Οι «ανοιχτές πληγές» στην αγορά εργασίας
Με έως 800 ευρώ το μήνα μεικτά αμείβεται ένας στους δύο εργαζόμενους. Tο 43% των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνει αμοιβές κάτω από τον κατώτατο μισθό του 2012. Στην Αττική οι μισοί μισθωτοί. Το 44% των εργαζόμενων εργάζεται μόλις στο 1,68% του συνόλου των επιχειρήσεων.
Χαμηλοί μισθοί, σημαντικά μειωμένοι κατά τη διάρκεια των 8 ετών δημοσιονομικής κρίσης, υπερσυγκέντρωση κεφαλαίου σε λίγες επιχειρήσεις και επιχειρηματικής δραστηριότητας σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας αλλά και υδροκέφαλη ανάπτυξη, με το 50% των εργαζόμενων να συγκεντρώνεται μόνο στην Αττική καταδεικνύουν τα συγκεντρωτικά στοιχεία του συστήματος Εργάνη που δημοσιοποιήθηκαν την παραμονή των Χριστουγέννων από το υπουργείο Εργασίας.
Τα στοιχεία στηρίζονται στις συγκεντρωτικές καταστάσεις προσωπικού που υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε Οκτώβριο οι εργοδότες όλης της χώρας, στο πληροφοριακό σύστημα του υπουργείου Εργασίας. Και δείχνουν πως ένας στους δύο εργαζόμενους απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, με μισθούς έως 800 ευρώ μεικτά. Από αυτούς, οι 422.150 ή το 22,13% του συνόλου των 1.907.945 εργαζόμενων που προκύπτουν για το 2018 εργάζονται με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση και λαμβάνουν κάτω από 500 ευρώ το μήνα.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις ώρες εργασίας ανά βδομάδα, που δηλώνουν οι εργοδότες στο σύστημα, προκύπτει ότι το 31,4% των εργαζόμενων απασχολούνται το πολύ 35 ώρες την εβδομάδα, ανεβάζοντας έτσι το ποσοστό των απασχολούμενων με όρους διαφορετικούς από αυτούς που προβλέπονται στην πλήρη απασχόληση (40ωρες την εβδομάδα).
Τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας δείχνουν συνολικά, αύξηση της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα το 2018 σε σύγκριση με το 2017. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου είναι κατά 83.508 θέσεις εργασίας, αυξημένος σε σχέση με το έτος 2017, παρουσιάζοντας σε ετήσια βάση αύξηση της τάξης του 4,58%. Αναλυτικά, κατά το τρέχον έτος οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανέρχονται σε 1.907.945 έναντι 1.824.437 το 2017.
Από τις 83.508 νέες θέσεις εργασίας, το 72% (60.117) είναι πλήρους απασχόλησης και το 28% (23.391) μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης.
Στο σύνολο των εργαζομένων, το ποσοστό της πλήρους απασχόλησης για το 2018 ανέρχεται σε 68,60% ενώ το 2017 ήταν 68,44%.
Καθρέφτη της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά εργασίας μετά από 8 χρόνια κρίσης, αποτελεί η εικόνα της μισθολογικής διαστρωμάτωσης των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα. Και αυτό γιατί ποσοστό μεγαλύτερο από το 43% του συνόλου των εργαζόμενων λαμβάνει αμοιβές που είναι κάτω από τον κατώτατο μισθό όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν από την μείωσή του κατά 22%, το 2012.
Το στοιχείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία ενόψει και της επερχόμενης διαμόρφωσης του νέου κατώτατου μισθού, από τις αρχές του 2019, καθώς φαίνεται ότι η όποια απόφαση του υπουργείου Εργασίας θα επηρεάσει άμεσα περισσότερους από 600.000 εργαζόμενους.
Αναλυτικά, έως 500 ευρώ λαμβάνει το 22,13% των εργαζόμενων που στο σύνολό τους εκτιμάται ότι εργάζονται με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση όπου οι αμοιβές υπολογίζονται με βάση το κατώτατο ημερομίσθιο, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Άλλο ένα, επιπλέον 20,43% λαμβάνει από 501 έως 700 ευρώ, ενώ μεταξύ 701 και 800 ευρώ μεικτά, το μήνα, λαμβάνει το 8,82% των μισθωτών ανά την επικράτεια.
Βέβαια, οι μέσες μηνιαίες αποδοχές για το 2018 υπολογίζονται σε 1.071,9 ευρώ, αυξημένες κατά 47 ευρώ σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, χωρίς αυτό να συνεπάγεται αυτόματα και αύξηση των αποδοχών, καθώς ενδέχεται απλώς να αυξήθηκαν οι αμοιβές λόγω αύξησης των υπερωριών.
Από τα στοιχεία των εργοδοτών προκύπτουν επιπλέον ποιοτικά στοιχεία που δείχνουν τη δομή όχι μόνο της απασχόλησης αλλά και της επιχειρηματικότητας στη χώρα, όπως για παράδειγμα ότι το 44% του συνόλου των εργαζόμενων απασχολείται σε μόλις 4.337 επιχειρήσεις, που αντιστοιχούν στο 1,68% του συνόλου των επιχειρήσεων ανά την επικράτεια.
Υπερσυγκέντρωση δεν παρατηρείται μόνο στις λίγες μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και σε γεωγραφικό επίπεδο. Έτσι, ένας στους δύο εργαζόμενους απασχολούνται στην Αττική, ενώ αν σε αυτούς προστεθούν και οι εργαζόμενοι στην Κεντρική Μακεδονία προκύπτει ότι σε δύο περιφέρειες της χώρας απασχολούνται τα 2/3 του συνόλου των εργαζόμενων.
Αναλυτικά, κατά το έτος 2018 καταγράφηκαν 10.077 περισσότερες επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενους σε σχέση με το έτος 2017, παρουσιάζοντας αύξηση σε ετήσια βάση κατά 4,1%. Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου για το έτος 2018 ανέρχονται σε 257.313, ενώ για το 2017 ανέρχονταν σε 247.236.
Το λιανικό εμπόριο, οι δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης και το χονδρικό εμπόριο είναι οι κλάδοι που συγκεντρώνουν βάσει των στοιχείων του συστήματος Εργάνη που δημοσιοποιήθηκαν χθες, τον μεγαλύτερο αριθμό εργαζόμενων.
Αναλυτικά, στο λιανικό εμπόριο απασχολείται συνολικά, το 13,34% του συνόλου των εργαζόμενων. Και ακολουθούν οι υπηρεσίες εστίασης όπου απασχολείται το 10,8% και ο κλάδος του χονδρικού εμπορίου με το 10,12% των εργαζόμενων ανά την επικράτεια να απασχολούνται σε αυτόν. Έπονται οι κλάδοι της βιομηχανίας τροφίμων όπου απασχολούνται 91.500 εργαζόμενοι, της εκπαίδευσης με 89.289 απασχολούμενους και των δραστηριοτήτων ανθρώπινης υγείας με 89.289 εργαζόμενους.
Αντίστοιχα, στον κλάδο του λιανικού εμπορίου δραστηριοποιούνται 45.519 επιχειρήσεις που αντιστοιχούν στο 17,69% του συνόλου των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Και ακολουθούν, οι 32.307 επιχειρήσεις με δραστηριότητες στον κλάδο των υπηρεσιών εστίασης (12,56%), 25.449 ή 9,89% του συνόλου που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό εμπόριο, εκτός από το εμπόριο μηχανοκίνητων οχημάτων και μοτοσυκλετών και 13.105 επιχειρήσεις στον κλάδο της ανθρώπινης υγείας.
Σε σχέση με τη νομική μορφή των επιχειρήσεων, η συντριπτική πλειοψηφία, ήτοι 148.101 σε σύνολο 257.317 είναι ατομικές επιχειρήσεις και ακολουθούν οι Ομόρρυθμες Εταιρείες (36.026), οι Ανώνυμες (20.532) και οι Ετερόρρυθμες Εταιρείες (13.714). Να σημειωθεί εδώ, ότι βάσει των στοιχείων, συνεχίζεται η δημιουργία νέων, Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών Εταιρειών (ΙΚΕ) σε μια προσπάθεια των ελεύθερων επαγγελματιών να αποφύγουν μέρος από τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και τους φόρους, με αποτέλεσμα από 6.387 το 2017 να ανέρχονται πλέον σε 8.537 (αύξηση κατά 2.150 μέσα σε ένα έτος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου