματος.
4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ο στόχος μιας διευθέτησης ή σειράς διευθετήσεων συνίσταται στην αποφυγή της φορολόγησης, εφόσον, ανεξαρτήτως από τις υποκειμενικές προθέσεις του φορολογούμενου αντίκειται στο αντικείμενο, στο πνεύμα και στο σκοπό των φορολογικών διατάξεων που θα ίσχυαν σε άλλη περίπτωση.
5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ένας δεδομένος στόχος πρέπει να θεωρείται κρίσιμος, εφόσον οιοσδήποτε άλλος στόχος που αποδίδεται ή θα μπορούσε να αποδοθεί στη διευθέτηση ή στη σειρά διευθετήσεων φαίνεται αμελητέος, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων της υπόθεσης.
6. Για να καθοριστεί εάν η διευθέτηση ή η σειρά διευθετήσεων έχει οδηγήσει σε φορολογικό πλεονέκτημα με την έννοια της παραγράφου 1, η Φορολογική Διοίκηση συγκρίνει το ύψος του οφειλόμενου φόρου από το φορολογούμενο, λαμβάνοντας υπόψη την εν λόγω διευθέτηση, με το ποσό που θα όφειλε ο ίδιος φορολογούμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, εν απουσία της εν λόγω διευθέτησης.».
Άρθρο 48
Συμπλήρωση διατάξεων στο ένατο κεφάλαιο του ν.4174/2013
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 40 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «εκτέλεσης» προστίθενται οι λέξεις «και της λήψης διασφαλιστικών μέτρων».
2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 40 του ν.4174/2013 η λέξη «η είσπραξη» αντικαθίσταται από τις λέξεις « Οι διαδικασίες είσπραξης» και οι λέξεις «μπορεί να ανατεθεί» αντικαθίστανται με τις λέξεις «μπορούν να ανατεθούν».
3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 40 του ν.4174/2013 οι λέξεις «και της κατάθεσης αγωγής καταδολίευσης» αντικαθίστανται με τις λέξεις «της άσκησης αγωγής διάρρηξης»
4. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 41 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «διορθωτικού» προστίθενται οι λέξεις « ή εκτιμώμενου» και στο δεύτερο εδάφιο διαγράφονται οι λέξεις «εκτιμώμενου προσδιορισμού ή» .
5. Στο άρθρο 42 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: « Η αξίωση για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλήθηκε αχρεώστητα παραγράφεται κατά το χρόνο που παραγράφεται το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 36 του Κώδικα αναφορικά με την αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση από την οποία πηγάζει η αξίωση προς επιστροφή».
6. Στο άρθρο 42 του ν.4174/2013 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5.Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
7. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 προστίθεται μετά τη λέξη «πριν» οι λέξεις «ή μετά» και προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».
8. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 45 του ν.4174/2013 διαγράφονται από την περίπτωση β’ οι λέξεις « που κοινοποιείται στο φορολογούμενο» και από την στ’ οι λέξεις « όπως κοινοποιείται στο φορολογούμενο» και προστίθεται περίπτωση η’ ως εξής:
«η) σε περίπτωση ενδικοφανούς προσφυγής, η απόφαση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης.».
9. Το άρθρο 46 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η Φορολογική Διοίκηση, προκειμένου να διασφαλίζει την είσπραξη φόρων, μπορεί σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για την είσπραξη των φόρων, να προβαίνει με βάση τον εκτελεστό τίτλο του άρθρου 45 του Κώδικα πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της οφειλής και χωρίς δικαστική απόφαση στην επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης κινητών, ακινήτων, εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε αυτά, απαιτήσεων και γενικά όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη του Δημοσίου είτε βρίσκονται στα χέρια του είτε στα χέρια τρίτου. Η συντηρητική κατάσχεση τρέπεται αυτοδίκαια σε αναγκαστική με την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας καταβολής της οφειλής και έχει τις συνέπειες της αναγκαστικής κατάσχεσης από το χρόνο της εγγραφής της. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 707-723 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εξαιρουμένων των άρθρων 715 παρ.5 και 722 του ανωτέρω Κώδικα.
2. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, να προβαίνει στη λήψη των προβλεπόμενων στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ασφαλιστικών μέτρων με βάση τον εκτελεστό τίτλο αλλά και πριν από την απόκτηση εκτελεστού τίτλου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 691 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
3. Τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου διατάσσονται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Πρωτοδικείου της έδρας του οργάνου της Φορολογικής Διοίκησης χωρίς να απαιτείται προηγούμενη κλήτευση του φορολογουμένου.
4. Με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να εγγραφεί υποθήκη για κάθε φόρο και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα.
5. Εφόσον η Φορολογική Διοίκηση διαπιστώνει παραβάσεις φοροδιαφυγής κατά την έννοια του άρθρου 55 παρ.1 περ. β’ και γ’, αθροιστικά άνω του ποσού των 150.000 ευρώ ή κατά την έννοια των περ. δ’ και ε’ του αρ.55 παρ.1 εφόσον η αξία των συναλλαγών των φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό των 300.000 ευρώ, μπορεί, βάσει ειδικής έκθεσης ελέγχου, να επιβάλλει σε βάρος του παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα. Ειδικότερα η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να μην παραλαμβάνει και να μην χορηγεί έγγραφα που απαιτούνται για τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή δεσμεύεται το πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του παραβάτη. Το μη χρηματικό περιεχόμενο θυρίδων και οι μη χρηματικές παρακαταθήκες, δεσμεύονται στο σύνολό τους.
6. Τα μέτρα της παραγράφου 5 επιβάλλονται σωρευτικά σε βάρος των ομορρύθμων εταίρων προσωπικών εταιριών καθώς και σε βάρος κάθε προσώπου εντεταλμένου από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση οποιουδήποτε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας από την τέλεση της παράβασης και εφεξής, ανεξάρτητα αν έχουν αποβάλει την ιδιότητα αυτή στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής της παρ. β΄ και γ΄ τ του άρθρου 55 και κατά την τέλεση αυτής στην περίπτωση οποιασδήποτε παράβασης φοροδιαφυγής των περιπτώσεων δ΄και ε΄ του άρθρου 55 παρ.1. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα εξειδικεύονται τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, καθορίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα μέτρα αίρονται εν όλω ή εν μέρει και οι περιπτώσεις μη εφαρμογής τους, προσδιορίζεται ο χρόνος διατήρησης αυτών και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα. Η προθεσμία και η άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής του άρθρου 63 του Κώδικα, δεν αναστέλλουν την εφαρμογή των μέτρων, εφαρμοζομένων αναλογικά των οριζομένων στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου.
7. Τα μέτρα της παραγράφου 5 δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της από τα δεσμευθέντα περιουσιακά στοιχεία, με αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»
10. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 47 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «τόκων ή» και η λέξη «αποστέλλει» αντικαθίσταται από τη λέξη «κοινοποιεί».
11. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 47 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριάντα(30) ημερών» και προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής : «Δεν απαιτείται η κοινοποίηση της ειδοποίησης για την επιβολή κατάσχεσης στις περιπτώσεις κατάσχεσης χρηματικών ποσών ή απαιτήσεων στα χέρια του φορολογουμένου ή τρίτου».
12. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 47 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «ονοματεπώνυμο» προστίθενται οι λέξεις « ή επωνυμία» , στην περίπτωση γ’ διαγράφονται οι λέξεις «αριθμών» και « ή και» και μετά τη λέξη «καταβολής « προστίθενται οι λέξεις « και αριθμού», στην περίπτωση δ’ μετά τη λέξη «περίοδοι» προστίθενται οι λέξεις « ή οι φορολογικές υποθέσεις» και στην περίπτωση η’ διαγράφεται η λέξη «επίδοση»και αντικαθίσταται από τη λέξη «κοινοποίηση».
13. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 47 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη « ειδοποίηση» προστίθενται οι λέξεις «η οποία δεν εξομοιώνεται με επιταγή προς πληρωμή,».
14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 48 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η Φορολογική Διοίκηση συμψηφίζει απαιτήσεις από φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα και σε όλη την εν γένει φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία , σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 ΚΕΔΕ. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να συμψηφίζει κάθε άλλη απαίτηση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο.».
15. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 48 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «δικαστική» προστίθενται οι λέξεις «ή διοικητική», και μετά τη λέξη «αναστολή» προστίθενται οι λέξεις «του άρθρου 63 του Κώδικα».
16. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 49 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις «με τη σύμφωνη γνώμη του Οικονομικού Εισαγγελέα».
17. Η παράγραφος 3 του άρθρου 49 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία του η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβαίνει στην άσκηση αγωγής διάρρηξης για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, σύμφωνα με τα άρθρα 939κ.ε. του ΑΚ . Στην περίπτωση αυτή η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να ζητήσει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση σύμφωνα με τα άρθρα 725 κ.ε. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».
18. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 50 του ν.4174/2013 προστίθεται η λέξη «πρόεδροι,» πριν τη λέξη «διευθυντές», οι λέξεις «τόκων και προστίμων» μετά τις λέξεις « πληρωμή του φόρου» και η λέξη «οφείλεται» αντικαθίσταται από τη λέξη «οφείλονται»,
19. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 50 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «φόρους» προστίθενται οι λέξεις «το ΦΠΑ και όλους τους επιρριπτόμενους φόρους».
20. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 50 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «εταίροι» προστίθενται οι λέξεις «κεφαλαιουχικών εταιρειών» και οι λέξεις «πέντε (5%) τοις εκατό» αντικαθίστανται με τις λέξεις «δέκα (10%) τοις εκατό».
21. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 50 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «εταίρος» προστίθενται οι λέξεις «κεφαλαιουχικών εταιρειών» και οι λέξεις «πέντε (5%) τοις εκατό» αντικαθίστανται με τις λέξεις «δέκα (10%) τοις εκατό» ενώ μετά τη λέξη «αναληφθέντων» προστίθενται οι λέξεις «εντός της ως άνω τριετίας».
22. Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την είσπραξη των φόρων και λοιπών εσόδων του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα παραγράφεται πέντε (5) έτη από την λήξη του έτους, εντός του οποίου αποκτήθηκε νόμιμος τίτλος εκτέλεσης. Η κοινοποίηση στο φορολογούμενο ατομικής ειδοποίησης και οποιασδήποτε πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης διακόπτει την παραγραφή. Επιπροσθέτως, την παραγραφή διακόπτουν η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση, προς κατάταξη στον υπάλληλο πλειστηριασμού καθώς και στον εκκαθαριστή κληρονομιάς ή διαλυθέντος νομικού προσώπου ή στον ειδικό εκκαθαριστή επιχείρησης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις καθώς και η εγγραφή προσημείωσης ή υποθήκης επί οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του φορολογούμενου. Επί αλληλεγγύως ευθυνόμενων, η διακοπή της παραγραφής ως προς έναν από αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών. Η παραγραφή του παρόντος άρθρου αναστέλλεται: α) Για όσο χρονικό διάστημα είχε χορηγηθεί ρύθμιση τμηματικής καταβολής ή η Φορολογική Διοίκηση δεν μπορούσε να εισπράξει το χρέος λόγω αναστολής εκτελέσεως από οποιαδήποτε αιτία. Στην περίπτωση αυτή η παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα έτος από τη λήξη της αναστολής. β)Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του φορολογούμενου. γ) Κατά τη διάρκεια της δικαστικής αμφισβήτησης ή του εκτελεστού τίτλου της απαίτησης, ή της νομιμότητας της είσπραξης, ή του κύρους πράξης της εκτέλεσης και μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους από την επίδοση στη Φορολογική Διοίκηση με δικαστικό επιμελητή αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
Η μη εκκίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη των φόρων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός του οποίου ο φορολογούμενος κατέστη υπερήμερος, συνεπάγεται την πειθαρχική ευθύνη του αρμοδίου οργάνου της φορολογικής διοίκησης, εκτός εάν αιτιολογημένα κρίνεται από το Γενικό Γραμματέα, ότι η μη εκκίνηση της διαδικασίας αυτής είναι δικαιολογημένη».
Άρθρο 49
Συμπλήρωση διατάξεων στο δέκατο κεφάλαιο
του ν. 4174/2013
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 53 του ν.4174/2013 διαγράφονται οι λέξεις: «από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας έως και την ημέρα καταβολής του φόρου» και αντικαθίστανται από τις λέξεις « από την επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας».
2. Στον πέμπτο στίχο της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν.4174/2013 διαγράφεται η λέξη «επιστροφής» και μετά τη λέξη «ημερομηνία» προστίθενται οι λέξεις « ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή » ενώ διαγράφεται και η λέξη «φορολογικές»
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 53 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο Γενικός Γραμματέας με απόφασή του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων καθώς και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».
4. Στην περίπτωση ζ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «μητρώο» προστίθενται οι λέξεις «ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές με εξαπάτηση της Φορολογικής Διοίκησης,»
5. Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 η λέξη «πλασματικές» αντικαθίσταται από τη λέξη «ανύπαρκτες» και προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως απόκρυψη εισοδημάτων θεωρείται η μη απόδοση για κάθε φορολογικό έτος ποσού φόρου τουλάχιστον 10.000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και τουλάχιστον 60.000 ευρώ εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων»
6. Στην περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση θεωρείται η μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση, για κάθε φορολογικό έτος ή διαχειριστική περίοδο και για κάθε μία φορολογία, τουλάχιστον 10.000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και τουλάχιστον 60.000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων».
7. Στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 αντικαθίστανται οι λέξεις «αρμόδιας φορολογικής αρχής» από τις λέξεις «Φορολογικής Διοίκησης» και στην περίπτωση ε’ αντικαθίστανται οι λέξεις «κατά τόπο αρμόδια, σύμφωνα με την αναγραφόμενη στο στοιχείο διεύθυνση, φορολογική αρχή», από τις λέξεις «Φορολογική Διοίκηση».
8. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 προστίθενται περιπτώσεις στ’,ζ’,η’,θ’, ως εξής:
«στ. η μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση παραστατικών στοιχείων, εφόσον η αποκρυβείσα αξία υπερβαίνει τα 5.000,00 ευρώ.
ζ. η απόκρυψη στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο ή συνθέτουν το αντικείμενο του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων με μη υποβολή δήλωσης ή με υποβολή ανακριβούς δήλωσης και με σκοπό τη μη πληρωμή του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων. Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως απόκρυψη θεωρείται η μη απόδοση για κάθε φορολογικό έτος ποσού φόρου τουλάχιστον 5.000 ευρώ .
η. η απόκρυψη στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο ή συνθέτουν το αντικείμενο του ειδικού φόρου ακινήτων (ν.3091/2002) με μη υποβολή δήλωσης ή με υποβολή ανακριβούς δήλωσης και με σκοπό τη μη πληρωμή του ειδικού φόρου ακινήτων.
θ. η απόκρυψη οποιαδήποτε φορολογητέας ύλης με μη υποβολή δήλωσης ή με υποβολή ανακριβούς δήλωσης και με σκοπό τη μη πληρωμή οποιουδήποτε άλλου φόρου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα. Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως απόκρυψη θεωρείται η μη απόδοση για κάθε φορολογικό έτος ποσού φόρου τουλάχιστον 5.000 ευρώ.».
9. Στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «στοιχείων» προστίθενται οι λέξεις «ή νόθευσης αυτών καθώς και καταχώρησης στα βιβλία, αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο».
10. Στην υποπερίπτωση ββ’ της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 διαγράφονται το δεύτερο και τρίτο εδάφιο.
11. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 55 του ν.4174/2013 οι λέξεις « η σχετική διοικητική διαδικασία» αντικαθίστανται με τις λέξεις «όλες οι διαδικασίες που προβλέπονται».
12. Στο άρθρο 55 του ν.4174/2013 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να ερευνά παραβάσεις του παρόντος Κώδικα και άλλων νόμων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού χωρίς να θίγεται η εφαρμογή του άρθρου 33 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
13. Στον τίτλο του άρθρου 56 του ν.4174/2013 και μετά τις λέξεις «μη υποβολής» προστίθενται οι λέξεις « ή ανακριβούς/ατελούς» και στην παράγραφο 2 μετά τις λέξεις «μη υποβολής» προστίθενται οι λέξεις « ή ανακριβούς/ατελούς
14. Το άρθρο 57 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, υπολογίζεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του φόρου που δεν καταβλήθηκε εμπρόθεσμα. Μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου. Μετά την πάροδο δύο (2) ετών ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του φόρου. Το πρόστιμο των προηγούμενων εδαφίων υπολογίζεται και στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης με βάση το χρόνο, κατά τον οποίο έληγε η σχετική προθεσμία υποβολής.».
15. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 58 του ν.4174/2013 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται και επί εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου»
16. Το άρθρο 62 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
« 1. Ο Γενικός Γραμματέας είναι αρμόδιος για την έκδοση πράξεων επιβολής προστίμων. Οι διατάξεις του Κώδικα, και ιδίως αυτές που αφορούν το φορολογικό έλεγχο, τον προσδιορισμό φόρου και την είσπραξη, εφαρμόζονται αναλόγως και για τις πράξεις επιβολής προστίμων».
2. Η πράξη επιβολής προστίμων κοινοποιείται στο φορολογούμενο ή το ευθυνόμενο πρόσωπο: α) μαζί με την πράξη προσδιορισμού του φόρου ή β) αυτοτελώς, εάν η πράξη προσδιορισμού του φόρου δεν εκδίδεται ταυτόχρονα.
3. Η πράξη επιβολής προστίμων πρέπει να περιλαμβάνει αυτοτελή αιτιολογία.
4. Ο φορολογούμενος ή το ευθυνόμενο πρόσωπο καλείται εγγράφως από το Γενικό Γραμματέα να υποβάλλει ενδεχόμενες αντιρρήσεις του σχετικά με επικείμενη έκδοση πράξης επιβολής προστίμων τουλάχιστον τριάντα(30) ημέρες πριν την έκδοσή της, με εξαίρεση τις υποχρεώσεις καταβολής προστίμων για διαδικαστικές παραβάσεις καθώς και για πρόστιμα, τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό, εκτιμώμενο ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου.
5. Πρόστιμα καταβάλλονται εφάπαξ έως και την τριακοστή ημέρα μετά την κοινοποίηση της πράξης επιβολής με εξαίρεση τις περιπτώσεις των άρθρων 57 και 59.
Για τις διαδικαστικές παραβάσεις του άρθρου 54 καθώς και για τις λοιπές παραβάσεις του Κώδικα, ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξεως επιβολής προστίμου άρχεται στο τέλος του έτους, κατά το οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση.»
Άρθρο 50
Συμπλήρωση διατάξεων του ενδέκατου κεφαλαίου του ν.4174/2013
1. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 63 του ν.4174/2013 μετά τη λέξη «Διοίκηση» προστίθενται οι λέξεις « ή σε περίπτωση σιωπηρής άρνησης»
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 63 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η φορολογική αρχή αποστέλλει την ενδικοφανή προσφυγή του υπόχρεου, συνοδευόμενη από σχετικά έγγραφα και τις απόψεις αυτής, εντός επτά (7) ημερών από την υποβολή στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης, προκειμένου η τελευταία να αποφανθεί. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού υπό την προϋπόθεση, ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%).».
3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 63 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται η λέξη «κοινοποίηση» από τη λέξη «έκδοση», διαγράφονται οι λέξεις «στον υπόχρεο», και αντικαθίσταται οι λέξεις « του προστίμου» από τις λέξεις « των τόκων».
4. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 63 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, δεν εκδοθεί απόφαση τότε θεωρείται ότι η ενδικοφανής προσφυγή έχει απορριφθεί από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης και ο υπόχρεος έχει λάβει γνώση αυτής της απόρριψης κατά την εκπνοή της προθεσμίας αυτής.»
5. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 63 του ν.4174/2013 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η φορολογική αρχή, της οποίας η πράξη ακυρώνεται για τυπικές πλημμέλειες, εκδίδει νέα πράξη σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης».
6. Μετά το άρθρο 65 A του ν.4174/2013, που προστίθεται με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του παρόντος, προστίθεται άρθρο 65 Β που έχει ως εξής:
«Άρθρο 65 Β
Φορολογικό πιστοποιητικό
1. Νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 3693/2008 (Α` 174) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, υποχρεούνται στην έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού. Το πιστοποιητικό αυτό εκδίδεται μετά από έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα. Φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό αυτό. Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής. Τα πιο πάνω πρόσωπα διώκονται και τιμωρούνται για κάθε παράλειψη των υποχρεώσεων τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3693/2008 και έχουν ειδικότερα την υποχρέωση να αρνηθούν τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου εφόσον παρέχουν στην ελεγχόμενη οντότητα συμβουλευτικές υπηρεσίες φορολογικού περιεχομένου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 20 του νόμου 3693/2008. Στις ανώνυμες εταιρίες και στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί φορολογικό πιστοποιητικό σύμφωνα με όσα ορίζονται ανωτέρω, επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση πρόστιμο από 5.000 ευρώ έως 40.000 ευρώ, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ανάλογα με τα ακαθάριστα έσοδα που έχουν πραγματοποιήσει κατά το ελεγχόμενο φορολογικό έτος. Η μη έκδοση φορολογικού πιστοποιητικού, όπως και η διαπίστωση σε αυτό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 του Κώδικα Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του ελέγχου της προηγούμενης παραγράφου, ενδεχόμενες συγκεκριμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργούνται, εξαιρέσεις από την υποχρέωση έκδοσης φορολογικού πιστοποιητικού μέχρι ποσού ακαθαρίστων εσόδων 150.000 ευρώ ετησίως, το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που εκδίδεται και οι επιφυλάξεις που τυχόν διατυπώνονται σε αυτό, ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής του, ζητήματα εφαρμογής της υποχρέωσης του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Πέραν της εφαρμογής του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 1, στους νόμιμους ελεγκτές και στα ελεγκτικά γραφεία που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και της κανονιστικής απόφασης που προβλέπεται στην παρούσα υποπαράγραφο επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.
Άρθρο 51
Συμπλήρωση διατάξεων στο δωδέκατο κεφάλαιο
του ν.4174/2013
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου άρθρο 66 του ν.4174/2013 διαγράφεται και προστίθενται παράγραφοι 1 έως και 29, ως εξής:
«1. Μετά την 1.1.2014, για υποθέσεις προσωρινού ή οριστικού φορολογικού ελέγχου, που αφορά χρήσεις, περιόδους, φορολογικές υποθέσεις ή υποχρεώσεις πριν από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.
2.Κατά παρέκκλιση του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, τέλους ή εισφοράς, που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται κατόπιν προσωρινού φορολογικού ελέγχου, ο οποίος διατάχθηκε μέχρι την 31.12.2013, δεν κωλύουν τη μετά από νέο έλεγχο μεταγενέστερη διόρθωσή του. Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται μετά από τακτικό (οριστικό) φορολογικό έλεγχο που διατάχθηκε έως την 31.12.2013, στις περιπτώσεις στις οποίες σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν. 2238/1994, της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του ν. 2859/2000 και του άρθρου 77 του ν. 2961/2001 και κάθε άλλης συναφούς διάταξης, εκδίδεται μερική καταλογιστική πράξη.
3.Για χρήσεις, περιόδους, φορολογικές υποθέσεις ή υποχρεώσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί μέχρι την 31.12.2013 εντολή ελέγχου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου 7 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εφ’ όσον κατά το χρόνο έναρξης ισχύος αυτού δεν έχει γίνει έναρξη του ελέγχου. Ως έναρξη του ελέγχου για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου λογίζεται η θεώρηση των βιβλίων του φορολογουμένου από όργανο της Φορολογικής Διοίκησης ή η κοινοποίηση πρόσκλησης για επίδειξη βιβλίων στον έλεγχο, στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η θεώρηση των βιβλίων ή η έκδοση της εντολής ελέγχου στην περίπτωση που δεν τηρούνται βιβλία
4.Κοινοποιήσεις κατά το άρθρο 5 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, διενεργούνται και για χρήσεις, περιόδους, φορολογικές υποθέσεις ή υποχρεώσεις πριν από την έναρξη ισχύος αυτού.
5.Για φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται μετά την 1.1.2014, ανεξάρτητα από τη χρήση, την περίοδο, τη φορολογική υπόθεση ή υποχρέωση την οποία αφορούν, διενεργείται άμεσος προσδιορισμός του φόρου ή εκδίδεται πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, κατά περίπτωση.
6. Για φορολογικές χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή υποχρεώσεις για τις οποίες έως την 31.12.2013 έχουν εκδοθεί οριστικά φύλλα ελέγχου ή οριστικές πράξεις προσδιορισμού ή καταλογισμού οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή εισφοράς ή εκκαθαριστικά σημειώματα ή οποιαδήποτε άλλη συναφής πράξη, ως νέο στοιχείο, κατά την έννοια του άρθρου 25 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, θεωρείται οποιοδήποτε στοιχείο δεν τελούσε σε γνώση της αρμόδιας για τον τακτικό (οριστικό) έλεγχο φορολογικής αρχής, κατά τον χρόνο διενέργειας του.
7. Σε περίπτωση ακύρωσης με απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, για τυπικούς λόγους ή λόγω νομικής πλημμέλειας, οποιασδήποτε πράξης καταλογισμού, η Φορολογική Διοίκηση, σε συμμόρφωση με την δικαστική απόφαση, εκδίδει, μετά τον χρόνο ισχύος του, τις προβλεπόμενες από τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας πράξεις προσδιορισμού του φόρου, ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσης της δικαστικής απόφασης.
8. Για τις δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται μετά την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 41 παρ. 4 και 30 παρ. 1 αυτού.
9. Επί πράξεων ή αποφάσεων της επιτροπής διοικητικής επίλυσης διαφορών του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994 και της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης του άρθρου 70Β του ίδιου νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Ο φόρος, το τέλος, η εισφορά ή το πρόστιμο, που προσδιορίζεται στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, καταβάλλεται όπως ορίζεται στις παραπάνω πράξεις ή αποφάσεις ή στις διατάξεις της οικείας φορολογίας.
10. Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης διοικητικού δικαστηρίου με την οποία κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση ενδίκου βοηθήματος ή μέσου και αναπέμπεται η υπόθεση στη Φορολογική Διοίκηση για να τηρηθεί η διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, το αίτημα για διοικητική επίλυση εξετάζεται από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδεχθεί την προσβαλλόμενη πράξη εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της δικαστικής απόφασης ή σχετικής πρόσκλησης της Φορολογικής Διοίκησης. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται ανάλογα και για περιπτώσεις εκκρεμών αιτημάτων διοικητικής επίλυσης, κατ’ εφαρμογή της προϊσχύουσας νομοθεσίας.
11. Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ’ εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά την θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί.
12. Οι διατάξεις του άρθρου 44 παράγραφος 1 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ισχύουν από 1.1.2016. Μέχρι και την 31.12.2015, κατά την εκάστοτε καταβολή φόρου, εισπράττονται υποχρεωτικά επί του καταβαλλόμενου ποσού, οι αναλογούντες τόκοι και πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης καταβολής.
13. Οι διατάξεις του άρθρου 47 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζονται για οφειλές για τις οποίες αποκτάται εκτελεστός τίτλος από την 1.1.2014 και εφεξής.
14. Οι διατάξεις του άρθρου 51 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, σχετικά με το χρόνο παραγραφής και τους λόγους διακοπής και αναστολής αυτής, εφαρμόζονται για φόρους και λοιπά έσοδα για τα οποία η Φορολογική Διοίκηση αποκτά εκτελεστό τίτλο από την 1.1.2014 και εφεξής.
15. Μέχρι την 31.12.2015 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα
16. Tο άρθρο 53 παράγραφος 2 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζεται για αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται από την 1.1.2014 και εφεξής.
17. Στις πράξεις καταλογισμού οποιουδήποτε φόρου που εκδίδονται μετά την 1.1.2014 και αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως την 31.12.2013, εξακολουθούν να επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι του άρθρου 1 του ν.2523/97, όπως ίσχυε κατά φορολογία και χρήση. Μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 53 και 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
18. Για την υποβολή μετά την 1.1.2014, εκπροθέσμων χρεωστικών δηλώσεων που αφορούν χρήσεις, περιόδους, υποθέσεις ή εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις έως 31.12.2013, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν κατά φορολογία και χρήση. Μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 53 και 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
19. Για την υποβολή, μετά την 1.1.2014, εκπροθέσμων δηλώσεων από τις οποίες δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση ή δηλώσεων πληροφοριακού χαρακτήρα που αφορούν περιόδους έως την 31.12.2013, επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 4 του ν.2523/1997 με τον περιορισμό το καταβλητέο σε κάθε μία περίπτωση ποσό να μην ξεπερνά το προβλεπόμενο στο άρθρο 54 παρ. 2 περ. α΄ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
20. Η κοινή απόφαση με αριθμό 45081/30.10.1997 των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών που έχει εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990 (Α’ ) εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την κατάργησή της.
21. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εφαρμόζονται και για μέτρα που το Δημόσιο λαμβάνει ή έχει λάβει πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου επί περιουσιακών στοιχείων που έχουν δεσμευτεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 του ν.2523/1997 (Α΄179).
22. Για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης σύμφωνα με το άρθρο 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, οι προβλεπόμενες επιδόσεις κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας γίνονται και από οποιονδήποτε υπάλληλο της Φορολογικής Διοίκησης.
23. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας καταλαμβάνουν και τις υποθέσεις για τις οποίες έχουν συνταχθεί ειδικές εκθέσεις ελέγχου της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 2523/1997 μέχρι την 31.12.2013, αλλά δεν έχουν ληφθεί τα προβλεπόμενα μέτρα μέχρι την ημερομηνία αυτή.
24. Στις περιπτώσεις που έχουν ληφθεί μέτρα διασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 2523/1997, όπως ισχύει μέχρι την 31.12.2013, και δεν έχει υποβληθεί μέχρι την 31.12.2013 αίτηση της παραγράφου 4 του ανωτέρω άρθρου, ούτε έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου κατά των μέτρων, ο υπόχρεος δύναται να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης του άρθρου 63 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από το χρόνο έναρξης ισχύος του Κώδικα.
25. Αν έχει εκδοθεί απόφαση της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν.2523/1997, για τη μερική άρση των μέτρων, συνεπεία της οποίας αναβιώνει η επιβολή αυτών σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ο υπόχρεος δύναται, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την αναβίωση των μέτρων, να υποβάλει αίτημα για την επανεξέταση της απόφασης αυτής από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης.
26. Εκκρεμή αιτήματα που έχουν υποβληθεί μέχρι 31.12.2013 στον Υπουργό Οικονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν.2523/1997, εξετάζονται στο πλαίσιο της ειδικής διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης.
27. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του Κώδικα ΦΠΑ, που κυρώθηκε με το ν. 2859/2000, όπως αυτός ισχύει μέχρι την 31.12.2013, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι 31.03.2014 ή μέχρι την έκδοση αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εφόσον αυτές εκδοθούν σε προγενέστερο χρόνο.
28. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που ρυθμίζουν θέματα που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου, οι οποίες έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων που περιλαμβάνονται στα άρθρα 7 και 17 του ν. 1587/1950 ( Α’ 294) περί Φόρου Μεταβίβασης Ακινήτων (Φ.Μ.Α.), 23 και 23Α του ν. 3427/2005 (Α’ 312) περί Δήλωσης Στοιχείων Ακινήτων (Ε9) και Περιουσιολογίου Ακινήτων, 15 έως και 18 του ν. 3091/2002 (Α’ 330 Α΄) και 58 του ν. 3842/2010 (Α’ 58 Α΄) περί Ειδικού Φόρου επί των Ακινήτων (Ε.Φ.Α), καθώς και οποιαδήποτε άλλη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία ρυθμίζει θέματα διαδικασιών των φορολογιών που επιβλήθηκαν με τους ανωτέρω νόμους, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι 31.3.2014. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που ρυθμίζουν θέματα που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου, οι οποίες έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 16 του ν. 1882/1990 (Α’ 43) περί Φορολογίας Αυτομάτου Υπερτιμήματος, στα άρθρα 2 έως και 19 του ν. 3427/2005 (Α’ 312) περί Φόρου Αυτομάτου Υπερτιμήματος (Φ.Α.Υ.) και Τέλους Συναλλαγής Ακινήτων (Τ.Σ.Α), 21 έως και 35 του ν. 2459/1997 (Α’ 17) περί Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Μ.Α.Π.), 27 έως και 50 του ν. 3842/2010 (Α’ 58) περί Φόρου Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Α.Π.), 5 έως και 19 του ν. 3634/2008 (Α’ 9) και 53 του ν. 3842/2010 (Α’ 58) περί Ενιαίου Τέλους Ακινήτων (Ε.Τ.ΑΚ.), 53 του ν. 4021/2011(Α’ 218 ) περί Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.) και στο άρθρο πρώτο υποπαράγραφος Α7 του ν. 4152/2013 (Α’ 107) περί Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ακινήτων (Ε.Ε.Τ.Α.) καθώς και οποιαδήποτε άλλη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία ρυθμίζει θέματα διαδικασιών των φορολογιών που επιβλήθηκαν με τους ανωτέρω νόμους, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όπου αυτό απαιτείται.
29. Για τις υποθέσεις του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια, οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζονται από 1.1.2015.»
2. Οι παράγραφοι 2 έως 10 του άρθρου 66 αναριθμούνται σε παραγράφους 30 έως 39 και προστίθεται παράγραφος 40 ως εξής:
«40. Οι διατάξεις του άρθρου 65 τίθενται σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2014 και καταργούνται για τις χρήσεις που αρχίζουν από 1.1.2016 και μετά.»
3. Στο τέλος του ν.4174/2013 προστίθεται Παράρτημα που έχει ως εξής: «Παράρτημα
Φόρος μεταβίβασης ακινήτων (ν. 1587/1950), Δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) και Περιουσιολόγιο ακινήτων (άρθρα 23 και 23Α' του ν. 3427/2005), Ειδικός Φόρος επί των Ακινήτων (άρθρα 15 έως 18 του ν. 3091/2002), Τέλος Επιτηδεύματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων (άρθρο 31 του ν. 3986/2011), Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης Φυσικών Προσώπων (άρθρο 29 του ν. 3986/2011), Φόρος Πολυτελούς Διαβίωσης (άρθρο 44 του ν. 4111/2013), Φόρος Πλοίων με ελληνική και με ξένη σημαία (ν. 27/1975), Εισφορά Εισαγόμενου Συναλλάγματος (άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 4141/2013), Φόρος επί των μερισμάτων εταιριών του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (άρθρο 45 παρ. 5 του ν. 4141/2013), Έσοδα Εισιτηρίων Καζίνο (άρθρα 2 παρ. 10 του ν. 2206/1994, 31 παρ. 13 του ν. 2873/2000, 1 παρ. 1 του ν. 3139/2003, πρώτο περ. 9 υποπ. Ε 7 του ν. 4093/2012), Ειδικός Φόρος Πολυτελείας Χωρών της ΕΕ και Εγχωρίως Παραγομένων Ειδών (άρθρο 17 του ν. 3833/2010), Συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στα Μικτά Κέρδη των Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών Στοιχημάτων & Τυχερών Παιγνίων μέσω Διαδικτύου (άρθρο 50 ν. 4002/2011), Τέλος Συνδρομητών Κινητής Τηλεφωνίας και Τέλος Καρτοκινητής Τηλεφωνίας (άρθρο 33 ν. 3775/2009), Τέλη Διενέργειας Παιγνίων με Παιγνιόχαρτα (άρθρα 8 ν. 2515/1997, 8 παρ. 1 του ν. 2954/2001 και 10 παρ. 2 του ν. 3037/2002), Φόρος Ασφαλίστρων (άρθρο 29 του ν. 3492/2006), Ετήσιο Τέλος για τη Λειτουργία Χώρου Καπνιζόντων (άρθρο 45 του ν. 3986/2011), Ειδικός Φόρος στις Διαφημίσεις που προβάλλονται από την τηλεόραση (άρθρο πρώτο παρ. 12 του ν. 3845/2010, άρθρο 3 παρ. 9 της από 31-12-2011 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4047/2012, άρθρο 22 της από 31-12-2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4147/2013), Ειδικός Φόρος Ιδιωτικών Πλοίων Αναψυχής (άρθρο 2 του ν. 3790/2009), Φόρος Συγκέντρωσης Κεφαλαίου (άρθρα 17-31 του ν.1676/1986), Εισφορά Δακοκτονίας (άρθρο 102 του ν. 1402/1983), Εφάπαξ φόροι επί των αποθεμάτων πετρελαίου (άρθρα 23 του ν. 3634/2008, 2 του ν. 3828/2010 και τέταρτο παρ. 6 του ν. 3845/2010), Τέλη Χαρτοσήμου (π.δ. 28ης Ιουλίου 1931), Ειδικός Φόρος για την Ανάπτυξη της Κινηματογραφικής Τέχνης (άρθρο 60 του ν. 1731/1987), Φόρος Ακίνητης Περιουσίας (άρθρα 27 έως και 50 του ν. 3842/2010), Φόρος Αυτομάτου Υπερτιμήματος (άρθρο 16 του ν. 1882/1990), Φόρος Αυτομάτου Υπερτιμήματος και Τέλος Συναλλαγής Ακινήτων (άρθρα 2 έως και 19 του ν. 3427/2005), Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (άρθρα 21 έως και 35 του ν. 2459/1997), Ενιαίο Τέλος Ακινήτων (άρθρα 5 έως και 19 του ν. 3634/2008), το Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (άρθρο 53 του ν. 4021/2011), Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (άρθρο πρώτο υποπαράγραφος Α7 του ν. 4152/2013), Εισφορές Φυσικών Προσώπων (άρθρα 18 του ν. 3758/2009, 30 του ν. 3986/2011, 5 του ν. 3833/2010), Έκτακτη Εισφορά στα Ιδιωτικά Πλοία Αναψυχής (άρθρο 3 του ν. 3790/2009), Έκτακτες Εφάπαξ Εισφορές Κοινωνικής Ευθύνης των Νομικών Προσώπων (άρθρα 2 του ν. 3808/2009 και 5 του ν. 3845/2010), Αυτοτελής Φορολογία Αφορολόγητων Αποθεματικών (άρθρο 8 του ν. 2579/1998), Φορολογία Προβλέψεων Επισφαλών Απαιτήσεων (άρθρο 9, παρ. 4 του ν. 3296/2004), η Αυτοτελής Φορολογία Αφορολόγητων Αποθεματικών Τεχνικών Επιχειρήσεων (άρθρο 3 του ν. 2954/2001), Αυτοτελής Φορολογία των Αποθεματικών των Τραπεζών (άρθρο 10 του ν. 3513/2006), Ειδικός Φόρος Τραπεζικών Εργασιών (άρθρα 1 έως 16 του ν. 1676/1986).»
Άρθρο 52
Τροποποίηση διατάξεων ν. 4093/2012
1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 3 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Απαλλάσσονται επίσης οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., όπως ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με βάση τα ακαθάριστα έσοδά τους, ή το ποσό επιστροφής Φ.Π.Α., ή το ποσό της επιδότησης που λαμβάνουν ανά φορολογικό έτος.».
2. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 3 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 διαγράφονται οι λέξεις «και αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α.».
3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 6 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται η φράση «ή την παροχή υπηρεσιών».
4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 6 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από την παράδοση ή αποστολή των αγαθών στον αγοραστή και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων.»
5. Στο τέλος του άρθρου 6 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται παράγραφος 19 ως εξής:
«19. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εφαρμόζει κατάλληλες δικλείδες, που εξειδικεύονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, για την παρακολούθηση των παραλαμβανομένων και μη τιμολογημένων ακόμη από τους προμηθευτές αποθεμάτων, καθώς και των αποθεμάτων που έχουν διακινηθεί και εκκρεμεί τιμολόγηση.»
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 14 της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε1 της παραγράφου Ε του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις των άρθρων 5 και 8 καταργούνται. Οι διατάξεις του άρθρου 7 παύουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2015».
7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2014.
Άρθρο 53
Τροποποίηση διατάξεων ν. 3296/2004
1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 καταργείται η περίπτωση β και οι περιπτώσεις γ, δ και ε αναριθμούνται αντιστοίχως σε β, γ και δ.
2. Στην περίπτωση δ της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 οι λέξεις «φορολογικές και τελωνειακές» διαγράφονται.
Άρθρο 54
Έναρξη ισχύος
1. Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων του παρόντος.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 12 του Κεφαλαίου Α’ του παρόντος νόμου ισχύουν από 1.1.2014 και για κάθε επόμενο οικονομικό έτος.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 3 του άρθρου 36 ισχύουν από 1.1.2014.
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 2013
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
|
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
|
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ
|
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ
|
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
|
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
|
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ
|
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ
|
ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
|
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
|
ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ
|
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
|
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
|
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
|
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
|
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου