Υπ. Εργασίας: Δεν δικαιούνται άδεια και επίδομα αδείας οι εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου για όσο διάστημα επεκτείνεται η εργασιακή τους σχέση λόγω αναστολής εργασίας!
Του Βασίλη Πρασσά, Συμβούλου Εργασιακών Θεμάτων Epsilon Net
Σε έγγραφο το οποίο μας κοινοποιήθηκε και εκδόθηκε από το Υπουργείο Εργασίας, προκύπτει μια πολύ σημαντική αλλαγή για τα δικαιώματα των εργαζομένων ορισμένου χρόνου που βρίσκονται ή βρέθηκαν σε καθεστώς αναστολής εργασίας.
Τι γνωρίζαμε μέχρι σήμερα σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία την οποία μνημονεύει το έγγραφο του υπουργείου:
- Η αναστολή της εργασιακής σχέσης, δεν την καταλύει
- Ο χρόνος αναστολής, υπολογίζεται κατά κανόνα, ως χρόνος εργασίας για όλα τα δικαιώματα του εργαζομένου
- Ειδικά για την άδεια και το επίδομα αδείας, οι εργαζόμενοι που τελούν σε αναστολή, εξακολουθούν να δικαιούνται – για το διάστημα της αναστολής – άδεια και επίδομα αδείας, καθώς ο χρόνος αναστολής υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας
Στο έγγραφο αναφέρονται επίσης τα ακόλουθα:
Με την παρ.2 του αρ.1 του Κεφ. Α2 της 12998 ΚΥΑ, προβλέφθηκε ότι οι συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, εργαζομένων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις της παρ.1 του άρθρου αυτού, δύνανται να τίθενται σε αναστολή. Μετά το πέραν του διαστήματος αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας, συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα χρόνο που υπολείπεται μετά την ολοκλήρωση του χρόνου αναστολής
Με την εν λόγω ρύθμιση, οι εργαζόμενοι αυτοί κατέστησαν δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού για το χρονικό διάστημα αναστολής της σύμβασης εργασίας ενώ η συμφωνηθείσα διάρκεια της συμβάσεως ορισμένου χρόνου παρέμεινε αναλλοίωτη.
Ιδίως η τελευταία υπογραμμισμένη φράση, φωτογραφίζει την ερμηνεία που δίνει το Υπουργείο Εργασίας την οποία θα διαπιστώσουμε και στο παράδειγμα το οποίο ακολουθεί:
Παραδείγματα:
- Εργαζόμενος με σύμβαση ορισμένου χρόνου διάρκειας από 01.07.2020 έως 02.11.2020 δικαιούται για το χρονικό διάστημα της σύμβασης, ήτοι για τους 4 μήνες, αναλογία ημερών αδείας ύψους 7 εργασίμων ημερών αν απασχολείται 5ήμερο ή 8 εργασίμων ημερών αν απασχολείται 6ήμερο η οποία θα πρέπει να του χορηγηθεί εντός του ελ λόγω διαστήματος. Δεδομένου ότι η συγκεκριμένη σύμβαση τέθηκε σε αναστολή στις 25.10.2020 και εξακολουθεί να τελεί σε αναστολή έως και σήμερα 17.03.2021 και με την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω εργαζόμενος δεν πρόλαβε να πάρει καθόλου άδεια μέχρι η σύμβαση του να τεθεί σε αναστολή, με τη λήξη του έτους, η εν λόγω αξίωση για άδεια μετατράπηκε σε αποζημίωση. Συνεπώς κατά την 31η Δεκεμβρίου 2020, ο εργοδότης θα έπρεπε, να καταβάλλει στο εν λόγω εργαζόμενο αποζημίωση αδείας και επιδόματος αδείας σύμφωνα με τις αποδοχές που θα ελάμβανε αν του είχε χορηγηθεί άδεια, ήτοι 8 ημερομίσθια ως αποζημίωση αδείας και άλλα 8 ως επίδομα αδείας.
- Εργαζόμενος με σύμβαση ορισμένου χρόνου διάρκειας από 01.07.2020 έως 31.03.2021 του οποίου η σύμβαση τέθηκε σε αναστολή στις 01.20.2020 και εξακολουθεί να τελεί σε αναστολή έως σήμερα, μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους, ήτοι στις 31.12.2020 δικαιούται αναλογία ημερών αδείας ύψους 10 εργασίμων ημερών αν απασχολείται 5ήμερο ή 12 εργασίμων ημερών αν απασχολείται 6ήμερο η οποία και μετατρέπεται σε χρηματική αποζημίωση. Συνεπώς κατά την 31.12.2020, ο εργοδότης θα έπρεπε, να καταβάλλει στο εν λόγω εργαζόμενο αποζημίωση αδείας και επιδόματος αδείας σύμφωνα με τις αποδοχές που θα ελάμβανε αν του είχε χορηγηθεί άδεια, ήτοι 12 ημερομίσθια ως αποζημίωση αδείας και άλλα 12 ως επίδομα αδείας.
Η ερμηνεία
Όπως προκύπτει από τις 2 παραπάνω περιπτώσεις, παρότι και οι 2 εργαζόμενοι προσλήφθηκαν από τον εργοδότη την ίδια ημερομηνία και παρότι την 31.12.2020 παρέμειναν στον ίδιο εργοδότη, οι δικαιούμενες ημέρες αποζημίωσης και επιδόματος αδείας είναι διαφορετικές.
Διότι αυτό που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα ήταν ότι για την 1η περίπτωση, από τη στιγμή που ο εργαζόμενος βρίσκεται την 31.12.2020 στον εργοδότη λόγω αναστολής εργασίας της σύμβασης ορισμένου χρόνου, θα εδικαιούτο 2 ημέρες αποζημίωσης αδείας και επιδόματος αδείας για κάθε μήνα απασχόλησης. Άρα από 1.7 έως 31.12 έχουμε 6 πλήρεις μήνες κάτι το οποίο ισοδυναμεί σε 12 ημέρες αποζημίωσης και επιδόματος αδείας. Όπως ακριβώς και στο 2ο παράδειγμα.
Για ποιο λόγο επομένως υπάρχει αυτή η ερμηνεία;
Διότι σύμφωνα με την ερμηνεία του Υπουργείου Εργασίας, ο εργαζόμενος θα πρέπει να λάβει ως ημέρες αδείας ή ως αποζημίωση αδείας και επακόλουθα και επίδομα αδείας, ότι θα ελάμβανε αν απασχολούνταν πλήρως στο διάστημα της σύμβασης ορισμένου χρόνου. Κάτι το οποίο σημαίνει ότι στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, στις περιπτώσεις που αυτές παρατείνονται αναγκαστικά λόγω αναστολής εργασίας, το διάστημα της αναστολής δεν δημιουργεί υποχρέωση για επιπλέον άδεια και επίδομα αδείας και γι αυτό στην 1η περίπτωση οι ημέρες είναι 8 ενώ στην 2η περίπτωση οι ημέρες είναι 12 παρότι αναφέρεται το ίδιο διάστημα. Ωστόσο στην πρώτη περίπτωση η αναστολή εργασίας επέκτεινε τη σύμβαση παρότι αυτή θα έληγε κανονικά στις 2.11 ενώ στην 2η περίπτωση όλο το διάστημα αναστολής είναι εντός του κανονικού διαστήματος απασχόλησης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου