Με νέους, ευνοϊκότερους κανόνες θα υπολογιστούν οι φόροι που αναλογούν στα εισοδήματα του έτους 2020, τα οποία θα δηλώσουν φέτος στη Φορολογική Διοίκηση πάνω από 8,9 εκατ. φυσικά πρόσωπα.

του Γιώργου Παλαιτσάκη

Ο λόγος είναι ότι με νόμους που ψηφίστηκαν τα έτη 2019 και 2020 επήλθαν σημαντικές αλλαγές στις παραμέτρους υπολογισμού των φόρων, όπως η μείωση των φορολογικών συντελεστών και η προσωρινή κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του 2020 που δεν προέρχονται από μισθούς ή συντάξεις.

Με δεδομένη και τη σημαντική μείωση την οποία έχουν υποστεί τα φορολογητέα εισοδήματα των περισσότερων φυσικών προσώπων, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόστηκαν από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, οι φορολογούμενοι φέτος, στη συντριπτική τους πλειονότητα, είτε δεν θα πληρώσουν καθόλου φόρο είτε θα καταστούν δικαιούχοι είσπραξης επιστροφών φόρου, είτε θα κληθούν να πληρώσουν ποσά φόρων σημαντικά μειωμένα σε σύγκριση με αυτά που εκλήθησαν να καταβάλουν πέρυσι. Κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που θα υποβάλουν, εντός του δευτέρου τριμήνου του τρέχοντος έτους, τα φυσικά πρόσωπα, για να δηλώσουν τα εισοδήματα του έτους 2020, θα ισχύσουν οι εξής βασικοί κανόνες υπολογισμού των φόρων:

1. Εφαρμογή φορολογικής κλίμακας με συντελεστές 9% – 44% για τα εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, ατομικές επιχειρήσεις και αγροτικές δραστηριότητες. Τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και τα εισοδήματα από ατομικά ασκηθείσες επιχειρηματικές δραστηριότητες θα φορολογηθούν με ενιαία κλίμακα, αφού προηγουμένως αθροιστούν.

Στην κλίμακα αυτή ο κατώτατος συντελεστής φόρου ανέρχεται πλέον στο 9%, από 22% που ήταν μέχρι πέρυσι, και επιβάλλεται μέχρι το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 10.000 ευρώ. Πάνω από το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 10.000 ευρώ και μέχρι τα 20.000 ευρώ εξακολουθεί να επιβάλλεται συντελεστής φόρου 22%, πάνω από τα 20.000 και μέχρι τα 30.000 ευρώ επιβάλλεται πλέον συντελεστής φόρου μειωμένος από το 29% στο 28%, ενώ πάνω από τα 30.000 και μέχρι τα 40.000 ευρώ εφαρμόζεται συντελεστής φόρου μειωμένος από 37% σε 36%. Για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος άνω των 40.000 ευρώ ο συντελεστής φόρου μειώθηκε από το 45% στο 44%. Η ίδια κλίμακα που περιγράψαμε παραπάνω θα εφαρμοστεί και για τον υπολογισμό του φόρου στα εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες. Η φορολόγηση όμως των αγροτικών εισοδημάτων με την κλίμακα αυτή θα γίνεται αυτοτελώς.

2. Έκπτωση φόρου εισοδήματος έως 777-1.340 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες που δεν έχουν προστατευόμενα τέκνα ή έχουν ένα έως τέσσερα προστατευόμενα τέκνα: Ειδικά για τα ετήσια εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ από μισθούς και συντάξεις, καθώς επίσης και για τα ετήσια εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ από αγροτικές δραστηριότητες που αποκτούν οι κατ’ επάγγελμα αγρότες προβλέπεται πλέον έκπτωση φόρου:

  • * 777 ευρώ, εάν δεν υπάρχουν προστατευόμενα τέκνα.
  • * 810 ευρώ, εάν υφίσταται ένα προστατευόμενο τέκνο.
  • * 900 ευρώ, εάν υπάρχουν δύο προστατευόμενα τέκνα.
  • * 1.120 ευρώ, εάν υφίστανται τρία προστατευόμενα τέκνα.
  • * 1.340 ευρώ, εάν υφίστανται τέσσερα προστατευόμενα τέκνα.
  • * επιπλέον 220 ευρώ για κάθε προστατευόμενο τέκνο από το πέμπτο και πάνω.

Το ισχύον κατά περίπτωση ποσό έκπτωσης φόρου αφαιρείται από τον φόρο, ο οποίος προκύπτει από την εφαρμογή του συντελεστή φόρου 9% στα πρώτα 10.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος και του συντελεστή 22% στο τμήμα του εισοδήματος πάνω από τα 10.000 ευρώ και μέχρι τα 12.000 ευρώ, αν το ετήσιο εισόδημα κινείται μεταξύ των δύο αυτών επιπέδων.

Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία ο φόρος που αναλογεί με βάση τα όσα αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο είναι μικρότερος από την ισχύουσα έκπτωση φόρου, το ποσό της έκπτωσης αυτής περιορίζεται ακριβώς στο ύψος του αναλογούντος φόρου και τον μηδενίζει.

Για όσους από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες έχουν ετήσιο εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ, η ισχύουσα κατά περίπτωση έκπτωση φόρου, όπως προκύπτει σύμφωνα με τα παραπάνω περιγραφέντα, μειώνεται κατά το 2% του πέραν των 12.000 ευρώ τμήματος του ετησίου εισοδήματος.

Εισοδήματα από ακίνητα

3. Εφαρμογή αυτοτελούς κλίμακας φορολογίας για τα εισοδήματα από ακίνητα, με συντελεστές από 15% έως 45%: Προβλέπεται αυτοτελής φορολόγηση των εισοδημάτων από την εκμετάλλευση ακίνητης περιουσίας με κλίμακα στην οποία ισχύουν συντελεστές φόρου:

α) 15% μέχρι το επίπεδο ετησίου εισοδήματος 12.000 ευρώ.

β) 35% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 35.000 ευρώ.

γ) 45% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 35.000 ευρώ.

4. Επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης κλιμακωτά, με συντελεστές από 2,2% έως 10%, σε ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ τα οποία προήλθαν ΜΟΝΟ από μισθούς ή και συντάξεις: Στους έχοντες ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ (δηλωθέντα φορολογούμενα και φοροαπαλλασσόμενα αθροιστικά από όλες τις πηγές) προερχόμενα μόνο από μισθούς ή και συντάξεις θα επιβάλλεται και φέτος, κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων, ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογιζόμενη κλιμακωτά, ως εξής:

  • * 2,2% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 20.000 ευρώ,
  • * 5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 20.001 ως 30.000 ευρώ,
  • * 6,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 30.001 ως 40.000 ευρώ,
  • * 7,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 40.001 ως και 65.000 ευρώ,
  • * 9% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 65.001 ως και 220.000 ευρώ και
  • * 10% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 220.000 ευρώ.

Τα εισοδήματα του 2020 από όλες τις άλλες πηγές, δηλαδή από επιχειρηματικές και αγροτικές δραστηριότητες, από ακίνητα, από μερίσματα, από τόκους, από υπεραξίες μετοχών και άλλων χρηματοοικονομικών προϊόντων κ.λπ. εξαιρούνται από την επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.

5. Επιβολή προκαταβολής φόρου εισοδήματος έναντι του επόμενου έτους με συντελεστή 100% επί του κύριου φόρου εισοδήματος, σε όσους δηλώνουν εισοδήματα από επιχειρηματικές ή και αγροτικές δραστηριότητες. Η προκαταβολή επιβάλλεται επί του φόρου εισοδήματος που αναλογεί σε εισοδήματα από επιχειρηματικές ή και αγροτικές δραστηριότητες. Αν συνυπάρχουν και εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις συμψηφίζεται με τους παρακρατηθέντες φόρους επί των εισοδημάτων αυτών και, αναλόγως, μειώνεται ή μηδενίζεται.

6. Επιβολή τέλους επιτηδεύματος από 400 έως 650 ευρώ σε κάθε φορολογούμενο που έχει ασκήσει επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα: Οι φορολογούμενοι που άσκησαν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες το 2020 οφείλουν να πληρώσουν φέτος το ετήσιο τέλος επιτηδεύματος το οποίο ανέρχεται σε 650 ευρώ και σε επιπλέον 600 ευρώ, για κάθε υποκατάστημα. Ειδικά για τους εργαζόμενους με «μπλοκάκια», δηλαδή τα φυσικά πρόσωπα που το εισόδημά τους προέρχεται από ατομική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα και έχουν έγγραφη σύμβαση με μέχρι 3 φυσικά ή και νομικά πρόσωπα, ή το 75% των ακαθάριστων εσόδων τους προέρχεται από 1 φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τα ποσά του τέλους επιτηδεύματος ανέρχονται σε 400 ευρώ ετησίως, εφόσον η έδρα βρίσκεται σε τουριστικό τόπο ή σε πόλεις-χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους, και σε 500 ευρώ ετησίως εφόσον η έδρα βρίσκεται σε πόλη με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους. Η περιοχή του Νομού Αττικής λογίζεται ως μια πόλη, καθώς και το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης.

Σε περίπτωση διακοπής της δραστηριότητας μέσα στη χρήση του 2020, το τέλος επιτηδεύματος θα περιορίζεται ανάλογα με τους μήνες λειτουργίας της επιχείρησης ή της άσκησης του επαγγέλματος μέσα στο 2020. Χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 15 ημερών θα λογίζεται ως μήνας.

Εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος:

α) τα πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%.

β) όσοι ασκούν τη δραστηριότητά τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 3.100 κατοίκους, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους.

γ) οι φορολογούμενοι για τους οποίους δεν έχουν παρέλθει 5 έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και εκείνοι για τους οποίους υπολείπονται λιγότερα από 3 έτη μέχρι το 65ο έτος της ηλικίας.

δ) Οι Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας με τη μορφή Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης ή Συνεταιρισμού Εργαζομένων.

ε) Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που βρίσκονται σε κατάσταση αδράνειας, εκκαθάρισης ή πτώχευσης.


στ) Οι αγρότες, οι οποίοι είναι μέλη αγροτικών συνεταιρισμών που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 8 του ν. 4384/2016.

ζ) Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι σχολικοί συνεταιρισμοί του άρθρου 46 του ν. 1566/1985.

7. Επιβολή φόρου πολυτελούς διαβίωσης. Σε όσους φορολογούμενους κατείχαν κατά τη διάρκεια του 2020 αυτοκίνητα Ι.Χ. με κινητήρες άνω των 1.928 κυβικών εκατοστών τα οποία κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2011 και μετά, σκάφη αναψυχής μήκους άνω των 5 μέτρων, πισίνες και αεροσκάφη θα επιβληθεί και ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης. Για όσους κατείχαν το 2020 επιβατικά αυτοκίνητα Ι.Χ. από 1.929 έως 2.500 κ.εκ. ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης υπολογίζεται με συντελεστή 5% επί του τεκμηρίου διαβίωσης κάθε αυτοκινήτου. Για όσους κατείχαν το 2020 επιβατικά αυτοκίνητα Ι.Χ. άνω των 2.500 κ.εκ., πισίνες, σκάφη αναψυχής και αεροσκάφη ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης θα υπολογιστεί με συντελεστή 13% επί του ισχύοντος κατά περίπτωση τεκμηρίου διαβίωσης.

8. Έκπτωση παρακρατηθέντων και προκαταβληθέντων φόρων. Από τον φόρο που αναλογεί στο σύνολο των εισοδημάτων του φορολογούμενου από όλες τις βασικές πηγές (από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματικές δραστηριότητες, αγροτικές δραστηριότητες, ακίνητα, κινητές αξίες κ.λπ.) αφαιρούνται οι φόροι που παρακρατήθηκαν το 2020 (από εισπραττόμενα ποσά μισθών ή συντάξεων, από αμοιβές για παροχή υπηρεσιών κ.λπ.) καθώς και οι φόροι που προκαταβλήθηκαν εντός του 2020. Επιπλέον, από το συνολικό ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που αναλογεί στο συνολικό εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις θα αφαιρεθεί το άθροισμα των ποσών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που παρακρατείτο κάθε μήνα του 2020 από τους μισθούς ή τις συντάξεις του έτους αυτού.

πηγή: Έντυπη Ναυτεμπορική