Στη χώρα μας συμβαίνουν κι αυτά - Φόρος μεταβίβασης για ακίνητο που δεν αποκτήθηκε
Τις αδικίες που κρύβουν ορισμένες αναχρονιστικές διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας έρχεται να αναδείξει μια πρόσφατη απόφαση του Σ.τ.Ε. η οποία δεν έκανε δεκτή την αναίρεση φορολογούμενου σε απόφαση του Εφετείου, σχετικά με την πληρωμή του φόρου μεταβίβασης σε ακίνητο που δεν απέκτησε ποτέ.
Το ιστορικό της ενδιαφέρουσας αυτής υπόθεσης έχει ως εξής:
Μετά από έλεγχο που έγινε στο φάκελο του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, για ακίνητο στη Θεσσαλονίκη με αγοραστή το φορολογούμενο της συγκεκριμένης υπόθεσης, διαπιστώθηκε ότι είχε συνταχθεί σχετικώς η από 19.2.1997 δήλωση φόρου μεταβίβασης, η οποία φερόταν να έχει λάβει αριθμό πρωτοκόλλου .... και να έχει παραληφθεί από τη Δ.Ο.Υ. Κεφαλαίου Θεσσαλονίκης όπως επίσης φερόταν να έχει καταβληθεί ο αναλογών φόρος, ύψους 6.221.489 δρχ. βάσει διπλοτύπου είσπραξης της ίδιας Δ.Ο.Υ.
Με βάση τα στοιχεία αυτά (δήλωση και διπλότυπο είσπραξης) συνετάγη ακολούθως συμβόλαιο πώλησης από συμβολαιογράφο με έδρα την Θεσσαλονίκη.
Το συμβόλαιο αυτό όμως ουδέποτε μετεγράφη στο Υποθηκοφυλακείο Θεσσαλονίκης, ενώ, μετά από περαιτέρω έλεγχο που διενεργήθηκε στα αρχεία δηλώσεων φόρου μεταβίβασης ακινήτων της προαναφερθείσας Δ.Ο.Υ., διαπιστώθηκε ότι η δήλωση μεταβίβασης ακινήτων δεν είχε κατατεθεί, ούτε τελικώς είχε εισπραχθεί το ποσό του φόρου που αναγραφόταν στο διπλότυπο είσπραξης του φόρου, δεδομένου ότι ο μεν αριθμός της δήλωσης των αρχείων της εν λόγω υπηρεσίας αντιστοιχούσε σε άλλη δήλωση, το δε αρμόδιο Ταμείο, κατά το κρίσιμο έτος 1997, δεν εξέδιδε διπλότυπα με τα νούμερα και τον τύπο του ως άνω διπλοτύπου, ούτε είχε παραλάβει τέτοια έντυπα δηλώσεων από το Υπουργείο Οικονομικών.
Εν όψει των ανωτέρω, η φορολογική αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δήλωση φόρου μεταβίβασης και το οικείο διπλότυπο ήταν πλαστά.
Κατόπιν αυτού δε εκδόθηκαν οι επίδικες πράξεις επιβολής φόρου και προστίμου, κατά των οποίων ο φορολογούμενος στράφηκε με την προσφυγή του, η οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Ο φορολογούμενος στη συνέχεια άσκησε έφεση στην οποία επανέφερε, μεταξύ άλλων, τους προβληθέντες και στον πρώτο βαθμό ισχυρισμούς του, ότι δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής του επίδικου φόρου, διότι το συμβόλαιο μεταβίβασης ήταν «αυτοδικαίως» άκυρο και τούτο, δεδομένου ότι τα μεν φερόμενα ως πωλητές πρόσωπα ουδέποτε απέκτησαν κυριότητα επί του επίμαχου ακινήτου, -καθόσον η σύμβαση βάσει της οποίας αυτά φέρονταν ως κύριοι ήταν προϊόν πλαστοπροσωπείας-, η δε επίμαχη σύμβαση δεν καταρτίσθηκε κατά τους νόμιμους τύπους, «[...] μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και έγκυρη θεωρημένη δήλωση και διπλότυπο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ [...]» αλλά με την προσκόμιση, αντ' αυτών, στη συμβολαιογράφο πλαστών σχετικών στοιχείων και ότι, υπό τα δεδομένα αυτά συνέτρεχε πάντως εν προκειμένω κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 4 του α.ν. 1521/1950, «εξαιρετικός λόγος», συνιστάμενος στο ότι αυτός εξαπατήθηκε τόσο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του όσο και από τους πωλητές, αφενός ως προς την υπόσχεση μεταβίβασης του ακινήτου ελευθέρου βαρών, αφετέρου ως προς την χρήση των πλαστών πιστοποιητικών (δήλωσης και διπλοτύπου).
Το διοικητικό εφετείο απέρριψε τους λόγους αυτούς εφέσεως με τις σκέψεις
α) ότι ο αιτών, ως αγοραστής του επίμαχου ακινήτου, ήταν υπόχρεος καταβολής του επίδικου φόρου, ανεξαρτήτως του εάν έγινε χρήση πλαστής δήλωσης φ.μ.α. και πλαστού διπλοτύπου καταβολής του εν λόγω φόρου ή του εάν η σύμβαση είναι άκυρη λόγω έλλειψης κυριότητας στο πρόσωπο του πωλητή και
β) ότι ο περιορισμός του καταβλητέου φόρου στο ήμισυ προϋποθέτει την ακύρωση της σύμβασης με δικαστική απόφαση ή άλλο νόμιμο τρόπο εντός τεσσάρων ετών από την κατάρτισή της, γεγονός του οποίου επίκληση δεν έγινε εκ μέρους του αναιρεσείοντος, ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι είχε επέλθει.
Ο φορολογούμενος φυσικά άσκησε αίτηση αναίρεσης της απόφασης του εφετείου ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο όμως την απέρριψε κρίνοντας ότι το εφετείο αιτιολόγησε νομίμως και επαρκώς την απόφασή του...
Κατά συνέπεια ο εν λόγω φορολογούμενος καλείται να πληρώσει φόρο μεταβίβασης, για ένα ακίνητο που μεταβιβάστηκε με πλαστή δήλωση μεταβίβασης, πλαστό διπλότυπο, από άλλο φορολογούμενο που δεν είχε πότε στην κυριότητά του το συγκεκριμένο ακίνητο και που στην ουσία ο φορολογούμενος τελικά δεν απέκτησε ποτέ.
Δείτε την απόφαση στο φορολογικό αρχείο του κόμβου
https://www.taxheaven.gr
Τις αδικίες που κρύβουν ορισμένες αναχρονιστικές διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας έρχεται να αναδείξει μια πρόσφατη απόφαση του Σ.τ.Ε. η οποία δεν έκανε δεκτή την αναίρεση φορολογούμενου σε απόφαση του Εφετείου, σχετικά με την πληρωμή του φόρου μεταβίβασης σε ακίνητο που δεν απέκτησε ποτέ.
Το ιστορικό της ενδιαφέρουσας αυτής υπόθεσης έχει ως εξής:
Μετά από έλεγχο που έγινε στο φάκελο του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, για ακίνητο στη Θεσσαλονίκη με αγοραστή το φορολογούμενο της συγκεκριμένης υπόθεσης, διαπιστώθηκε ότι είχε συνταχθεί σχετικώς η από 19.2.1997 δήλωση φόρου μεταβίβασης, η οποία φερόταν να έχει λάβει αριθμό πρωτοκόλλου .... και να έχει παραληφθεί από τη Δ.Ο.Υ. Κεφαλαίου Θεσσαλονίκης όπως επίσης φερόταν να έχει καταβληθεί ο αναλογών φόρος, ύψους 6.221.489 δρχ. βάσει διπλοτύπου είσπραξης της ίδιας Δ.Ο.Υ.
Με βάση τα στοιχεία αυτά (δήλωση και διπλότυπο είσπραξης) συνετάγη ακολούθως συμβόλαιο πώλησης από συμβολαιογράφο με έδρα την Θεσσαλονίκη.
Το συμβόλαιο αυτό όμως ουδέποτε μετεγράφη στο Υποθηκοφυλακείο Θεσσαλονίκης, ενώ, μετά από περαιτέρω έλεγχο που διενεργήθηκε στα αρχεία δηλώσεων φόρου μεταβίβασης ακινήτων της προαναφερθείσας Δ.Ο.Υ., διαπιστώθηκε ότι η δήλωση μεταβίβασης ακινήτων δεν είχε κατατεθεί, ούτε τελικώς είχε εισπραχθεί το ποσό του φόρου που αναγραφόταν στο διπλότυπο είσπραξης του φόρου, δεδομένου ότι ο μεν αριθμός της δήλωσης των αρχείων της εν λόγω υπηρεσίας αντιστοιχούσε σε άλλη δήλωση, το δε αρμόδιο Ταμείο, κατά το κρίσιμο έτος 1997, δεν εξέδιδε διπλότυπα με τα νούμερα και τον τύπο του ως άνω διπλοτύπου, ούτε είχε παραλάβει τέτοια έντυπα δηλώσεων από το Υπουργείο Οικονομικών.
Εν όψει των ανωτέρω, η φορολογική αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δήλωση φόρου μεταβίβασης και το οικείο διπλότυπο ήταν πλαστά.
Κατόπιν αυτού δε εκδόθηκαν οι επίδικες πράξεις επιβολής φόρου και προστίμου, κατά των οποίων ο φορολογούμενος στράφηκε με την προσφυγή του, η οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Ο φορολογούμενος στη συνέχεια άσκησε έφεση στην οποία επανέφερε, μεταξύ άλλων, τους προβληθέντες και στον πρώτο βαθμό ισχυρισμούς του, ότι δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής του επίδικου φόρου, διότι το συμβόλαιο μεταβίβασης ήταν «αυτοδικαίως» άκυρο και τούτο, δεδομένου ότι τα μεν φερόμενα ως πωλητές πρόσωπα ουδέποτε απέκτησαν κυριότητα επί του επίμαχου ακινήτου, -καθόσον η σύμβαση βάσει της οποίας αυτά φέρονταν ως κύριοι ήταν προϊόν πλαστοπροσωπείας-, η δε επίμαχη σύμβαση δεν καταρτίσθηκε κατά τους νόμιμους τύπους, «[...] μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και έγκυρη θεωρημένη δήλωση και διπλότυπο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ [...]» αλλά με την προσκόμιση, αντ' αυτών, στη συμβολαιογράφο πλαστών σχετικών στοιχείων και ότι, υπό τα δεδομένα αυτά συνέτρεχε πάντως εν προκειμένω κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 4 του α.ν. 1521/1950, «εξαιρετικός λόγος», συνιστάμενος στο ότι αυτός εξαπατήθηκε τόσο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του όσο και από τους πωλητές, αφενός ως προς την υπόσχεση μεταβίβασης του ακινήτου ελευθέρου βαρών, αφετέρου ως προς την χρήση των πλαστών πιστοποιητικών (δήλωσης και διπλοτύπου).
Το διοικητικό εφετείο απέρριψε τους λόγους αυτούς εφέσεως με τις σκέψεις
α) ότι ο αιτών, ως αγοραστής του επίμαχου ακινήτου, ήταν υπόχρεος καταβολής του επίδικου φόρου, ανεξαρτήτως του εάν έγινε χρήση πλαστής δήλωσης φ.μ.α. και πλαστού διπλοτύπου καταβολής του εν λόγω φόρου ή του εάν η σύμβαση είναι άκυρη λόγω έλλειψης κυριότητας στο πρόσωπο του πωλητή και
β) ότι ο περιορισμός του καταβλητέου φόρου στο ήμισυ προϋποθέτει την ακύρωση της σύμβασης με δικαστική απόφαση ή άλλο νόμιμο τρόπο εντός τεσσάρων ετών από την κατάρτισή της, γεγονός του οποίου επίκληση δεν έγινε εκ μέρους του αναιρεσείοντος, ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι είχε επέλθει.
Ο φορολογούμενος φυσικά άσκησε αίτηση αναίρεσης της απόφασης του εφετείου ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο όμως την απέρριψε κρίνοντας ότι το εφετείο αιτιολόγησε νομίμως και επαρκώς την απόφασή του...
Κατά συνέπεια ο εν λόγω φορολογούμενος καλείται να πληρώσει φόρο μεταβίβασης, για ένα ακίνητο που μεταβιβάστηκε με πλαστή δήλωση μεταβίβασης, πλαστό διπλότυπο, από άλλο φορολογούμενο που δεν είχε πότε στην κυριότητά του το συγκεκριμένο ακίνητο και που στην ουσία ο φορολογούμενος τελικά δεν απέκτησε ποτέ.
Δείτε την απόφαση στο φορολογικό αρχείο του κόμβου
https://www.taxheaven.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου