Απώλεια εισοδήματος έως 35% για τους εργαζόμενους σε αναστολή
Αποκαλυπτική μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού. Εκτός αγοράς εργασίας λόγω αναστολών παραμένει το ένα τρίτο των μισθωτών. Πληθαίνουν οι εισηγήσεις για νέο κόφτη. Γιατί απέτυχε το πρόγραμμα Συν-Εργασία.
Εκτός αγοράς εργασίας παραμένει σχεδόν το ένα τρίτο των μισθωτών της χώρας, μέσω της άτυπης ανεργίας που έχει επιβάλει το μέτρο των αναστολών συμβάσεων. Έτσι, κι ενώ οι στατιστικοί δείκτες εμφανίζουν την ανεργία στη χώρα μας τον Δεκέμβριο να παρουσιάζει σημαντική μείωση, στο χαμηλότερο ποσοστό από το 2010, ήτοι 15,8%, δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια εφησυχασμού. Όπως δείχνει άλλωστε έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού, οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία και την αγορά εργασίας είναι εξαιρετικά αρνητικές.
Μετά τον δραστικό περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, το ΕΙΕΑΔ εκτιμά πως εκτός αγοράς εργασίας μέσω της άτυπης ανεργίας που έχει επιβάλει το μέτρο των αναστολών συμβάσεων παραμένει σχεδόν το ένα τρίτο των μισθωτών της χώρας. Αυτό έχει ως συνέπεια τη δραστική μείωση των εισοδημάτων, με τους ειδικούς να εκτιμούν ότι όσοι εργαζόμενοι βρέθηκαν σε αναστολή εργασίας και για το διάστημα που βρέθηκαν σε αυτή, απώλεσαν μεσοσταθμικά περίπου το 30%-35% του μηνιαίου εισοδήματός τους από τη μισθωτή εργασία τους.
Την ώρα που πληθαίνουν οι φωνές, μέσα στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης που θέλουν από τον επόμενο κιόλας μήνα επιβολή νέων περιορισμών στον αριθμό των επιχειρήσεων που μπορούν να κάνουν χρήση του μέτρου των αναστολών συμβάσεων, εξαιρώντας αυτή τη φορά όλες τις ανοικτές επιχειρήσεις, η έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ) που επιμελείται ο Παναγιώτης Κυριακούλιας αποδεικνύει ότι το μέτρο της αναστολής της σύμβασης εργασίας με την ταυτόχρονη καταβολή της αποζημίωσης ειδικού σκοπού για τους μισθωτούς (αλλά και για άλλες κατηγορίες απασχολουμένων) συνέβαλε σημαντικά στην αποφυγή μαζικών απολύσεων από τις επιχειρήσεις, λόγω των μεγάλων χρονικών διαστημάτων που δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν, είτε λόγω κρατικής εντολής είτε λόγω της μεγάλης πτώσης του κύκλου εργασιών τους.
Δείχνει όμως επίσης ότι κατά τους τελευταίους 12 μήνες (Μάρτιος 2020 - Φεβρουάριος 2021), η οικονομική δραστηριότητα έχει περιοριστεί δραστικά για τουλάχιστον 7μήνες και σε δύο ξεχωριστές περιόδους, δηλαδή κατά πρώτον στην αρχική φάση Μαρτίου -Απριλίου 2020 και εν μέρει τον Μάιο 2020 και κατά δεύτερον κατά τη διάρκεια του λεγόμενου «δεύτερου κύματος», από Νοέμβριο 2020 έως σήμερα.
Η ενδιάμεση περίοδος των 5 μηνών (Ιούνιος - Οκτώβριος 2020) μιας σταδιακής, υπό όρους και αυστηρούς υγειονομικούς περιορισμούς λειτουργίας της οικονομίας και ιδιαίτερα στους σημαντικούς για την οικονομία κλάδους του εμπορίου, της εστίασης και του τουρισμού, παρότι βελτίωσε την εικόνα της οικονομίας και της εργασίας, έχει επίσης αρνητικά αποτυπώματα στις εργασιακές σχέσεις και στο εισοδήματα των εργαζομένων. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εξαιρετικά μεγάλος αριθμός εργαζομένων μισθωτών βρέθηκε σε ένα ιδιότυπο καθεστώς «αεργίας»: στην αρχική φάση της πανδημίας προσέγγισε το 50%, ενώ από το Νοέμβριο 2020 έως και σήμερα υπερβαίνει το 30%.
Συνοπτικά, από τα ευρήματα της διερεύνησης προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
1) Κατά την αρχική φάση της πανδημίας (Μάρτιος - Απρίλιος 2020), όπου και επιβλήθηκε το πρώτο και αυστηρότερο lockdown, οι εργαζόμενοι των οποίων η σύμβαση εργασίας τέθηκε σε αναστολή ανέρχονταν σε 992.443 άτομα, που αντιστοιχούν στο 46,4% του συνόλου των μισθωτών της χώρας.
2) Κατά την ενδιάμεση φάση της πανδημίας (6μηνο: Μάιος - Οκτώβριος 2020), διάστημα στο οποίο σημειώνεται το σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας κυρίως στους κλάδους του εμπορίου, της εστίασης και του τουρισμού (κλάδοι με την υψηλότερη απασχόληση), η πορεία του αριθμού των εργαζομένων σε αναστολή εργασίας παρουσιάζει αρχικά μια σταδιακή και σημαντική μείωση κατά τους μήνες Μάιο, Ιούνιο, Ιούλιο 2020, ενώ στη συνέχεια παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση σχετικά μικρού μεγέθους. Ειδικότερα κατά τη φάση αυτή, ο αριθμός των μισθωτών σε αναστολή σύμβασης εργασίας καθώς και η ποσοστιαία αναλογία τους επί του συνόλου των μισθωτών παρουσιάζει την εξής πορεία:
- Μάιος 2020: 542.244 μισθωτοί ή το 25,3% του συνόλου των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα,
- Ιούνιος 2020: 305.944 μισθωτοί ή 14,3%,
- Ιούλιος 2020: 70.254 μισθωτοί ή 3,3%,
- Αύγουστος 2020: 147.432 μισθωτοί ή 6,9%,
- Σεπτέμβριος 2020: 157.855 μισθωτοί ή 7,4%,
- Οκτώβριος 2020: 185.614 μισθωτοί ή 8,7%
3) Τέλος, κατά τη διάρκεια της τρίτης φάσης, που αρχίζει το Νοέμβριο 2020 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα και η οποία σηματοδοτείται από ένα νέο lockdown (λιγότερο αυστηρό ωστόσο από το αντίστοιχο Μαρτίου-Απριλίου 2020), όπου υπήρξαν μικρά ενδιάμεσα διαστήματα υπό όρους ανοίγματος της αγοράς και κυρίως του λιανικού εμπορίου, ο αριθμός εργαζομένων με αναστολή σύμβασης εργασίας αυξάνεται δραστικά και ακολουθεί την εξής πορεία:
- Νοέμβριος 2020: 743.143 μισθωτοί ή 34,7% του συνόλου των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα,
- Δεκέμβριος 2020: 673.369 μισθωτοί ή 31,5%,
- Ιανουάριος 2021: 670.404 μισθωτοί ή 31,3%,
- Φεβρουάριος 2021: 532.208 μισθωτοί ή 24,9%
4) Το ύψος της αποζημίωσης ειδικού σκοπού ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 476 ευρώ μηνιαίως και αντιστοιχεί στο 87% του καθαρού εθνικού κατώτατου μισθού, στο 71% του καθαρού εθνικού διάμεσου μισθού και στο 65% του καθαρού εθνικού μέσου μισθού. Οι μηνιαίες μισθολογικές απώλειες των εργαζομένων με αναστολή σύμβασης εργασίας (και για όσο διάστημα βρέθηκαν σε αναστολή σύμβασης εργασίας) εκτιμάται ότι ανέρχονται περίπου στο 30% έως 35%.
5) Η συνολική κρατική χρηματοδοτική δαπάνη για την καταβολή αποζημιώσεων ειδικού σκοπού εκτιμάται ότι μέχρι σήμερα ανέρχεται στα 2,719 δισ. ευρώ.
6) Ο αριθμός των εργαζομένων που εντάχθηκε στο Μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» είναι εξαιρετικά χαμηλός και συνολικά από τον Ιούνιο 2020, οπότε και θεσμοθετήθηκε, δεν υπερβαίνει το 3,4% του συνόλου των μισθωτών (68.364 άτομα), με σημαντικές διαφοροποιήσεις ωστόσο ανά μήνα αλλά και διαφοροποιήσεις ως προς τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που εντάχθηκαν σε αυτόν. Ο μέσος όρος της μισθολογικής αναπλήρωσης του (μέρους του μισθού τους) από τον Μηχανισμό ανέρχεται στα 247 ευρώ μηνιαίως. Το συνολικό ύψος της κρατικής κάλυψης του μέρους των μισθών για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ανέρχεται μέχρι σήμερα στα 69,798 εκατ. ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου